Βοντερό παρόν αλληλεγγύης στους πολίτες, οι οποίοι
πλήττονται από την αύξηση στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος, έδωσαν οι δικηγόροι της χώρας, με την εκδήλωση της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων, όπου προανήγγειλαν "πόλεμο", με προσφυγές στη Δικαιοσύνη!
Στην εκδήλωση, που έγινε χτες το βράδυ, στα γραφεία του ΔΣΑ, με θέμα: «Ρήτρες αναπροσαρμογής σε συμβάσεις προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας - Τα νομικά ζητήματα και η συμβατότητά τους ή μη με τους Γενικούς Όρους Συναλλαγών», επισημάνθηκε η δυναμική παρουσία των δικηγόρων σε κρίσιμα κοινωνικά ζητήματα, όπως ο νικηφόρος αγώνας κατά του ασφαλιστικού νόμου 4387/2016, η καθολική αντίδραση απέναντι στην επαναφορά του αγωγόσημου στις αναγνωριστικές αγωγές Πολυμελούς, καθώς και η κλιμάκωση των κινητοποιήσεών, με τη στοχευμένη αποχή από πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος της πρώτης κατοικίας ευάλωτων δανειοληπτών.
Περισσότεροι από 600 δικηγόροι και πολίτες, παρακολούθησαν την εκδήλωση διαδικτυακά, όπου έθεσαν τα δικά τους ερωτήματα, ή διατύπωσαν τις απόψεις τους, για τη μέγιστη αυτή κοινωνική πληγή, της Κυβέρνησης Μητσοτάκη!
Τα ερωτήματα απαντήθηκαν εκτενώς και ακολούθησε διαδικτυακός διάλογος, μετά από τις τοποθετήσεις των ομιλητών.
Την εκδήλωση συντόνισε ο πρόεδρος του ΔΣΘ, Δημήτρης Φινοκαλιώτης, ενώ στο χαιρετισμό του ο Πρόεδρος της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων και Πρόεδρος του ΔΣΑ, Δημήτρης Βερβεσός, αφού πρώτα υπενθύμισε την δυναμική παρουσία των δικηγόρων σε μείζονα κοινωνικά ζητήματα, επισήμανε μεταξύ άλλων: «Έχουμε αποδείξει ότι φύσει και θέσει πρωτοστατούμε στους κοινωνικούς αγώνες. Είμαστε παρόντες όχι μόνο στην
καθημερινότητά μας και στα ακροατήρια, αλλά και στα μείζονα κοινωνικά ζητήματα. […]
Δεν λειτουργούμε ούτε κομματικά ούτε συντεχνιακά. Δηλώνουμε την παρουσία μας με συνέπεια, με αυτοπεποίθηση και πάντα με σοβαρό, τεκμηριωμένο λόγο, όπως αρμόζει σε όσους τάχθηκαν να υπηρετούν τη Δικαιοσύνη».
Στην εκδήλωση συμμετείχαν ως ομιλητές οι:
- Γεώργιος Δέλλιος, Ομότιμος Καθηγητής Νομικής Σχολής ΑΠΘ
- Γεώργιος Μεντής, Αναπληρωτής Καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ
- Αντώνιος Μεταξάς, Αναπληρωτής Καθηγητής ΕΚΠΑ
- Γεώργιος Καλογεράκης, ΜΔΕ Αστικού Δικαίου (ΕΚΠΑ)/Ενέργειας (ΠΑΠΕΙ)
- Βίκτωρας Τσιαφούτης, ΜΔΕ Εμπορικού Δικαίου (ΔΠΘ), νομικός σύμβουλος ΕΚΠΟΙΖΩ
Διαβάστε τις ομιλίες:
O Πρόεδρος της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων και Πρόεδρος ΔΣΑ Δημήτρης Βερβεσσός, είπε:
Οι τεράστιες αυξήσεις στους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας, σε ένα κοινωνικό αγαθό, λόγω της ρήτρας αναπροσαρμογής, αποτελούν το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα, που ταλανίζει το σύνολο των πολιτών και εκτροχιάζει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Το δικηγορικό σώμα δεν μπορεί να μείνει απαθές μπροστά στη νέα
αυτή πραγματικότητα. Με τη μέχρι σήμερα δράση μας, άλλωστε,
έχουμε αποδείξει ότι, φύσει και θέσει, πρωτοστατούμε στους
κοινωνικούς αγώνες. Είμαστε παρόντες, όχι μόνο στην καθημερινότητά μας και στα ακροατήρια, αλλά και στα μείζονα κοινωνικά ζητήματα.
Από τις πρόσφατες δράσεις μας θυμίζω τον νικηφόρο αγώνα κατά του ασφαλιστικού νόμου 4387/2016, την καθολική αντίδραση απέναντι στην επαναφορά του αγωγόσημου στις αναγνωριστικές αγωγές Πολυμελούς, καθώς και την κλιμάκωση των κινητοποιήσεών μας με τη στοχευμένη αποχή από πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος της πρώτης κατοικίας ευάλωτων δανειοληπτών. Δεν λειτουργούμε ούτε κομματικά, ούτε συντεχνιακά. Δηλώνουμε την παρουσία μας με συνέπεια, με αυτοπεποίθηση, και πάντα με σοβαρό, τεκμηριωμένο
λόγο, όπως αρμόζει σε όσους τάχθηκαν να υπηρετούν το Δίκαιο και τη Δικαιοσύνη.
Επειδή δεν αρκούμαστε σε ρηματικές μόνο διακοινώσεις, λόγω του
κατεπείγοντος χαρακτήρα της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί και εξελίσσεται, αποφασίσαμε, εν πρώτοις, την διοργάνωση της παρούσας ανοιχτής επιστημονικής αλλά και κοινωνικό-παρεμβατικής εκδήλωσης για τη συμβατότητα της «ρήτρας αναπροσαρμογής» με το δίκαιο προστασίας του καταναλωτή που διέπει τους ΓΟΣ αλλά και την ενωσιακή έννομη τάξη. Έχουμε αποφασίσει να ακολουθήσει η προσφυγή στη δικαιοσύνη, ώστε ο νομικός μας αντίλογος να αποκτήσει πρακτικό αντίκρισμα. Είναι κάτι που οφείλουμε στην ελληνική κοινωνία και στους συναδέλφους.
Ευχαριστώ από καρδιάς τους εκλεκτούς ομιλητές που δέχθηκαν
ασμένως την πρόσκλησή μας να συμμετάσχουν στην παρούσα ημερίδα:
τον Γεώργιο Δέλλιο, Ομότιμο Καθηγητή Νομικής Σχολής ΑΠΘ, τον
Γεώργιο Μεντή, Αναπληρωτή Καθηγητή Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ, τον Αντώνιο Μεταξά, Αναπληρωτή Καθηγητή ΕΚΠΑ, τον Γεώργιο
Καλογεράκη, ΜΔΕ Αστικού Δικαίου (ΕΚΠΑ)/Ενέργειας (ΠΑΠΕΙ), τον Βίκτωρα Τσιαφούτη, νομικό σύμβουλο ΕΚΠΟΙΖΩ καθώς και τον συνάδελφο, Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, Δημήτρη Φινοκαλιώτη, που έχει αναλάβει την ευθύνη του συντονισμού
της εκδήλωσης.
Το δικηγορικό σώμα δεν μπορεί να μείνει απαθές μπροστά στη νέα
αυτή πραγματικότητα. Με τη μέχρι σήμερα δράση μας, άλλωστε,
έχουμε αποδείξει ότι, φύσει και θέσει, πρωτοστατούμε στους
κοινωνικούς αγώνες. Είμαστε παρόντες, όχι μόνο στην καθημερινότητά μας και στα ακροατήρια, αλλά και στα μείζονα κοινωνικά ζητήματα.
Από τις πρόσφατες δράσεις μας θυμίζω τον νικηφόρο αγώνα κατά του ασφαλιστικού νόμου 4387/2016, την καθολική αντίδραση απέναντι στην επαναφορά του αγωγόσημου στις αναγνωριστικές αγωγές Πολυμελούς, καθώς και την κλιμάκωση των κινητοποιήσεών μας με τη στοχευμένη αποχή από πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος της πρώτης κατοικίας ευάλωτων δανειοληπτών. Δεν λειτουργούμε ούτε κομματικά, ούτε συντεχνιακά. Δηλώνουμε την παρουσία μας με συνέπεια, με αυτοπεποίθηση, και πάντα με σοβαρό, τεκμηριωμένο
λόγο, όπως αρμόζει σε όσους τάχθηκαν να υπηρετούν το Δίκαιο και τη Δικαιοσύνη.
Επειδή δεν αρκούμαστε σε ρηματικές μόνο διακοινώσεις, λόγω του
κατεπείγοντος χαρακτήρα της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί και εξελίσσεται, αποφασίσαμε, εν πρώτοις, την διοργάνωση της παρούσας ανοιχτής επιστημονικής αλλά και κοινωνικό-παρεμβατικής εκδήλωσης για τη συμβατότητα της «ρήτρας αναπροσαρμογής» με το δίκαιο προστασίας του καταναλωτή που διέπει τους ΓΟΣ αλλά και την ενωσιακή έννομη τάξη. Έχουμε αποφασίσει να ακολουθήσει η προσφυγή στη δικαιοσύνη, ώστε ο νομικός μας αντίλογος να αποκτήσει πρακτικό αντίκρισμα. Είναι κάτι που οφείλουμε στην ελληνική κοινωνία και στους συναδέλφους.
Ευχαριστώ από καρδιάς τους εκλεκτούς ομιλητές που δέχθηκαν
ασμένως την πρόσκλησή μας να συμμετάσχουν στην παρούσα ημερίδα:
τον Γεώργιο Δέλλιο, Ομότιμο Καθηγητή Νομικής Σχολής ΑΠΘ, τον
Γεώργιο Μεντή, Αναπληρωτή Καθηγητή Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ, τον Αντώνιο Μεταξά, Αναπληρωτή Καθηγητή ΕΚΠΑ, τον Γεώργιο
Καλογεράκη, ΜΔΕ Αστικού Δικαίου (ΕΚΠΑ)/Ενέργειας (ΠΑΠΕΙ), τον Βίκτωρα Τσιαφούτη, νομικό σύμβουλο ΕΚΠΟΙΖΩ καθώς και τον συνάδελφο, Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, Δημήτρη Φινοκαλιώτη, που έχει αναλάβει την ευθύνη του συντονισμού
της εκδήλωσης.
Η ενεργειακή κρίση, την οποία όλοι ως καταναλωτές βιώνουμε, έχει
κατά το μάλλον ή ήττον γνωστές παραμέτρους. Ο πόλεμος στην
Ουκρανία και τα ρωσικά αντίμετρα απέναντι στη διεθνή κοινότητα,
οδήγησαν σε μια άνευ προηγουμένου έκρηξη των τιμών φυσικού
αερίου, που συμπαρέσυρε τις τιμές ηλεκτρικού ρεύματος. Έγινε
ευρύτερα γνωστό κάτι που δεν είχαμε μέχρι τούδε συνειδητοποιήσει:
ότι η χονδρική τιμή πώλησης ηλεκτρικού ρεύματος συναρτάται με τη μέγιστη τιμή παραγωγής, ασχέτως πηγής (φυσικό αέριο, λιγνίτης,
ανανεώσιμες πηγές κοκ). Έτσι, η εκθετική αύξηση των τιμών αερίου
συμπαρέσυρε τη χονδρική τιμή ηλεκτρικού ρεύματος, γεννώντας
υπερκέρδη για τους παραγωγούς και μεταπωλητές ηλεκτρικής
ενέργειας. Οι αυξήσεις αυτές μετακυλήθηκαν στους καταναλωτές μέσω των «ρητρών αναπροσαρμογής», οι οποίες είτε υπήρχαν εξ αρχής στις οικείες συμβάσεις προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, είτε
παρεισήχθησαν εκ των υστέρων, κατά κανόνα με μη εμφανείς τρόπους (με μικρή γραμματοσειρά στο οπισθόφυλλο των λογαριασμών και με κρυπτικό περιεχόμενο, με παραπομπές σε άγνωστα στο καταναλωτικό κοινό κανονιστικά κείμενα). Ως αποτέλεσμα της μεθόδευσης αυτής, οι καταναλωτές βρέθηκαν αντιμέτωποι με υπέρογκες χρεώσεις.
Το κρίσιμο για εμάς είναι ο νομικός έλεγχος τόσο της ένταξης της
ρήτρας αναπροσαρμογής στη σύμβαση, όσο και του κύρους του
περιεχομένου της. Και τούτο υπό την έποψη των πλειόνων διατάξεων εθνικού και ενωσιακού δικαίου που διεκδικούν επάλληλη εφαρμογή, ήτοι των ειδικών διατάξεων του Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας (με έμφαση στις ειδικές διατάξεις για τους λεγόμενους «Μικρούς Πελάτες», δηλ. τους Οικιακούς και τους Μη Οικιακούς με παροχή χαμηλής τάσης), του δικαίου προστασίας του καταναλωτή, του Αστικού Κώδικα, αλλά και του δικαίου του ανταγωνισμού.
Θα περιοριστώ εδώ κατ’ ανάγκη σε επιγραμματική αναφορά ορισμένων
ζητημάτων που τίθενται, περισσότερο ως έναυσμα προβληματισμού,
ώστε να δοθεί η δυνατότητα τους εισηγητές να αναφερθούν εκτενώς
και με εμβρίθεια στη συνέχεια.
Κατ’ αρχάς, ο Κώδικας Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας προβλέπει ότι η αναπροσαρμογή των Χρεώσεων Προμήθειας μπορεί να λαμβάνει χώρα μόνο με βάση «σαφή, εύλογα και διαφανή κριτήρια» (άρθρο 28 παρ. 2γ ΚΠΗΕ).
κατά το μάλλον ή ήττον γνωστές παραμέτρους. Ο πόλεμος στην
Ουκρανία και τα ρωσικά αντίμετρα απέναντι στη διεθνή κοινότητα,
οδήγησαν σε μια άνευ προηγουμένου έκρηξη των τιμών φυσικού
αερίου, που συμπαρέσυρε τις τιμές ηλεκτρικού ρεύματος. Έγινε
ευρύτερα γνωστό κάτι που δεν είχαμε μέχρι τούδε συνειδητοποιήσει:
ότι η χονδρική τιμή πώλησης ηλεκτρικού ρεύματος συναρτάται με τη μέγιστη τιμή παραγωγής, ασχέτως πηγής (φυσικό αέριο, λιγνίτης,
ανανεώσιμες πηγές κοκ). Έτσι, η εκθετική αύξηση των τιμών αερίου
συμπαρέσυρε τη χονδρική τιμή ηλεκτρικού ρεύματος, γεννώντας
υπερκέρδη για τους παραγωγούς και μεταπωλητές ηλεκτρικής
ενέργειας. Οι αυξήσεις αυτές μετακυλήθηκαν στους καταναλωτές μέσω των «ρητρών αναπροσαρμογής», οι οποίες είτε υπήρχαν εξ αρχής στις οικείες συμβάσεις προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, είτε
παρεισήχθησαν εκ των υστέρων, κατά κανόνα με μη εμφανείς τρόπους (με μικρή γραμματοσειρά στο οπισθόφυλλο των λογαριασμών και με κρυπτικό περιεχόμενο, με παραπομπές σε άγνωστα στο καταναλωτικό κοινό κανονιστικά κείμενα). Ως αποτέλεσμα της μεθόδευσης αυτής, οι καταναλωτές βρέθηκαν αντιμέτωποι με υπέρογκες χρεώσεις.
Το κρίσιμο για εμάς είναι ο νομικός έλεγχος τόσο της ένταξης της
ρήτρας αναπροσαρμογής στη σύμβαση, όσο και του κύρους του
περιεχομένου της. Και τούτο υπό την έποψη των πλειόνων διατάξεων εθνικού και ενωσιακού δικαίου που διεκδικούν επάλληλη εφαρμογή, ήτοι των ειδικών διατάξεων του Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας (με έμφαση στις ειδικές διατάξεις για τους λεγόμενους «Μικρούς Πελάτες», δηλ. τους Οικιακούς και τους Μη Οικιακούς με παροχή χαμηλής τάσης), του δικαίου προστασίας του καταναλωτή, του Αστικού Κώδικα, αλλά και του δικαίου του ανταγωνισμού.
Θα περιοριστώ εδώ κατ’ ανάγκη σε επιγραμματική αναφορά ορισμένων
ζητημάτων που τίθενται, περισσότερο ως έναυσμα προβληματισμού,
ώστε να δοθεί η δυνατότητα τους εισηγητές να αναφερθούν εκτενώς
και με εμβρίθεια στη συνέχεια.
Κατ’ αρχάς, ο Κώδικας Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας προβλέπει ότι η αναπροσαρμογή των Χρεώσεων Προμήθειας μπορεί να λαμβάνει χώρα μόνο με βάση «σαφή, εύλογα και διαφανή κριτήρια» (άρθρο 28 παρ. 2γ ΚΠΗΕ).
Επιπλέον, οποιοσδήποτε μηχανισμός αναπροσαρμογής
των τιμολογίων πρέπει να είναι: α) διαφανής, με σαφώς ορισμένο
τρόπο ενεργοποίησης και υπολογισμού, και γνωστός στον Πελάτη εκ των προτέρων, β) να κατατείνει στην αποφυγή υπερβολικής
μεταβλητότητας ως προς το ύψος της κατανάλωσης, γ) να προσφέρει, κατά το δυνατόν, επαρκείς επιλογές ως προς τη δυνατότητα διαχείρισης του κινδύνου διαχρονικής διακύμανσης των τιμών, και δ) να αποτελεί μέρος της Σύμβασης Προμήθειας» (άρθρο 1 στ’ Παραρτήματος ΙΙ ΚΠΗΕ).
Αξιοσημείωτο, δε, και οπωσδήποτε αντιφατικό με την υποχρέωση
προηγούμενης ενημέρωσης του πελάτη (που όπως θα δούμε
θεμελιώνεται και στο δίκαιο της ΕΕ), είναι το άρθρο 30 παρ. 2 του
Κώδικα, το οποίο, παρότι επιβάλλει ελάχιστη προθεσμία εξήντα (60) ημερών για τη μονομερή τροποποίηση των όρων της σύμβασης
προμήθειας από τον Προμηθευτή όσον αφορά στους Μικρούς Πελάτες, περιέχει εξαίρεση ειδικά για την περίπτωση που η τροποποίηση αφορά στις χρεώσεις προμήθειας, η οποία «δύναται να λαμβάνει χώρα με τον πρώτο λογαριασμό κατανάλωσης που ακολουθεί την τροποποίηση» (!).
Με βάση τις παραπάνω ειδικές διατάξεις, εγείρονται σοβαρά
ερωτηματικά σχετικά με το εάν οι επίμαχες, εφαρμοσθείσες ρήτρες
αναπροσαρμογής:
- είναι αρκούντως διαφανείς, με δεδομένο ότι ουδόλως
προσδιορίζουν το συγκεκριμένο μηχανισμό αναπροσαρμογής
κατά τρόπο αντιληπτό στον μη ειδικό πελάτη – καταναλωτή·
- κατέστησαν επαρκώς γνωστές στον πελάτη, ιδίως με δεδομένο
ότι παρεισήχθησαν με τρόπο που ήταν καταφανώς σχεδιασμένος
για να μη γίνει αντιληπτός (μικρή γραμματοσειρά σε μη εμφανές σημείο του λογαριασμού με περιεχόμενο δύσκολα αντιληπτό
στον μη ειδικό)·
- περιορίζουν τη μεταβλητότητα ως προς το ύψος του
λογαριασμού, με δεδομένο ότι εκ του αποτελέσματος
καταλήγουν σε αυξήσεις υπερπολλαπλάσιες του συνόλου της
μέχρι τούδε κατανάλωσης.
- Προσφέρουν επαρκείς επιλογές ως προς τη δυνατότητα
διαχείρισης του κινδύνου διαχρονικής διακύμανσης των τιμών,
με δεδομένο ότι στην πράξη ουδέν δικαίωμα επιλογής
παρέχουν.
Σε ό,τι αφορά το δίκαιο των ΓΟΣ, τίθεται εν πρώτοις το ερώτημα, εάν η ρήτρα αναπροσαρμογής συνιστά essentialium ή accidentalium negotii.
Εάν πρόκειται για όρο που εμπίπτει στα «essentialia negotii» της
σύμβασης, αφορά δηλ. στη βασική σχέση παροχής και αντιπαροχής, ο δικαστικός έλεγχος περιορίζεται σε έλεγχο διαφάνειας (ήτοι, υπόκειται
μόνο στους περιορισμούς της άρθρου 2 παρ. 2 ν. 2251/94 και του
άρθρου 4 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ). Εάν, όμως, πρόκειται για όρο που εμπίπτει στα accidentalia negotii της σύμβασης, ο δικαστικός
έλεγχος του είναι πλήρης χωρίς περιορισμούς, δηλαδή, αφορά και τη
διαφάνεια και την καταχρηστικότητα του περιεχομένου του (κατ’
άρθρο 2 παρ. 6, 7 ν. 2251/94). Φρονώ ότι μπορούμε να υπερβούμε το πρώτο αυτό οιονεί εμπόδιο στον έλεγχο των ρητρών αναπροσαρμογής,
καθώς αφορούν όχι την ίδια την αντιπαροχή, αλλά μία παράμετρο
διαχρονικής μεταβολής της, με συνέπεια να μην αποτελούν
essentialium. Η προσέγγιση αυτή επιτρέπει τον πλήρη δικαστικό έλεγχο του περιεχομένου της ρήτρας. Υπό το πρίσμα αυτό, οι ρήτρες
αναπροσαρμογής ελέγχονται, ως προς την παραβίαση των κάτωθι
απαγορεύσεων:
- Αν επιφυλάσσουν στον προμηθευτή το δικαίωμα μονομερούς
τροποποίησης ή λύσης της σύμβασης χωρίς ορισμένο, ειδικό και
σπουδαίο λόγο, ο οποίος να αναφέρεται στη σύμβαση (άρθρο 2
παρ. 7 ιε’ ν. 2251/1994)
- Αν χωρίς σπουδαίο λόγο αφήνουν το τίμημα αόριστο και δεν
επιτρέπουν τον προσδιορισμό του με κριτήρια ειδικά
καθορισμένα στη σύμβαση και εύλογα για τον καταναλωτή
(άρθρο 2 παρ. 7 ιε’ ν. 2251/1994)
- Αν σε κάθε περίπτωση, έχουν ως αποτέλεσμα τη σημαντική
διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων
των συμβαλλομένων σε βάρος του καταναλωτή (άρθρο 2 παρ. 6
ν. 2251/1994).
Φανερό είναι ότι εάν οι ρήτρες επιτρέπουν την αυθαίρετη μεταβολή της χρέωσης από τον προμηθευτή καθίστανται eo ipso άκυρες. Στο ίδιο συμπέρασμα -αν και με την ανάγκη πρόσθετης τεκμηρίωσης-
καταλήγουμε και στην περίπτωση που μετακυλίουν στον καταναλωτή επιβαρύνσεις που εμπίπτουν στον επιχειρηματικό κίνδυνο του προμηθευτή.
Τα ζητήματα αυτά έχουν απασχολήσει τη νομολογία του ΔΕΕ, από την οποία μπορούμε να αρυσθούμε κρίσιμα επιχειρήματα. Στην υπόθεση Almelo (ΔΕΚ απόφαση της 27.4.1994, υπόθεση C-393/92, Δήμος του Almelo και λοιποί κατά NV Energiebedrijf Ijsselmij, σκέψη 48) κρίθηκε ότι «μια τέτοια επιχείρηση (ενν. εφοδιασμού με ηλεκτρικό ρεύμα) οφείλει να εξασφαλίζει την αδιάκοπη παροχή ηλεκτρικού ρεύματος επί του συνόλου του εδάφους ευθύνης της, σε όλους τους καταναλωτές, τοπικούς διανομείς ή τελικούς χρήστες, στις ποσότητες που ζητούνται
ανά πάσα στιγμή, με ομοιόμορφα τιμολόγια και υπό συνθήκες που δεν μπορούν να μεταβάλλονται παρά μόνο σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια εφαρμοζόμενα σε όλους τους πελάτες». Περαιτέρω, με τις αποφάσεις Schulz και Egbringhoff έχει γίνει δεκτό ότι οι πελάτες, πέρα από το δικαίωμά τους να καταγγέλλουν τη σύμβαση εφοδιασμού, θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να προσβάλλουν τις αναπροσαρμογές των
τιμών για την παροχή της ενέργειας ή του αερίου (απόφαση ΔΕΕ, της 23.10.2014, C-359/11 και C-400/11, Alexandra Schulz κατά Technische Werke Schussental GmbH und Co. KG και Josef Egbringhoff κατά Stadtwerke Ahaus GmbH σκέψη 46). Για να μπορούν να ασκούν πλήρως και ουσιαστικά τα δικαιώματα αυτά και να αποφασίζουν με πλήρη επίγνωση κατά πόσον θα καταγγείλουν τη σύμβαση ή θα προσβάλουν την αναπροσαρμογή της τιμής για την παροχή της ενέργειας, θα πρέπει να ενημερώνονται εγκαίρως, πριν από την εφαρμογή της αναπροσαρμογής, σχετικά με τους λόγους, τους όρους και την έκταση της αναπροσαρμογής αυτής (απόφαση ΔΕΕ, της 23.10.2014, C-359/11 και C-400/11, σκ. 47). Κατά συνέπεια, εθνική ρύθμιση, όπως η προαναφερθείσα διάταξη του άρθρ. 30 παρ. 2 ΚΠΗΕ που επιτρέπει την ενημέρωση «με τον πρώτο λογαριασμό κατανάλωσης που ακολουθεί την τροποποίηση», δεν διασφαλίζει ότι θα πραγματοποιείται έγκαιρα η
ενημέρωση των οικιακών πελατών και για το λόγο αυτό δεν
ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις που θέτει το ενωσιακό δίκαιο (ήτοι, οι Οδηγίες 2003/54 και 2003/55· βλ. απόφαση ΔΕΕ, της 23.10.2014, C- 359/11 και C-400/11, σκ. 48). Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, εάν η αναπροσαρμογή δεν είναι επαρκώς δικαιολογημένη, ο πελάτης - καταναλωτής, εφόσον δικαιωθεί, έχει το δικαίωμα να αξιώσει να συνεχιστεί η σύμβαση με την αρχική χρέωση (προ της
αναπροσαρμογής).
Εξεταστέα, περαιτέρω, τυγχάνει η συμπληρωματική εφαρμογή των
διατάξεων του ΑΚ, ιδίως της ΑΚ 281, που απαγορεύει την καταχρηστική άσκηση δικαιώματος (εν προκειμένω του διαπλαστικού δικαιώματος
μονομερούς αναπροσαρμογής των χρεώσεων), αλλά και της ΑΚ 371, που επιβάλλει, εν αμφιβολία, τον προσδιορισμό της παροχής κατά δίκαιη κρίση, εφόσον ανατέθηκε σε έναν από τους συμβαλλομένους ή σε τρίτον.
Τέλος, τα ειδικά χαρακτηριστικά της αγοράς ενέργειας, με φέροντα
στοιχεία τη δεσπόζουσα θέση της ΔΕΗ και το ολιγοπώλιο των
προμηθευτών, καθιστά επιβεβλημένη την εξέταση της τυχόν
κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης, αλλά και ενδεχόμενων
εναρμονισμένων πρακτικών, που απαγορεύονται τόσο κατά το εθνικό, όσο και κατά το ενωσιακό δίκαιο (βλ. ν. 3959/2011, 4886/2022).
Δεν θέλω να σας κουράσω με την περαιτέρω ανάλυση ενός θέματος,
για το οποίο θα μπορούσε κανείς να συνεχίσει επί μακρόν, καθώς
τέμνει την ύλη πλειόνων δικαιικών κλάδων, με θέματα στα οποία δεν έχουν δοθεί οριστικές απαντήσεις, ούτε υπάρχει παγιωμένη νομολογία.
Περιμένω και εγώ να ακούσω τις εισηγήσεις των συναδέλφων, μέσα
από τις οποίες φιλοδοξούμε να διαμορφώσουμε στέρεη νομική
επιχειρηματολογία, που θα αποτελέσει το εφαλτήριο των ένδικων
ενεργειών μας.
Σας ευχαριστώ θερμά.
των τιμολογίων πρέπει να είναι: α) διαφανής, με σαφώς ορισμένο
τρόπο ενεργοποίησης και υπολογισμού, και γνωστός στον Πελάτη εκ των προτέρων, β) να κατατείνει στην αποφυγή υπερβολικής
μεταβλητότητας ως προς το ύψος της κατανάλωσης, γ) να προσφέρει, κατά το δυνατόν, επαρκείς επιλογές ως προς τη δυνατότητα διαχείρισης του κινδύνου διαχρονικής διακύμανσης των τιμών, και δ) να αποτελεί μέρος της Σύμβασης Προμήθειας» (άρθρο 1 στ’ Παραρτήματος ΙΙ ΚΠΗΕ).
Αξιοσημείωτο, δε, και οπωσδήποτε αντιφατικό με την υποχρέωση
προηγούμενης ενημέρωσης του πελάτη (που όπως θα δούμε
θεμελιώνεται και στο δίκαιο της ΕΕ), είναι το άρθρο 30 παρ. 2 του
Κώδικα, το οποίο, παρότι επιβάλλει ελάχιστη προθεσμία εξήντα (60) ημερών για τη μονομερή τροποποίηση των όρων της σύμβασης
προμήθειας από τον Προμηθευτή όσον αφορά στους Μικρούς Πελάτες, περιέχει εξαίρεση ειδικά για την περίπτωση που η τροποποίηση αφορά στις χρεώσεις προμήθειας, η οποία «δύναται να λαμβάνει χώρα με τον πρώτο λογαριασμό κατανάλωσης που ακολουθεί την τροποποίηση» (!).
Με βάση τις παραπάνω ειδικές διατάξεις, εγείρονται σοβαρά
ερωτηματικά σχετικά με το εάν οι επίμαχες, εφαρμοσθείσες ρήτρες
αναπροσαρμογής:
- είναι αρκούντως διαφανείς, με δεδομένο ότι ουδόλως
προσδιορίζουν το συγκεκριμένο μηχανισμό αναπροσαρμογής
κατά τρόπο αντιληπτό στον μη ειδικό πελάτη – καταναλωτή·
- κατέστησαν επαρκώς γνωστές στον πελάτη, ιδίως με δεδομένο
ότι παρεισήχθησαν με τρόπο που ήταν καταφανώς σχεδιασμένος
για να μη γίνει αντιληπτός (μικρή γραμματοσειρά σε μη εμφανές σημείο του λογαριασμού με περιεχόμενο δύσκολα αντιληπτό
στον μη ειδικό)·
- περιορίζουν τη μεταβλητότητα ως προς το ύψος του
λογαριασμού, με δεδομένο ότι εκ του αποτελέσματος
καταλήγουν σε αυξήσεις υπερπολλαπλάσιες του συνόλου της
μέχρι τούδε κατανάλωσης.
- Προσφέρουν επαρκείς επιλογές ως προς τη δυνατότητα
διαχείρισης του κινδύνου διαχρονικής διακύμανσης των τιμών,
με δεδομένο ότι στην πράξη ουδέν δικαίωμα επιλογής
παρέχουν.
Σε ό,τι αφορά το δίκαιο των ΓΟΣ, τίθεται εν πρώτοις το ερώτημα, εάν η ρήτρα αναπροσαρμογής συνιστά essentialium ή accidentalium negotii.
Εάν πρόκειται για όρο που εμπίπτει στα «essentialia negotii» της
σύμβασης, αφορά δηλ. στη βασική σχέση παροχής και αντιπαροχής, ο δικαστικός έλεγχος περιορίζεται σε έλεγχο διαφάνειας (ήτοι, υπόκειται
μόνο στους περιορισμούς της άρθρου 2 παρ. 2 ν. 2251/94 και του
άρθρου 4 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ). Εάν, όμως, πρόκειται για όρο που εμπίπτει στα accidentalia negotii της σύμβασης, ο δικαστικός
έλεγχος του είναι πλήρης χωρίς περιορισμούς, δηλαδή, αφορά και τη
διαφάνεια και την καταχρηστικότητα του περιεχομένου του (κατ’
άρθρο 2 παρ. 6, 7 ν. 2251/94). Φρονώ ότι μπορούμε να υπερβούμε το πρώτο αυτό οιονεί εμπόδιο στον έλεγχο των ρητρών αναπροσαρμογής,
καθώς αφορούν όχι την ίδια την αντιπαροχή, αλλά μία παράμετρο
διαχρονικής μεταβολής της, με συνέπεια να μην αποτελούν
essentialium. Η προσέγγιση αυτή επιτρέπει τον πλήρη δικαστικό έλεγχο του περιεχομένου της ρήτρας. Υπό το πρίσμα αυτό, οι ρήτρες
αναπροσαρμογής ελέγχονται, ως προς την παραβίαση των κάτωθι
απαγορεύσεων:
- Αν επιφυλάσσουν στον προμηθευτή το δικαίωμα μονομερούς
τροποποίησης ή λύσης της σύμβασης χωρίς ορισμένο, ειδικό και
σπουδαίο λόγο, ο οποίος να αναφέρεται στη σύμβαση (άρθρο 2
παρ. 7 ιε’ ν. 2251/1994)
- Αν χωρίς σπουδαίο λόγο αφήνουν το τίμημα αόριστο και δεν
επιτρέπουν τον προσδιορισμό του με κριτήρια ειδικά
καθορισμένα στη σύμβαση και εύλογα για τον καταναλωτή
(άρθρο 2 παρ. 7 ιε’ ν. 2251/1994)
- Αν σε κάθε περίπτωση, έχουν ως αποτέλεσμα τη σημαντική
διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων
των συμβαλλομένων σε βάρος του καταναλωτή (άρθρο 2 παρ. 6
ν. 2251/1994).
Φανερό είναι ότι εάν οι ρήτρες επιτρέπουν την αυθαίρετη μεταβολή της χρέωσης από τον προμηθευτή καθίστανται eo ipso άκυρες. Στο ίδιο συμπέρασμα -αν και με την ανάγκη πρόσθετης τεκμηρίωσης-
καταλήγουμε και στην περίπτωση που μετακυλίουν στον καταναλωτή επιβαρύνσεις που εμπίπτουν στον επιχειρηματικό κίνδυνο του προμηθευτή.
Τα ζητήματα αυτά έχουν απασχολήσει τη νομολογία του ΔΕΕ, από την οποία μπορούμε να αρυσθούμε κρίσιμα επιχειρήματα. Στην υπόθεση Almelo (ΔΕΚ απόφαση της 27.4.1994, υπόθεση C-393/92, Δήμος του Almelo και λοιποί κατά NV Energiebedrijf Ijsselmij, σκέψη 48) κρίθηκε ότι «μια τέτοια επιχείρηση (ενν. εφοδιασμού με ηλεκτρικό ρεύμα) οφείλει να εξασφαλίζει την αδιάκοπη παροχή ηλεκτρικού ρεύματος επί του συνόλου του εδάφους ευθύνης της, σε όλους τους καταναλωτές, τοπικούς διανομείς ή τελικούς χρήστες, στις ποσότητες που ζητούνται
ανά πάσα στιγμή, με ομοιόμορφα τιμολόγια και υπό συνθήκες που δεν μπορούν να μεταβάλλονται παρά μόνο σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια εφαρμοζόμενα σε όλους τους πελάτες». Περαιτέρω, με τις αποφάσεις Schulz και Egbringhoff έχει γίνει δεκτό ότι οι πελάτες, πέρα από το δικαίωμά τους να καταγγέλλουν τη σύμβαση εφοδιασμού, θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να προσβάλλουν τις αναπροσαρμογές των
τιμών για την παροχή της ενέργειας ή του αερίου (απόφαση ΔΕΕ, της 23.10.2014, C-359/11 και C-400/11, Alexandra Schulz κατά Technische Werke Schussental GmbH und Co. KG και Josef Egbringhoff κατά Stadtwerke Ahaus GmbH σκέψη 46). Για να μπορούν να ασκούν πλήρως και ουσιαστικά τα δικαιώματα αυτά και να αποφασίζουν με πλήρη επίγνωση κατά πόσον θα καταγγείλουν τη σύμβαση ή θα προσβάλουν την αναπροσαρμογή της τιμής για την παροχή της ενέργειας, θα πρέπει να ενημερώνονται εγκαίρως, πριν από την εφαρμογή της αναπροσαρμογής, σχετικά με τους λόγους, τους όρους και την έκταση της αναπροσαρμογής αυτής (απόφαση ΔΕΕ, της 23.10.2014, C-359/11 και C-400/11, σκ. 47). Κατά συνέπεια, εθνική ρύθμιση, όπως η προαναφερθείσα διάταξη του άρθρ. 30 παρ. 2 ΚΠΗΕ που επιτρέπει την ενημέρωση «με τον πρώτο λογαριασμό κατανάλωσης που ακολουθεί την τροποποίηση», δεν διασφαλίζει ότι θα πραγματοποιείται έγκαιρα η
ενημέρωση των οικιακών πελατών και για το λόγο αυτό δεν
ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις που θέτει το ενωσιακό δίκαιο (ήτοι, οι Οδηγίες 2003/54 και 2003/55· βλ. απόφαση ΔΕΕ, της 23.10.2014, C- 359/11 και C-400/11, σκ. 48). Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, εάν η αναπροσαρμογή δεν είναι επαρκώς δικαιολογημένη, ο πελάτης - καταναλωτής, εφόσον δικαιωθεί, έχει το δικαίωμα να αξιώσει να συνεχιστεί η σύμβαση με την αρχική χρέωση (προ της
αναπροσαρμογής).
Εξεταστέα, περαιτέρω, τυγχάνει η συμπληρωματική εφαρμογή των
διατάξεων του ΑΚ, ιδίως της ΑΚ 281, που απαγορεύει την καταχρηστική άσκηση δικαιώματος (εν προκειμένω του διαπλαστικού δικαιώματος
μονομερούς αναπροσαρμογής των χρεώσεων), αλλά και της ΑΚ 371, που επιβάλλει, εν αμφιβολία, τον προσδιορισμό της παροχής κατά δίκαιη κρίση, εφόσον ανατέθηκε σε έναν από τους συμβαλλομένους ή σε τρίτον.
Τέλος, τα ειδικά χαρακτηριστικά της αγοράς ενέργειας, με φέροντα
στοιχεία τη δεσπόζουσα θέση της ΔΕΗ και το ολιγοπώλιο των
προμηθευτών, καθιστά επιβεβλημένη την εξέταση της τυχόν
κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης, αλλά και ενδεχόμενων
εναρμονισμένων πρακτικών, που απαγορεύονται τόσο κατά το εθνικό, όσο και κατά το ενωσιακό δίκαιο (βλ. ν. 3959/2011, 4886/2022).
Δεν θέλω να σας κουράσω με την περαιτέρω ανάλυση ενός θέματος,
για το οποίο θα μπορούσε κανείς να συνεχίσει επί μακρόν, καθώς
τέμνει την ύλη πλειόνων δικαιικών κλάδων, με θέματα στα οποία δεν έχουν δοθεί οριστικές απαντήσεις, ούτε υπάρχει παγιωμένη νομολογία.
Περιμένω και εγώ να ακούσω τις εισηγήσεις των συναδέλφων, μέσα
από τις οποίες φιλοδοξούμε να διαμορφώσουμε στέρεη νομική
επιχειρηματολογία, που θα αποτελέσει το εφαλτήριο των ένδικων
ενεργειών μας.
Σας ευχαριστώ θερμά.
Ι. Αναφορικά με την ισχύ ή μη των νεοεισαγόμενων ρητρών αναπροσαρμογής σε συμβάσεις
προμήθειας Η/Ε, ένα πρώτο ζήτημα ανακύπτει από το γεγονός ότι η διατύπωση και τα κριτήρια
της ρήτρας που υιοθέτησαν από το 2021 όλοι σχεδόν οι προμηθευτές Η/Ε έχουν υποδειχθεί ρητά
με την με αρ. 409/2020 απόφαση της ανεξάρτητης Ρυθμιστικής Αρχής που είναι αρμόδια για τη
λειτουργία της ενεργειακής αγοράς στη χώρα μας. Ανακύπτει λοιπόν το ερώτημα, αν μια τέτοια
ρήτρα συμμόρφωσης σε υποδείξεις της αρμόδιας εποπτικής Αρχής εξακολουθεί να εμπίπτει στο
πεδίο εφαρμογής των ελέγχων ένταξης, ερμηνείας και κύρους των ΓΟΣ κατ’ άρθρο 2 ν. 2251/1994. Η
απάντηση στο ερώτημα πρέπει να είναι καταφατική, με βάση και τη νομολογία για το αντίστοιχο
ζήτημα του ελέγχου των τραπεζικών ΓΟΣ που έχουν διατυπωθεί με υποδείξεις της ΤτΕ, που είναι
αρμόδια για την εποπτεία του τραπεζικού συστήματος. Επ’ αυτού ο Άρειος Πάγος έχει κρίνει ότι «το
γεγονός ότι (ένας τραπεζικός ΓΟΣ) είναι σύμφωνος με απόφαση της ΤτΕ δεν συνεπάγεται τον μη
έλεγχό του για καταχρηστικότητα με βάση τον ν. 2251/1994. (Και τούτο, διότι) η ΤτΕ έχει
αρμοδιότητα εποπτείας στη διαφάνεια των όρων και ασφαλώς δεν έχει αρμοδιότητα για έλεγχο
της καταχρηστικότητάς τους. Αντιθέτως το άρθρο 2 ν. 2251/1994 αφορά τον ουσιαστικό έλεγχο του
περιεχομένου των όρων (και) ειδικότερα κατά πόσον αυτό αποδίδει μια δίκαιη ρύθμιση. (Η) δε
επιταγή της διαφάνειας που εμπεριέχεται στο άρθρο 2 είναι ευρύτερη των υποχρεώσεων
ενημέρωσης που καθιερώνει η ΤτΕ, καθώς, πέρα από τον έλεγχο της σαφήνειας περιλαμβάνει και
τον έλεγχο της αιτίας κάθε επιβάρυνσης» (ΑΠ 2123/2009).
Το σκεπτικό αυτό μπορεί να μεταφερθεί αυτούσιο και στο ζήτημα του ελέγχου των ρητρών
αναπροσαρμογής του τιμήματος της Η/Ε. Και τούτο, διότι οι νομοθετικές εξουσιοδοτήσεις που
περιλαμβάνονται στον ιδρυτικό νόμο της ΡΑΕ και στους ν. για τον ΚΠΗ/Ε δεν προβλέπουν ούτε
ανάθεση του ελέγχου καταχρηστικότητας στη ΡΑΕ, αλλά ούτε και κατίσχυση των αποφάσεών
της έναντι των ρυθμίσεων του ΑΚ και του άρθρου 2 ν. 2251/1994. Εξάλλου, όπως οι αιτιολ.
εκθέσεις των σχετικών νομοθετημάτων συνομολογούν, η αποτύπωση των ΓΟΣ σε αυτά στοχεύει
στην προστασία των καταναλωτών από υπερβολικές επιβαρύνσεις, άρα δεν θα ήταν και
τελολογικά δυνατό να οδηγεί σε αποκλεισμό του κατ’ εξοχήν προστατευτικού γι’ αυτούς
νομοθετήματος. Χαρακτηριστική στο σημείο αυτό είναι η αντίστοιχη θέση που πήρε η νομολογία
για τους ΓΟΣ των ασφαλιστηρίων ζωής, δεχόμενη ότι «η τυχόν έγκρισή τους από τη Διοίκηση δεν
επηρεάζει τον συμβατικό τους χαρακτήρα και δεν αποκλείει τη δυνατότητα ελέγχου τους από τη
Δικαιοσύνη» (ΠΠρΑθ 3229/1996).
ΙΙ. Αφού καταφάσκεται λοιπόν η δυνατότητα ελέγχου των ρητρών αναπροσαρμογής και στην
προκείμενη περίπτωση, το πρώτο στάδιο ελέγχου που θα κληθεί σε εφαρμογή είναι αυτό της
ενσωμάτωσής τους ή μη στη σύμβαση προμήθειας Η/Ε. Στο στάδιο αυτό θα αναφερθούν επόμενοι
ομιλητές, ενώ εγώ ακολούθως θα αναφερθώ μόνο στις περιπτώσεις εκείνες που δεν θα καταστεί
δυνατό να αντιμετωπιστούν με τον τρόπο αυτό, δηλαδή εκεί όπου η ρήτρα αναπροσαρμογής θα έχει
πράγματι ενσωματωθεί στη σύμβαση προμήθειας Η/Ε, άρα θα πρέπει να υποβληθεί σε έλεγχο
κύρους.
ΙΙΙ. Για το τελικό αυτό στάδιο ελέγχου κρίσιμη είναι, πάλι, η διάχυτη σε διατάξεις του άρθρου 2 §7
αρχή της διαφάνειας των όρων, η οποία κατά τη νομολογία καταλαμβάνει όχι μόνο τη σαφήνεια,
αλλά και το κατανοητό και προβλέψιμο για τον καταναλωτή περιεχόμενό τους. Ειδικότερα, η
ρύθμιση του εδ. ια΄ θέτει ως προϋπόθεση κύρους της ρήτρας αναπροσαρμογής τον καθορισμό
κριτηρίων όχι μόνο ειδικών αλλά και εύλογων για τον καταναλωτή αναφορικά με τον τρόπο του
υπολογισμού της. Ως «εύλογο» δε κριτήριο επί συμβάσεων διαρκείας, αυτό δηλαδή που
ανταποκρίνεται στις «δικαιολογημένες προσδοκίες» του καταναλωτή, έχει κριθεί από τη νομολογία
ότι είναι η πραγματική μέση μεταβολή κόστους του προμηθευτή, όπως λ.χ. για τις καταναλωτικές
πιστώσεις ο δείκτης μεταβολής επιτοκίου διατραπεζικού δανεισμού Euribor (ΑΠ 652/2010) ή για τις
ασφαλίσεις υγείας ο Υποδείκτης που καταγράφει τη μεταβολή κόστους των υπηρεσιών υγείας στον
Γενικό Δείκτη Τιμών της Εθνικής Στατιστικής Αρχής (ΕφΑθ 4108/2012). Το δε πρότυπο
καταναλωτή με βάση το οποίο θα κριθεί αν αυτός όφειλε να κατανοεί επαρκώς τον τρόπο
υπολογισμού της επίμαχης ρήτρας και να προβλέπει τις ενδεχόμενες σε βάρος του επιπτώσεις, δεν
είναι το καθαρά δεοντολογικό πρότυπο του homo oeconomicus, δηλαδή του «ώριμου καταναλωτή»
που μελετά λεπτομερώς τα συμβατικά κείμενα και υπολογίζει διεξοδικά παραμέτρους και κόστη,
αλλά, όπως παγίως δέχεται η νομολογία του Ακυρωτικού, «το ενδιάμεσο πρότυπο του συνήθως
απρόσεκτου ως προς την ενημέρωσή του αλλά διαθέτοντος τη μέση αντίληψη κατά τον σχηματισμό
της δικαιοπρακτικής του απόφασης» (ΟλΑΠ 15/2007).
Έναντι αυτών τι κάνει η 409/2020 απόφαση της ΡΑΕ που καθιέρωσε την επίμαχη ρήτρα; Ενώ εκκινεί
με τη διακήρυξη ότι «οι γενικοί όροι προμήθειας Η/Ε πρέπει να είναι (και) δίκαιοι και διαφανείς»,
στη συνέχεια, υπό την επήρεια της διαπίστωσης παραπόνων για τις διαφορετικές μεθόδους
υπολογισμού που χρησιμοποιούσαν οι διάφοροι προμηθευτές, εστιάζει αποκλειστικά στη
«διευκόλυνση της συγκρισιμότητας των προσφορών» μέσω της «τυποποίησης και
απλοποίησης» των ρητρών αναπροσαρμογής. Για τον σκοπό αυτό συνιστά την υιοθέτηση ενός
συγκεκριμένου μαθηματικού τύπου στη βάση της μεταβολής ενός και μόνο μεγέθους. Με τη
επερχόμενη έτσι βελτίωση της συγκρισιμότητας μπορεί μεν να γίνεται κάποιο βήμα προς
εξομάλυνση της λειτουργίας του ελεύθερου ανταγωνισμού στην αγορά ενέργειας, απομένουν όμως
ακάλυπτα δύο τουλάχιστον ζητήματα που, κατά τη γνώμη μου, μπορούν να προσδώσουν
καταχρηστικό χαρακτήρα στην επίμαχη ρήτρα:
1) Ανακύπτει ζήτημα διαφάνειας ως προς το κατανοητό της ρήτρας. Και τούτο, διότι αυτή αφενός
μεν περιέχει έναν σύνθετο μαθηματικό τύπο, δυσνόητο ακόμη και για τον homo oeconomicus,
πόσο δε μάλλον για τον «συνήθως απρόσεκτο» μέσο καταναλωτή, αφετέρου δε αναφέρεται σε
ένα μέγεθος, το x, που συνιστά τον «αριθμητικό μέσο όρο της τιμής εκκαθάρισης» ενός σκέλους της
αγοράς Η/Ε που ονομάζεται «Προ-ημερήσια Αγορά του προηγούμενου μήνα», ενός δείκτη δηλαδή
που ο μη εξειδικευμένος στην Αγορά Ενέργειας είναι αδύνατο να αντιληφθεί τι
αντιπροσωπεύει. Σύμφωνα δε με την απόφαση Telecom του ΔικΕΕ της 26.11.2015, «δεν μπορεί να
γίνεται λόγος για διαφάνεια, όταν ο πελάτης δεν μπορεί να καταλάβει περί τίνος δείκτη πρόκειται».
Βεβαίως η ελληνική νομολογία έχει κρίνει ότι δεν παραβιάζεται η διαφάνεια όταν το οικονομικό
αποτέλεσμα ενός όρου «μπορεί να υπολογισθεί με αριθμητικές πράξεις που αναφέρονται στη
σύμβαση και είναι εύκολες (για τον καταναλωτή), ώστε (αυτός) να γνωρίζει από την κατάρτιση
της σύμβασης το ύψος της (πιθανής) του επιβάρυνσης» (ΟλΑΠ 15/2007). Στην επίμαχη όμως
ρήτρα οι αριθμητικές αυτές πράξεις σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως
«εύκολες για τον μέσο καταναλωτή», ούτε βεβαίως του επιτρέπουν να προβλέπει εξαρχής τη
μελλοντική του επιβάρυνση.
2) Ανακύπτει ζήτημα ισορροπίας δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, δηλαδή ευλόγου του
περιεχομένου του όρου υπό την έννοια της §7 εδ. ια΄ του άρθρου 2 ν. 2251/1994, που
επιβάλλει στον προμηθευτή τον καθορισμό κριτηρίων όχι μόνο ειδικών αλλά και εύλογων για
τον καταναλωτή αναφορικά με τον τρόπο υπολογισμού της αναπροσαρμογής. Το κριτήριο του
Δείκτη Προ-ημερήσιας Αγοράς είναι βεβαίως «ειδικό», αλλά ειδικό θα ήταν ακόμη και αν έλεγε ότι η
τιμολόγηση της Η/Ε θα αναπροσαρμόζεται λ.χ. ανάλογα με την τιμή του χρυσού. Θα ήταν όμως
αυτό και «εύλογο για τον καταναλωτή»; Όπως προείπαμε, «εύλογο για τον καταναλωτή» κριτήριο
αναπροσαρμογής επί συμβάσεων διαρκείας έχει κριθεί από τη νομολογία ότι είναι η πραγματική
μέση μεταβολή κόστους του προμηθευτή, όπως λ.χ. για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης ο
Δείκτης Euribor ή για τις ασφαλίσεις υγείας ο Υποδείκτης «Υγεία» της Εθνικής Στατιστικής Αρχής.
Ανακύπτει λοιπόν το ερώτημα, είναι ο Δείκτης Προ-ημερήσιας Αγοράς πράγματι «εύλογο για τον
καταναλωτή κριτήριο» αναπροσαρμογής, αντικατοπτρίζει δηλαδή την μέση μεταβολή
κόστους του προμηθευτή Η/Ε; Η απάντηση εδώ συναρτάται με την αβεβαιότητα που επικρατεί σε
σχέση με την ποικιλία των -συχνά αμφισβητούμενων- εξειδικευμένων παραμέτρων που
διαμορφώνουν το κόστος της Η/Ε στη χώρα μας. Ακολούθως θα εστιάσω εντελώς ενδεικτικά, σε 1-2
επιχειρήματα που μάλλον τείνουν στο συμπέρασμα ότι ο Δείκτης Προ-ημερήσιας Αγοράς δεν
αποδίδει επαρκώς την πραγματική μέση μεταβολή κόστους του προμηθευτή Η/Ε, άρα δεν μπορεί να
αποτελεί «εύλογο για τον καταναλωτή κριτήριο. Ειδικότερα:
Η «Προ-ημερήσια Αγορά» αποτελεί μόνο μια από τις 4 χρηματιστηριακές αγορές ενέργειας
που τέθηκαν σε λειτουργία τον Νοέ. 2020. Στις 4 αυτές αγορές εκτελούνται συναλλαγές χονδρικής
που αφορούν μεγάλες ποσότητες Η/Ε που πωλούν οι παραγωγοί στο σύστημα, το οποίο εν
συνεχεία τις μεταπωλεί στους επιμέρους προμηθευτές Η/Ε, οι οποίοι με τη σειρά τους τις διαθέτουν
λιανικά στους καταναλωτές. Οι 4 αυτές αγορές είναι: α) Η «Προ-ημερήσια Αγορά», στην οποία
δημοπρατούνται οι προσφορές των παραγωγών για τον ενεργειακό προγραμματισμό της επόμενης
ημέρας. β) Η «Ενδο-ημερήσια Αγορά», στην οποία γίνονται αγορές συμπληρωματικών ποσοτήτων
μέσα στην ίδια ημέρα. γ) Η «Αγορά Εξισορρόπησης», όπου οι παραγωγοί Η/Ε καταθέτουν κατά τη
διάρκεια της ημέρας προσφορές για μεγάλα πακέτα ενέργειας που μπορούν να διαθέσουν άμεσα για
την κάλυψη των ελλειμμάτων που το σύστημα δεν μπόρεσε να καλύψει από την Προ-ημερήσια και
Ενδο-ημερήσια Αγορά. δ) Η «Προθεσμιακή Αγορά», στην οποία συνάπτονται μακροχρόνια
συμβόλαια προμήθειας Η/Ε σε προσυμφωνημένες τιμές. Εδώ ανακύπτουν τα ακόλουθα ζητήματα:
Η Προ-ημερήσια και η Ενδο-ημερήσια αγορά λειτουργούν με μειοδοτικές δημοπρασίες. Αν λοιπόν
ένας από τους -ολιγάριθμους- μεγάλους παραγωγούς Η/Ε (μονάδες φυσικού αερίου) μπεί στον
πειρασμό να προσφέρει στις μειοδοτικές αυτές αγορές πολύ υψηλές τιμές, θα αποκλεισθεί μεν από
τη δημοπρασία εκείνης της ημέρας, πλην όμως είναι εξαιρετικά πιθανό ότι λόγω της αποχώρησής
του δεν θα υπάρξει επάρκεια στο σύστημα εκείνης της ημέρας και τελικά αυτός θα μπορέσει να
διαθέσει, κερδοσκοπώντας, την ίδια ποσότητα μέσω της Αγοράς Εξισορρόπησης, η οποία δεν
έχει μειοδοτικό χαρακτήρα και επιτρέπει πολύ υψηλότερες τιμές διάθεσης προκειμένου να μην
καταρρεύσει το σύστημα, συμπαρασύροντας με τον τρόπο αυτό τη συνολική τιμή. Ο κίνδυνος αυτός
επιτείνεται από το γεγονός ότι οι ολιγάριθμοι αυτοί μεγαλοπαραγωγοί Η/Ε αποτελούν
καθετοποιημένους ομίλους που δραστηριοποιούνται ταυτόχρονα και στη λιανική αγορά, έχοντας
έτσι τη δυνατότητα, ως προμηθευτές μεν να εμφανίζουν οριακά ή καθόλου κέρδη, ως
παραγωγοί όμως να κερδίζουν υπέρμετρα, όπως λ.χ. με την προεκτεθείσα μέθοδο της καταφυγής
στην Αγορά Εξισορρόπησης.
Δυσάρεστα εντυπωσιάζει και η αποφυγή χρησιμοποίησης των τρόπων που το ίδιο το σύστημα
προσφέρει για την αποφυγή ακροτήτων. Ένας τρόπος είναι η αξιοποίηση της Προθεσμιακής
Αγοράς, δηλαδή της δυνατότητας των προμηθευτών να συνάπτουν μακροχρόνια συμβόλαια με τους
παραγωγούς σε προκαθορισμένες τιμές, έτσι ώστε ένα μικρό μόνο ποσοστό της απαιτούμενης
ενέργειας, αυτό που χρειάζεται εκτάκτως και απρόβλεπτα, να περνάει μέσα από το Χρηματιστήριο
Ενέργειας. Αυτό συμβαίνει στις περισσότερες χώρες της ΕΕ, όπου μόνο 10%-20% της ενέργειας
μπαίνει στο σύστημα χρηματιστηριακά, ενώ στη χώρα μας το 100% περνάει από εκεί. Ένας άλλος
τρόπος είναι η σύζευξη των αγορών, δηλαδή η δυνατότητα δύο χωρών να επιτρέπουν σε
ηλεκτροπαραγωγούς της μιας να συμμετέχουν στις δημοπρασίες ενέργειας της άλλης. Η πρακτική
αυτή μπορεί, σε βάθος χρόνου, να επιφέρει και σύζευξη των τιμών, όμως δεν έχει ακόμη
αξιοποιηθεί επαρκώς στη χώρα μας.
Βέβαια όλα τα παραπάνω (Προθεσμιακή Αγορά, σύζευξη κλπ) απαιτούν χρόνο ωρίμανσης. Η
χώρα μας, κυρίως λόγω της οικονομικής κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας, προχώρησε με
μεγάλη καθυστέρηση στην αναμόρφωση της αγοράς Η/Ε και έτσι η «τέλεια καταιγίδα» της
τρέχουσας διεθνούς ενεργειακής κρίσης την βρήκε εντελώς ανώριμη, σε στάδιο εκκίνησης και με
συντελεστές άπειρους στην εφαρμογή των νέων κανόνων, με αποτέλεσμα τη δημιουργία συνθηκών
που ευνοούν τις στρεβλώσεις. Υπό το πρίσμα αυτό, η έντονη αντίδραση των καταναλωτών στις
αδιαφανώς και ανεπιεικώς διαμορφούμενες αυξήσεις των τιμολογίων ενέργειας μόνο θετικά
μπορεί να επιδράσει για την απολύτως αναγκαία πλέον «ταχεία ωρίμανση» της ενεργειακής
αγοράς, ασκώντας δραστική πίεση στους προμηθευτές να αξιοποιήσουν ταχύτερα κάθε
προσφερόμενη διέξοδο.
- Ρήτρα αναπροσαρμογής και επίδραση του ΚωδΠρομ στο
συμβατικό περιεχόμενο από τη σκοπιά του δικαίου των
ΓΟΣ
Ρήτρες αναπροσαρμογής στον ΚωδΠρομ
◊ Άρθρο 11 παρ. 2 του ΚωδΠρομ: «τα Τιμολόγια Προμήθειας διαμορφώνονται και παρουσιάζονται κατά τρόπο πλήρη, αναλυτικό, σαφή και εύκολα κατανοητό,
σύμφωνα με τις Βασικές Αρχές του συνημμένου Παραρτήματος ΙΙ, το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του παρόντος Κώδικα».
◊ Άρθρο 1 του Παραρτήματος II → Βασικές Αρχές Τιμολόγησης:
- «απλότητα και διαφάνεια της πληροφόρησης σχετικά με τις εφαρμοζόμενες χρεώσεις και τις προσφερόμενες υπηρεσίες»
- «Η δομή των τιμολογίων και τα συνιστώντα στοιχεία τους να παρέχουν τη δυνατότητα στους καταναλωτές να αναγνωρίζουν το κόστος που τους προκαλεί κάθε
παρεχόμενη υπηρεσία και να επιτρέπουν τον υπολογισμό των επιμέρους χρεώσεων με ευχέρεια και διαφάνεια. Η απλότητα και η διαφάνεια των χρεώσεων
αποσκοπούν στο να μπορούν οι καταναλωτές να επιλέγουν μεταξύ εναλλακτικών τιμολογίων με διαφορετικά χαρακτηριστικά, έτσι ώστε να καλύπτουν τις ανάγκες
τους με τον πιο οικονομικό τρόπο».
- «Οποιοσδήποτε μηχανισμός αναπροσαρμογής των τιμολογίων πρέπει να είναι: α) διαφανής, με σαφώς ορισμένο τρόπο ενεργοποίησης και υπολογισμού, και
γνωστός στον Πελάτη εκ των προτέρων, β) να κατατείνει στην αποφυγή υπερβολικής μεταβλητότητας ως προς το ύψος της κατανάλωσης, γ) να προσφέρει, κατά
το δυνατόν, επαρκείς επιλογές ως προς τη δυνατότητα διαχείρισης του κινδύνου διαχρονικής διακύμανσης των τιμών, και δ) να αποτελεί μέρος της Σύμβασης
Προμήθειας».
◊ Άρθρο 2 παρ. 5 του Παραρτήματος ΙΙ: «Πρέπει να είναι σαφής η χρονική διάρκεια ισχύος των χρεώσεων που συμφωνείται, π.χ. σταθερές χρεώσεις για ένα (1)
έτος. Ιδίως για συμβάσεις με διάρκεια πάνω από ένα έτος, πρέπει να περιλαμβάνεται διαφανής μεθοδολογία αναπροσαρμογής των χρεώσεων, απλή και
κατανοητή στον Πελάτη».
Μονομερής τροποποίηση της σύμβασης
Άρθρο 30 ΚωδΠρομ
◊ Δυνατή μόνο εφόσον τούτο προβλέπεται «εκ της κείμενης Νομοθεσίας ή έχει ρητώς
συμφωνηθεί στη Σύμβαση»
◊ Ο προμηθευτής υποχρεούται σε ατομική ενημέρωση των πελατών του τουλάχιστον εξήντα
(60) ημέρες πριν την έναρξη ισχύος των τροποποιήσεων
Παρατηρήσεις
→ Η διάταξη δεν έχει την έννοια ότι οι προμηθευτές μπορούν να προβαίνουν σε μονομερή
τροποποίηση της σύμβασης χωρίς να τηρείται το άρθρο 2 Ν.2251/1994 και ιδίως η περ. ε΄ της παρ.
2 και η γενική ρήτρα της παρ. 6
→ Το άρθρο 30 ΚωδΠρομ ρυθμίζει τις τυπικές προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για να
είναι νόμιμη η μονομερής τροποποίηση (το «πώς»)
→ Το άρθρο 2 παρ. 7 περ. ε΄ ρυθμίζει τις ουσιαστικές προϋποθέσεις νομιμότητας της
μονομερούς τροποποίησης (το «γιατί»)
→ Θα ήταν παράλογο ο ΚωδΠρομ να περιλαμβάνει πληθώρα διατάξεων ως προς τη διαφάνεια
και τη μεθοδολογία της αναπροσαρμογής και να αφήνει ανοικτό το τίμημα σε αναπροσαρμογή κατά
το δοκούν (επιχείρημα ad absurdum)
→ → → Ζήτημα σύγκρουσης μεταξύ των δύο διατάξεων δεν τίθεται
Οι εξουσιοδοτικές διατάξεις
Κυρίως άρθρα 51 & 138 Ν.4001/2011
→ Στο επίκεντρο των εξουσιοδοτικών διατάξεων βρίσκεται η εξασφάλιση της προστασίας του
καταναλωτή σε μία αγορά που διαμορφώνεται, επομένως εμφανίζεται εντονότερη η ανάγκη
ρυθμιστικής παρέμβασης για την αποτροπή συμβατικών αυθαιρεσιών από τους προμηθευτές.
→ Είναι σαφές ότι δεν παρέχεται εξουσιοδότηση να περιοριστεί η εφαρμογή του ουσιαστικού
ελέγχου των ΓΟΣ κατά το άρθρο 2 Ν.2251/1994
◊ Άρθρο 46 παρ. : «Με την επιφύλαξη των διατάξεων του ν. 2251/1994 (Α ́191) οι διατάξεις των
Κεφαλαίων Α ́ και Β ́ του παρόντος Δεύτερου Μέρους ρυθμίζουν ειδικότερα τα ζητήματα προστασίας
των Πελατών στον τομέα Προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας και Φυσικού Αερίου”
◊ Αιτιολογική έκθεση: Στις διατάξεις των άρθρων 46 έως 54, μεταξύ άλλων περιλαμβάνονται
«ρυθμίσεις για την προστασία των πελατών στον τομέα της Προμήθειας» και καθορίζονται «τα
δικαιώματα των πελατών και οι υποχρεώσεις των προμηθευτών»
Ο έλεγχος νομιμότητας του ΚωδΠρομ
◊ Οποιαδήποτε απόκλιση του ΚωδΠρομ από
τις απαιτήσεις του Ν.2251/1994 θέτει τις σχετικές
διατάξεις εκτός νομοθετικής εξουσιοδότησης,
ενόψει και της ρητής επιφύλαξης του
εξουσιοδοτικού ν.4001/2011 υπέρ των διατάξεων
του Ν.2251/1994
◊ Κατά συνέπεια, δεν προκύπτει κάποιο ex lege
δικαίωμα των προμηθευτών να τροποποιούν
μονομερώς τη σύμβαση, ούτε οι ΓΟΣ που τους το
επιτρέπουν διαφεύγουν του ελέγχου σύμφωνα με
το άρθρο 2 Ν.2251/1994
Ο έλεγχος καταχρηστικότητας των ΓΟΣ που
συμμορφώνονται με τον ΚωδΠρομ
◊ Απολύτως κρατούσα άποψη σε θεωρία και νομολογία → Οι όροι που έχουν εγκριθεί ή είναι
σύμφωνοι με κανονιστικές διατάξεις της Διοίκησης υπάγονται στον έλεγχο καταχρηστικότητας του
άρθρου 2 Ν.2251/1994
◊ Οι διατάξεις του Ν.2251/1994 υπερισχύουν (Ρητή επιφύλαξη Ν.4001/2011 και ΚωδΠρομ –
Σύμφωνη με το ενωσιακό δίκαιο ερμηνεία → άρθρο 10 Οδηγίας 2019/944)
◊ Εξάλλου, διάταξη της Διοίκησης εκτός νομοθετικής εξουσιοδότησης δεν μπορεί να τεκμαίρεται ως
μη καταχρηστική, ώστε να μην ελέγχεται ο όρος που την απηχεί → ούτως ή άλλως δε θα
εφαρμοζόταν ελλείψει του ελεγχόμενου ΓΟΣ
- ΓΕΩΡΓΙΟΣ Μ. ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗΣ
Οι ρήτρες αναπροσαρμογής τιμήματος
υπό την σκοπιά του ενωσιακού δικαίου
καταναλωτή
ΜΔΕ Αστικού Δικαίου (ΕΚΠΑ)/Ενέργεια (ΠΑΠΕΙ)
υπ. Διδάκτορας Νομικής (ΕΚΠΑ)
e-mail: kalgeorge1991@gmail.com
Αθήνα, 28.4.2022
Α. Εισαγωγή-Κανονιστικό πλαίσιο
1. Οδηγίες 2003/54 (δεύτερη δέσμη), 2009/72 (τρίτη δέσμη)
Παράρτημα μέτρων προστασίας καταναλωτών: εξειδίκευση από τα
κράτη-μέλη.
2. Οδηγία 2019/944 (τέταρτη δέσμη)
Ενίσχυση θέση καταναλωτή στην αγορά και εξασφάλιση ενεργούς
συμμετοχής του (διαφάνεια ΓΟΣ, εξειδίκευση επιμέρους δικαιωμάτων,
αυτοπαραγωγή, συμβάσεις δυναμικής τιμολόγησης).
Διαφάνεια ΓΟΣ.
- Άρθρο 10 §3: «Οι όροι πρέπει να είναι δίκαιοι και γνωστοί εκ των προτέρων.
Οπωσδήποτε, οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να παρέχονται πριν από τη σύναψη
ή επιβεβαίωση της σύμβασης».
- Άρθρο 10 §5: «Οι προμηθευτές παρέχουν στους τελικούς πελάτες διαφανείς
πληροφορίες σχετικά με τις ισχύουσες τιμές και τιμολόγια, καθώς και τους
συνήθεις όρους και προϋποθέσεις όσον αφορά την πρόσβαση και τη χρήση των
υπηρεσιών ηλεκτρικής ενέργειας».
Α. Εισαγωγή-Κανονιστικό πλαίσιο
Υποχρέωση ενημέρωσης και δικαίωμα αζήμιας λύσης της
σύμβασης.
- Άρθρο 10 §4: «Οι τελικοί πελάτες ειδοποιούνται δεόντως σχετικά με οποιαδήποτε
πρόθεση τροποποίησης των συμβατικών όρων και ενημερώνονται σχετικά με το
δικαίωμα τερματισμού της σύμβασης όταν τους απευθύνεται η σχετική ειδοποίηση.
Οι προμηθευτές ειδοποιούν τους τελικούς πελάτες τους με διαφανή και κατανοητό
τρόπο απευθείας για οποιαδήποτε προσαρμογή της τιμής προμήθειας και για τους
λόγους και τις προϋποθέσεις της προσαρμογής, καθώς και το πεδίο εφαρμογής της
προσαρμογής, την κατάλληλη χρονική στιγμή και το αργότερο δύο εβδομάδες, και
όταν πρόκειται για οικιακούς καταναλωτές, έναν μήνα, πριν τη χρονική στιγμή
κατά την οποία η προσαρμογή τίθεται σε ισχύ. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι
τελικοί πελάτες παραμένουν ελεύθεροι να τερματίσουν τις αντίστοιχες συμβάσεις,
εάν δεν αποδέχονται τους νέους συμβατικούς όρους ή τις προσαρμογές της τιμής
προμήθειας που τους έχουν κοινοποιηθεί από τον προμηθευτή».
Διάταξη ελάχιστης εναρμόνισης ως προς την προθεσμία
ενημέρωσης.
Προθεσμία μεταφοράς: 31 Δεκεμβρίου 2020 (άρθρο 71).
Β. Η Οδηγία 93/13
Η τομεακή νομοθεσία δεν προβλέπει τίποτα το ειδικότερο για την
προστασία του καταναλωτή.
Παραπέμπει ρητώς στο σημείο αυτό στις Οδηγίες 93/13
(καταχρηστικοί ΓΟΣ) και 2011/83 (συμβάσεις εξ αποστάσεως).
Προϋποθέσεις εγκυρότητας ρητρών αναπροσαρμογής κατά την
Οδηγία 93/13 (ελάχιστης εναρμόνισης, δυνατή η θέσπιση
αυστηρότερων εθνικών κανόνων):
- σπουδαίος λόγος, προβλεπόμενος ειδικώς στην σύμβαση (Παράρτημα παρ. 1
εδ. ι΄).
- ενημέρωση καταναλωτή (Παράρτημα παρ. 1. εδ. λ΄ σε συνδ. με παρ. 2 εδ. β΄).
- δικαίωμα λύσης της σύμβασης (Παράρτημα παρ. 1. εδ. λ΄).
- τήρηση αρχής διαφάνειας (άρθρ. 5. εδ. α΄): ερμηνεία υπό το φως εδ. δ΄ παρ. 2
Παραρτήματος – νόμιμη ενσωμάτωση, επακριβής περιγραφή τρόπου μεταβολής
τιμής.
Γ. Πορίσματα από την νομολογία του ΔΕΕ
Η νομολογία έχει ερμηνεύσει σε περιορισμένες περιπτώσεις τις
απαιτήσεις εγκυρότητας των ρητρών αναπροσαρμογής σε
συμβάσεις προμήθειας ενέργειας και ηλ. επικοινωνιών.
Κατά πάγια νομολογία, το ΔΕΕ δεν έχει αρμοδιότητα να
αποφαίνεται για την καταχρηστικότητα ή μη του συγκεκριμένου
όρου, αλλά ερμηνεύει την έννοια αυτή και προσφέρει στον εθνικό
δικαστή τα κρίσιμα στοιχεία για την εξέταση της συμβατικής
ρήτρας υπό το πρίσμα των διατάξεων της Οδηγίας. Απόκειται στον
εθνικό δικαστή να τα εφαρμόσει στην συγκεκριμένη περίπτωση.
Με τις αποφάσεις της εξειδίκευσε τις διατάξεις της Οδηγίας 93/13
αλλά και της τομεακής νομοθεσίας, θέτοντας το πλαίσιο
νομιμότητας των ως άνω ρητρών.
Γ. Πορίσματα από την νομολογία του ΔΕΕ
Απόφαση της 26.4.2012 (C-472/10, Invitel):
- Συμβάσεις παροχής υπηρεσιών ηλ. επικοινωνιών, ορισμένου
χρόνου.
-Πρέπει να διευκρινίζεται κατά τρόπο σαφή και κατανοητό ο λόγος
ή ο τρόπος μεταβολής του κόστους της παρεχόμενης υπηρεσίας,
καθώς και αν οι καταναλωτές έχουν το δικαίωμα να λύσουν την
σύμβαση.
-Ουσιαστική διαφάνεια (βλ. απόφαση της 20.9.2018, C-448/17,
EOS KSI Slovensko: δεν αρκεί η απλή παράθεση μιας μαθηματικής
εξίσωση για τον υπολογισμό του συνολικού ετήσιου πραγματικού
επιτοκίου, χωρίς τα απαραίτητα στοιχεία για την πραγματοποίηση
αυτού του υπολογισμού).
- Δυνατότητα του καταναλωτή να προβλέψει, βάσει σαφών και
κατανοητών κριτηρίων, τις τροποποιήσεις τις οποίες μπορεί να
επιφέρει ο επαγγελματίας στους ΓΟΣ, αναφορικά με το κόστος της
παρεχόμενης υπηρεσίας.
Γ. Πορίσματα από την νομολογία του ΔΕΕ
Απόφαση της 21.3.2013 (C-92/11, RWE Vertrieb)
- Αυξήσεις σε συμβάσεις προμήθειας φ.α.
- Η σύμβαση πρέπει να εκθέτει κατά τρόπο διαφανή τον λόγο και τρόπο αναπροσαρμογής του
κόστους, ώστε ο καταναλωτής να μπορεί να προβλέψει, βάσει σαφών και κατανοητών κριτηρίων,
τις ενδεχόμενες μεταβολές του. Η έλλειψη ενημερώσεως ως προς αυτό δεν μπορεί να
αντισταθμιστεί από το γεγονός ότι οι καταναλωτές, κατά την εκτέλεση της συμβάσεως, θα
ενημερώνονται, αφενός, για την τροποποίηση του κόστους με τήρηση εύλογης προθεσμίας
προειδοποιήσεως και, αφετέρου, για το δικαίωμά τους να καταγγείλουν τη σύμβαση αν δεν
επιθυμούν να αποδεχθούν την τροποποίηση αυτή.
- Πραγματική δυνατότητα άσκησης δικαιώματος καταγγελίας (ύπαρξη εναλλακτικών λύσεων,
εύλογος χρόνος, κόστος καταγγελίας κ.λπ.).
Εν προκειμένω, η ομοιόμορφη μετακύλιση από το σύνολο των προμηθευτών του κόστους της
χονδρικής αγοράς ενδέχεται να περιορίζει τον ελεύθερο ανταγωνισμό και την πραγματική
δυνατότητα άσκησης του δικαιώματος αυτού, ιδίως σε τόσο αυστηρές προθεσμίες (βλ.
Παράρτημα της από 8.3.2022 Ανακοίνωσης της Επιτροπής REPowerEU, υπό 2).
- BGH της 31.7.2013 ΝJW 2013 , 3647: καταχρηστικός ο όρος με το περιεχόμενο «Εάν
μεταβληθούν οι γενικές δημοσιευμένες τιμολογιακές χρεώσεις (Tarifpreise) (για νοικοκυριά και
επιχειρήσεις), ο προμηθευτής δικαιούται να μεταβάλει ανάλογα την συμβατική τιμή
(Vertragspreise). Οι τροποποιήσεις τίθενται σε ισχύ με την δημοσίευση των μεταβληθεισών
τιμολογιακών χρεώσεων (Tarifpreise) από το χρονικό σημείο που αναφέρεται στην δημοσίευση».
Γ. Πορίσματα από την νομολογία του ΔΕΕ
Απόφαση της 23.10.2014 (C‑359/11 και C‑400/11, Egbringhoff).
- Σύμβαση προμήθειας φ.α. και η.ε. με προμηθευτή ύστατου καταφυγίου.
- Αντίκειται στο ενωσιακό δίκαιο εθνική νομοθεσία που προβλέπει την δυνατότητα
αναπροσαρμογής των τιμολογίων, αλλά δεν εξασφαλίζει ότι οι καταναλωτές θα
ενημερώνονται εγκαίρως, πριν από την εφαρμογή της αναπροσαρμογής, σχετικά με τους
λόγους, τους όρους και την έκταση αυτής.
- Πρβλ. άρθρο 30 § 2 εδ. γ΄ ΚΠΗΕ: «Κατ’ εξαίρεση, η ενημέρωση σχετικά με τροποποίηση των
Χρεώσεων Προμήθειας δύναται να λαμβάνει χώρα με τον πρώτο Λογαριασμό Κατανάλωσης
που ακολουθεί την τροποποίηση».
Απόφαση της 2.4.2020 (C‑765/18, Stadtwerke Neuwied GmbH).
- Σύμβαση προμήθειας φ.α. με προμηθευτή ύστατου καταφυγίου-δημοτική επιχείρηση
(αναγκαστική σύμβαση).
- Σε τροποποιήσεις τιμολογίων που δεν κοινοποιούνται ατομικώς στους πελάτες και
πραγματοποιούνται από ύστατο προμηθευτή φυσικού αερίου με μοναδικό σκοπό τη
μετακύλιση της αυξήσεως του κόστους αγοράς του φυσικού αερίου χωρίς επιδίωξη
κέρδους, η τήρηση των υποχρεώσεων διαφάνειας και ενημερώσεως δεν συνιστά
προϋπόθεση κύρους τους, υπό την επιφύλαξη ότι οι πελάτες είναι σε θέση να καταγγείλουν
τη σύμβαση ανά πάσα στιγμή και έχουν στη διάθεσή τους τα κατάλληλα ένδικα βοηθήματα
προκειμένου να ζητήσουν αποκατάσταση της ζημίας που ενδεχομένως υπέστησαν.
Γ. Πορίσματα από την νομολογία του ΔΕΕ
Απόφαση της 26.11.2015 (C-326/14, A1 Telekom).
- Σύμβαση παροχής υπηρεσιών ηλ. επικοινωνιών.
- Έννομο συμφέρον παρόχων για αναπροσαρμογή τιμήματος.
- Έγκυρη η αναπροσαρμογή με βάση σαφή, κατανοητή και διαθέσιμη στο κοινό μέθοδο
τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, η οποία προκύπτει από αποφάσεις και μηχανισμούς που
εμπίπτουν στην δημόσια σφαίρα, και δεν θέτει τους τελικούς χρήστες σε διαφορετική
συμβατική θέση από αυτή που προκύπτει από την σύμβαση.
- Δεν συνιστά περίπτωση τροποποίησης της σύμβασης κατά το άρθρο 20 §2 Οδ. 2002/22 (ο
προμηθευτής δεν υποχρεούται σε προηγούμενη ενημέρωση, ο δε καταναλωτής στερείται
δικαιώματος καταγγελίας).
- Προϋπόθεση κύρους, η αμοιβαιότητα της αναπροσαρμογής (μείωση τιμήματος επί
αντίστοιχης μείωσης του δείκτη).
Στις επίμαχες ΡΑΤ των προμηθευτών, τα κατώτατα όρια είναι τόσο υψηλά, ώστε η μείωση
της τιμής να καθίσταται ένα μάλλον θεωρητικό ενδεχόμενο.
- Εξαγωγή δείκτη μέσω μηχανισμού που εμπίπτει σε δημόσια σφαίρα και δεν είναι σε θέση να
επηρεάσει ο ενδιαφερόμενος (πάροχος).
Εν προκειμένω, η ΤΕΑ εξάγεται με βάση τις τιμές των εντολών πώλησης (έγχυσης) και
αγοράς Η/Ε (απορρόφησης), δηλ. επηρεάζεται από τους συμμετέχοντες στην αγορά.
Δ. Συμπεράσματα
Από την επισκόπηση της νομολογίας του ΔΕΕ,
προκύπτει ότι οι ΡΑΤ πρέπει να πληρούν τρεις αρχές:
- καλής πίστης (έγκαιρη ενημέρωση, πραγματική
δυνατότητα αζήμιας καταγγελίας).
- διαφάνειας (προβλεψιμότητα της έκτασης συμβατικής
δέσμευσης βάσει σαφών και κατανοητών κριτηρίων και
μεθόδων).
- ισορροπίας (αμοιβαιότητα αναπροσαρμογής τόσο εις
όφελος όσο και εις βάρος του καταναλωτή).
ΤΕΛΟΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΑΣ
- ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΝΤΗΣ
ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΝΟΜΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΑΘΗΝΩΝ
Δ.Ν. ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ
ΟΜΗΡΟΥ 41 - 106 72 ΑΘΗΝΑ
Τηλ. : 210 3641611 Fax: 210 3641671, E-mail: georgiosmentis@menslaw.gr
ΡΗΤΡΑ ΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ Η/Ε – 2021 / ΡΑΕ
Όπου:
C(x): Μοναδιαίο κόστος του εκάστοτε μηχανισμού αναπροσαρμογής χρέωσης του κάθε μεγέθους x.
x: Ο μέσος όρος που λαμβάνει το κάθε μέγεθος αναφοράς της αγοράς για την περίοδο ελέγχου (t).
Lu: Τιμή του μεγέθους αναφοράς πάνω από την οποία ενεργοποιείται ο μηχανισμός αναπροσαρμογής χρεωστικά προς τον Καταναλωτή.
LI: Τιμή του μεγέθους αναφοράς, κάτω από την οποία ενεργοποιείται ο μηχανισμός αναπροσαρμογής πιστωτικά προς τον Καταναλωτή.
α: Συντελεστής Προσαύξησης, ο οποίος επιλέγεται ελεύθερα από τον Προμηθευτή. Είναι αριθμός μεγαλύτερος από το 0.
Οι μονάδες του μηχανισμού πρέπει να ορίζονται κατά τρόπο ώστε το γινόμενο α * (x – LI) και το γινόμενο α * (x – Lu) να εκφράζονται τελικώς σε €/MWh.
β: Συντελεστής Προσαύξησης, ο οποίος επιλέγεται ελεύθερα από τον Προμηθευτή. Είναι αριθμός μεγαλύτερος ή ίσος από το 0 και εκφράζεται σε €/MWh.
Οι συντελεστές α και β, παρέχουν στον Προμηθευτή τη δυνατότητα ενσωμάτωσης κόστους που δύναται να προκύπτει από τη μεταβολή του βασικού
μεγέθους x, εν είδει πρόβλεψης.
Οι τιμές των Lu, LI, α και β αποτυπώνονται στους όρους της Σύμβασης και δύνανται να μεταβληθούν αποκλειστικά με βάση τα οριζόμενα στις διατάξεις
του Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας και ειδικότερα σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 3 εδάφ. β και το άρθρο 30 αυτού για τους Μικρούς Πελάτες.
ΡΗΤΡΑ ΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ Η/Ε – 2021 / ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΗ
Η μοναδιαία Χρέωση Αναπροσαρμογής σε €/kWh για τον μήνα t υπολογίζεται βάσει των παρακάτω μεταβλητών:
•Υ=α*x+β, όπου
• x ίσο με τον αριθμητικό μέσο όρο της Τιμής Εκκαθάρισης Αγοράς (Market Clearing Price - MCP) της Προ-Ημερήσιας Αγοράς (Day Ahead Market
DAM) του μήνα (t), που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας
(https://www.enexqroup.qr/el/marketspublications-el-day-ahead-market)
• α: Συντελεστής Προσαύξησης, ίσος με 1,10
• β: Συντελεστής Προσαύξησης, ίσος με 0,0105 €/kWh
• L_u: Άνω όριο αναφοράς, ίσο με 0,050
• L_d: Κάτω όριο αναφοράς, ίσο με 0,040
Και ισούται με:
•
Χρέωση ίση με Υ- L_u, όταν το Υ είναι μεγαλύτερο από το άνω όριο L_u
•
Πίστωση ίση με Υ - L_d όταν το Υ είναι μικρότερο από το κάτω όριο L_d
•
Μηδενική χρέωση όταν το Υ βρίσκεται εντός των ορίων L_d και L_u»