Του Χριστόφορου Σεβαστίδη, ΔΝ Εφέτη,Μέλους του ΔΣ της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων
Με το βάρος του Θεμελιώδους Νόμου της κοινωνίας, έμφορτος ιδεολογικοπολιτικών συγκρούσεων και πολύμορφων αγώνων, φορέας ενός ιστορικού νήματος που κρατάει από την γαλλική αστική επανάσταση, αποτέλεσε πάντα έναν συγκερασμό αντιτιθέμενων συμφερόντων, ένα αποτύπωμα της κοινωνικής και πολιτικής κατάστασης τη στιγμή της σύνταξής του. Το αυξημένο κύρος και η ισχύς του Συντάγματος απαιτούν μια σταθερότητα στην εφαρμογή των κανόνων του και μια διαδικασία αναθεώρησής του αυστηρά τυπική και αργή.
Ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ των Συνταγματικών αναθεωρήσεων δεν είναι κενός. Μικρές ανεπαίσθητες ή μεγάλες αλλαγές, που αποτυπώνονται άλλοτε σε νομοθετικά κείμενα άλλοτε σε δικαστικές αποφάσεις, σε επιστημονικές μελέτες, που καταγράφονται ως κοινωνικές τάσεις, συσσωρεύονται διαρκώς και αποτελούν το υλικό, την μαγιά της επόμενης αναθεώρησης. Τα Κράτη έχουν τους κατάλληλους μηχανισμούς να καναλιζάρουν, να κατευθύνουν τις εξελίξεις, να ωριμάσουν τις συνθήκες όπως αυτά επιθυμούν με τέτοιον τρόπο που η ενσωμάτωση των αλλαγών και η μετουσίωσή τους σε συνταγματικούς κανόνες να φαντάζει μια εντελώς φυσιολογική εξέλιξη.
Ο νικητής υπαγορεύει τους όρους, ο νικημένος τους υφίσταται. Ο πρώτος επιθυμεί ωστόσο η κυριαρχία του να μην προκαλέσει κοινωνικές συγκρούσεις και αναταραχές. Να γίνει με τον περισσότερο ανώδυνο τρόπο ώστε να διασφαλιστεί η κοινωνική ειρήνη. Οι υφιστάμενες συνταγματικές διατάξεις –προϊόν ενός παλαιότερου κοινωνικού συσχετισμού δυνάμεων- διατηρούν την τυπική τους ισχύ και δεν καταργούνται. Διαβρώνονται όμως με συστηματική συνέπεια από δεκάδες νομοθετικές παρεμβάσεις στα πλαίσια της δυνατότητας που παρέχει το ίδιο το Σύνταγμα («όπως νόμος ορίζει»). Σαν τον «διχοτομημένο υποκόμη» του Καλβίνο το μισό καλό, το συντετριμμένο, οι συνταγματικές αρχές που προβλέπουν την ελευθερία έκφρασης και του τύπου, το δικαίωμα της συνάθροισης, της απεργίας, το δικαίωμα στην εργασία, στην κοινωνική ασφάλιση, το απόρρητο των επικοινωνιών– κομβικό ζήτημα στον πολιτικό και επιστημονικό διάλογο που διεξάγεται αυτές τις μέρες, μένουν γράμμα κενό καθώς το μισό κακό, οι νομοθετικές παρεμβάσεις, έχουν εξολοθρεύσει τον γεννήτορά τους.
Οι κοινωνίες που συνήθως μόνο με συγκρούσεις τιθασεύονταν στο παρελθόν έπειτα από συνταγματικές εκτροπές, βαθιά πολιτικοποιημένες, που αξιολογούσαν την προσήλωση στη συνταγματική νομιμότητα με άλλους όρους, δύσκολα διαχειρίσιμους από τις κυβερνήσεις (θα θυμηθεί εύκολα κανείς την γενιά του 1-1-4 και τους αγώνες για την περιφρούρηση του Συντάγματος), επιβεβαιώνουν σήμερα, μετά από 5 αιώνες, τη σκέψη του Ετιέν ντε Λα Μποεσί «Ένας λαός σκλαβώνεται μόνος του, κόβει τον ίδιο του τον λαιμό, όταν έχοντας επιλέξει ανάμεσα στο να είναι υποτελής και στο να είναι ελεύθερος, εγκαταλείπει τις ελευθερίες και μπαίνει στον ζυγό, συναινώντας στην ίδια του την δυστυχία ή μάλλον προφανώς καλωσορίζοντάς την».
Οι διαδοχικές οικονομικές κρίσεις δημιούργησαν αναμφισβήτητα φτώχεια και εξαθλίωση σε σημαντικό κομμάτι του λαού, σίγουρα όμως όχι στον βαθμό που βίωσαν τα αποτελέσματα των κρίσεων οι γενιές της μετανάστευσης πριν την μεταπολίτευση. Η μετατόπιση του επιδίκου αποκλειστικά στα ζητήματα της ακρίβειας και της καθημερινότητας, όπως προκύπτει από διάφορες δημοσκοπήσεις, αποκαλύπτει περισσότερο τις συνέπειες της βαθιάς αποπολιτικοποίησης της κοινωνίας και της έλλειψης ισχυρών αντίβαρων. Τα συνταγματικά δικαιώματα γράφονται ξανά. Ερήμην μας ή με την συμμετοχή μας.