Το ζήτημα, όμως, της νομοθέτησης του γάμου ομόφυλων ζευγαριών παρουσιάζεται ως ένα ζήτημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κάτι που όμως δεν ισχύει.
Όπως και άλλα παρόμοια θέματα (ταυτότητες, εθνοτικοί αναπροσδιορισμοί, μεταναστευτικό, πανθρησκεία και όλα τα συναφή) είναι πρωτίστως ένα ακόμη «μπρα ντε φερ» μεταξύ νέας και υφισταμένης τάξης πραγμάτων.
Οταν λέμε νέα τάξη πραγμάτων εννοούμε τον καπιταλιστικό διεθνισμό, o οποίος, όπως άλλωστε και ο σύμφυτος με αυτόν προλεταριακός, αποσκοπεί στην εγκαθίδρυση μιας
παγκόσμιας διακυβέρνησης σε μια παγκόσμια κοινωνία με την οικονομική ισχύ ως κυρίαρχο ιδεολογικό υπόβαθρο αλλά και μέσον επιβολής της εξουσίας του.
Είναι προφανές ότι, η επιβολή μιας τέτοιας εξουσίας προϋποθέτει την απάλειψη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και ιδεολογικών προταγμάτων των επί μέρους κοινωνιών, έτσι ώστε όλες να υποτάσσονται ομοιόμορφα και ομοιότροπα στη νέα εξουσία.
Όταν λέμε υφιστάμενη (παλαιά) τάξη πραγμάτων εννοούμε την τάξη που η ίδια η φύση έχει επιβάλει. Και η φύση, πρωτίστως, έχει επιβάλει την ιδιοπροσωπία του ατόμου, καθώς και την ύπαρξη, ιδιοπροσωπία και ατομικότητα λαών και κοινωνιών, με πολιτισμικά
χαρακτηριστικά, που τις καθιστούν διακριτές από τους άλλους λαούς και κοινωνίες.
Είναι προφανές ότι, για να επιβληθεί η νέα τάξη πραγμάτων επί της παλαιάς θα πρέπει να ανατρέψει το βασικό θεμέλιο της παλαιάς, δηλαδή την ιδιοπροσωπία ατόμων, λαών, κοινωνιών και πολιτισμών, το οποίο όμως για να το πετύχει θα πρέπει πρώτα να ανατρέψει τις έννοιες και ιδέες, πάνω στις οποίες αυτά στηρίζονται.
Και δεν θα υπήρχε κανένα απολύτως πρόβλημα, αν η προσπάθεια αυτή αποδόμησης του υφισταμένου (παλαιού) γινόταν με όρους προσαρμογής σε νέες κοινωνικές ανάγκες. (Για παράδειγμα, ενώ η φύση επιβάλει την ανισότητα και την ανομοιομορφία, η έννομη τάξη επιβάλει την ισότητα έναντι του νόμου, ακριβώς για να προσαρμόσει την φύση στις ανάγκες της κοινωνικής συμβίωσης)
Γίνεται όμως, κυρίως, με όρους σκόπιμης αξιακής απομείωσης της φυσικής τάξης και του περιεχομένου εννοιών και ιδεών που η ίδια η φύση, και όχι ο ανθρώπινος νόμος ή λόγος, έχει επιβάλει.
Γι΄ αυτό, ο κυριότερος στόχος της «νέας τάξης πραγμάτων» για την επιβολή της στην ανθρωπότητα δεν είναι η οικονομική, στρατιωτική ή άλλη υλιστική ισχύς, που ούτως ή άλλως κατέχει.
Είναι η αποδόμηση των εννοιών και η σχετικοποίηση των ιδεών που η φυσική τάξη έχει αναδείξει ως σύμφυτες με αυτήν, με απώτερο στόχο την αξιακή αμφισβήτηση της ιδιοπροσωπίας του ατόμου και την αποσάθρωση των δομών των επί μέρους κοινωνιών.
Αυτό όμως είναι και το αδύνατο σημείο της νεοταξικής ιδεολογίας: ότι επιχειρεί, όχι απλώς την προσαρμογή της φύσης στις κοινωνικές ανάγκες, αλλά την αποδόμηση της ίδιας της φυσικής τάξης και των ιδεών, εννοιών και πνευματικών οντοτήτων που ενυπάρχουν σε
αυτή, κάτι όμως που η φύση ουδέποτε θα επιτρέψει.
Αυτό το μειονέκτημά της οφείλεται στην υλιστική θεωρητική αφετηρία που χρησιμοποιεί, ότι δηλαδή οι έννοιες και οι ιδέες αποτελούν απλώς δημιουργήματα του ανθρώπινου νού και όχι αυθύπαρκτες πνευματικές οντότητες της φύσης, που ο ανθρώπινος νούς προσπαθεί αέναα να κατανοήσει, ερμηνεύσει και εν τέλει να κάνει κτήμα του.
Ετσι, λοιπόν, και στο θέμα των ομόφυλων ζευγαριών, η νεοταξική ιδεολογία θεωρεί ότι μπορεί να προσδώσει στην έννοια της οικογένειας το περιεχόμενο που ανάλογα με τη συγκυρία την εξυπηρετεί, και όχι αυτό που,η φύση της έχει προσδώσει, κάτι που, φυσικά, είναι εκ των προτέρων καταδικασμένο σε αποτυχία.
Η οικογένεια είναι δημιούργημα της φύσης και όχι του νόμου ή κάποιας νοητικής διεργασίας. Αποτελεί ένα φυσικό κοινωνικό σύνολο και όχι κάποια νομική ή άλλη συμβατική σχέση . Οχι μόνο στον άνθρωπο αλλά και σε ολόκληρο το ζωϊκό βασίλειο, είναι
το κύτταρο της κοινωνίας, το ελάχιστο υποσύνολο μιας κοινωνίας.
Η έννοια της οικογένειας είναι προσδιορισμένη από την φύση και αποδίδεται άριστα από την ελληνική γλώσσα, η οποία, ως γνωστόν, είναι η μοναδική στον κόσμο εννοιολογική και όχι σημειολογική γλώσσα. ( Οι Έλληνες, μεταξύ άλλων, έχουμε και αυτό το προνόμιο ως προίκα της φύσης)
Και είναι σημαντικό να συναποδεχτούμε, ότι οι λέξεις, τουλάχιστον στην ελληνική γλώσσα, εμπεριέχουν συγκεκριμένα αυθύπαρκτα νοήματα, στα οποία οφείλουμε να μένουμε προσηλωμένοι χωρίς να τα παραφράζουμε ή να τα ερμηνεύουμε κατά το δοκούν
Ετσι, και εν προκειμένω, ο νόμος, ορίζοντας το νομικό περιεχόμενο της έννοιας «οικογένεια», έρχεται απλώς να εντάξει στους όρους της κοινωνικής μας συμβίωσης αυτό που η φύση έχει εκ των προτέρων προσδιορίσει ως οικογένεια.
Απαραίτητα εννοιολογικά στοιχεία της κατά φύσιν οικογένειας είναι ο «οίκος» και το «γένος». Επομένως, η ίδια η έννοια της οικογένειας, έτσι όπως η φύση την έχει προσδιορίσει, απαιτεί την συμβίωση ανθρώπων (οίκος) με σκοπό την απόκτηση τέκνων
(γένος), πράγμα που με φυσικό τρόπο μόνο μεταξύ ανδρός και γυναικός μπορεί να επιτευχθεί.
Η ιδρυτική πράξη, η κοινωνική επιβεβαίωση (θρησκευτική ή πολιτική) μιας τέτοιας συμβίωσης για την δημιουργία γένους ονομάζεται γάμος, και αυτό, χάριν της ελληνικής γλώσσας, όχι τυχαία, αφού η έννοια του γάμου αποδίδεται επακριβώς από την ελληνική γλώσσα ως αφορώσα την σχέση ανδρός και γυναικός προς δημιουργία γένους.
(Κ.Α. Ναυπλιώτης: Αρχίζοντας από το ομηρ. ρ. γαμέω-ῶ δηλ. έρχομαι εις γάμου κοινωνία, και το μάλλον συνώνυμο δαμῶ δηλ. δαμάζω, καταβάλλω, υποτάσσω, επί γυναικός σημαίνει κυρίως βιάζω, και επί ανδρός χτυπώ, σφάζω (βλ. Ησιόδου Θεογονία 453) «Ρείη δέ δμηθεῖσα Κρόνῳ τέκε φαίδιμα τέκνα» δηλ. η Ρέα από τον Κρόνο υποταγμένη - παντρεμένη γέννησε ένδοξα παιδιά. Εξ ού, τέλος, και στη χριστιανική αντίληψη του γάμου το « η δε γυνή ίνα φοβήται τον άνδρα», πράγμα που δείχνει επί πλέον την αρχαιοελληνική καταγωγή και αυτού του στοιχείου της χριστιανικής πίστης.)
Από την άλλη μεριά, η ομοφυλοφιλία αποτελεί αντικειμενικά μια ανωμαλία στην εκ φύσεως παραγωγή ερωτικής έλξης. Η ύπαρξη στη φύση θηλυκού και αρσενικού και η ηδονή της μεταξύ τους ερωτικής συνεύρεσης καθορίζονται από τη φύση, όχι ως αυτοσκοπός, αλλά ως μέσο με σκοπό την αναπαραγωγή. Αντίθετα, η ερωτική προδιάθεση και έλξη μεταξύ ομοφύλων ατόμων δεν μπορεί να εξυπηρετήσει τον σκοπό της φύσης (παρά φύσιν). Ομοφυλόφιλα από τη φύση τους άτομα μπορούν να δημιουργήσουν μια
άριστη και κοινωνικά ανεκτή συμβιωτική σχέση, ποτέ όμως γένος. Μόνο η κατά φύσιν ερωτική προδιάθεση μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία γένους και επομένως οικογένειας.
Επομένως, κατά τον φυσικό νόμο, ούτε γάμος μεταξύ ομοφυλοφίλων, ούτε οικογένεια ομοφύλων ζευγαριών μπορεί να νοηθεί.
Και τα ερωτήματα που απορρέουν ως αποτέλεσμα της όλης συζήτησης:
Προς τι η πρεμούρα να αλλάξουμε το νομικό περιεχόμενο μιας έννοιας (του γάμου και της οικογένειας), την οποία η ίδια η φύση έχει προσδιορίσει?
Το σύμφωνο συμβίωσης δεν αρκεί για να κατοχυρώσει τα εκατέρωθεν δικαιώματα και υποχρεώσεις σε ένα ομόφυλο ζευγάρι, το οποίο θέλει να αυτοδεσμευτεί νομικά για κάθε πτυχή της συμβίωσής του, παράγοντας τα ίδια ακριβώς νομικά αποτελέσματα του γάμου ετερόφυλων ζευγαριών?
Και αν όχι δεν μπορεί να ενισχυθεί το νομικό περιεχόμενο του σύμφωνου συμβίωσης με όποιον τρόπο κρίνεται πρόσφορος προς τούτο?
Γιατί αυτή η νομικά, υπάρχουσα ήδη, αυτοδέσμευση ενός ομοφύλου ζευγαριού να πρέπει να χαρακτηρίζεται γάμος, αφού δεν είναι?
Και γιατί αυτή η νομικά αποδεκτή συμβιωτική σχέση να πρέπει να χαρακτηρίζεται οικογένεια αφού η ίδια η φύση δεν της επιτρέπει να είναι?
Και γιατί τα ομόφυλα ζευγάρια να αποκτούν παιδιά, είτε με υιοθεσία είτε με παρένθετη μητέρα είτε με οποιονδήποτε άλλον τεχνητό τρόπο, αφού εκ φύσεως δεν προορίζονται για την δημιουργία γένους?
Γιατί στην όλη συζήτηση τα παιδιά αντιμετωπίζονται ως αντικείμενο δικαιωμάτων των ομόφυλων ζευγαριών και όχι ως υποκείμενα του φυσικού τους δικαιώματος να έχουνμητέρα και πατέρα, έστω και θετών?
Και γιατί, τάχα, στην περίπτωση ενός προϋπάρχοντος φυσικού ή και υιοθετημένου τέκνου του ενός εκ των δύο συμβιούντων, θα πρέπει αυτό να θεωρείται ενταγμένο σε μια οικογένεια που από την φύση της δεν μπορεί να υπάρξει?
Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά είναι απλή:
Διότι η νεοταξική ιδεολογία ποσώς ενδιαφέρεται για τα ανθρώπινα δικαιώματα ομοφύλων ή ετεροφύλων ζευγαριών ή των προς υιοθεσία ή τεκνοθεσία παιδιών.
Αποκλειστικός σκοπός της επιχειρούμενης νομικής παρέμβασης, έτσι όπως παρουσιάζεται, δεν είναι η κατοχύρωση ή ενδυνάμωση υπαρκτών δικαιωμάτων, αλλά ( εκ του αποτελέσματος) η αξιακή απομείωση της έννοιας της οικογένειας και του ρόλου της στην κοινωνία.
Μια απομείωση, που συγκυριακά ίσως δεν γίνεται αντιληπτή, όμως σε βάθος χρόνου αφορά την εξέλιξη και την αξία ή απαξία του ανθρώπινου είδους.
Είναι ο ίδιος σκοπός, που υπηρετεί η αντικατάσταση των προσωπικών στοιχείων μιας αστυνομικής ταυτότητας από ένα ηλεκτρονικό αριθμό: Η απομείωση και εν τέλει απαξία της ιδιοπροσωπίας του ατόμου
Είναι ο ίδιος σκοπός, που υπηρετεί η παράδοση του όρου «Μακεδονία» στους σκοπιανούς: Η απομείωση και εν τέλει απαξία της ιδιοπροσωπίας ενός έθνους. Μην φανταστεί κανείς ότι, η νεοταξική ιδεολογία ενδιαφέρθηκε για το δικαίωμα ονοματοδοσίας των σκοπιανών. Απλώς βρήκε ένα πρόθυμο «πειραματόζωο» (εμάς) για να διαπιστώσει πόσο εύκολα μπορεί να αποδεχτεί την απομείωση και εν τέλει απαξία της ιδιοπροσωπίας του ένα έθνος.
Είναι ο ίδιος σκοπός που υπηρετεί η οργάνωση και εκτέλεση του μεταναστευτικού προβλήματος: Η απομείωση και εν τέλει απαξία της ιδιοπροσωπίας των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Μην φανταστεί κανείς ότι, τόσες χιλιάδες ταλαίπωρων ανθρώπων είχαν τα
μέσα και την οργάνωση να μεταναστεύουν μαζικά από την μια ήπειρο στην άλλη. Ούτε ότι ο πραγματικός διακινητής, δηλαδή η νεοταξική ιδεολογία ενδιαφέρθηκε για το δικαίωμα του μετανάστη σε μια καλύτερη ζωή. Απλώς και εδώ βρήκε ένα μεγαλύτερο
πειραματόζωο (την Ευρώπη), για να να διαπιστώσει πόσο εύκολα μπορεί ένας ολόκληρος πολιτισμός να αποδεχτεί την απομείωση της ιδιοπροσωπίας του.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, όπως και στο θέμα των ομόφυλων ζευγαριών, ο «δικαιωματισμός» είναι απλώς το προπέτασμα καπνού για την επίτευξη του απώτερου στόχου της νεοταξικής ιδεολογίας, δηλαδή την αποδόμηση αυθύπαρκτων στη φύση ιδεών και εννοιών, την αποσάθρωση φυσικών κοινωνικών θεσμών, όπως εν προκειμένω
η οικογένεια, και εν τέλει την αποδόμηση της ιδιοπροσωπίας ατόμων, εθνών, κοινωνιών και πολιτισμών.