Στην προ ημερών συνάντηση του με τον Πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ ο Πρωθυπουργός αρκέστηκε να ψελίσει ότι, και και τα δύο είναι ακόμα πολύ «ζωντανά» και σημείωσε ότι "ελπίζουμε πως κάποια στιγμή θα τα επιλύσουμε".
Λίγο νωρίτερα ωστόσο, στον διάλογο που είχαν μπροστά στις κάμερες η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Αικατερίνη Σακελλαροπούλου με τον Πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, για το θέμα των γερμανικών επανορθώσεων, ο κ. Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ απάντησε κυνικά ότι «η νομική μας θέση για τις επανορθώσεις διαφέρει, το γνωρίζετε, για εμάς νομικά το θέμα θεωρείται λήξαν», αφήνοντας να εννοηθεί ότι, για τους Γερμανούς τα ελληνικά αιτήματα είναι "κλινικώς νεκρά"!
Ως «Κατοχικό Δάνειο» εννούνται οι αναγκαστικές πιστώσεις που επιβλήθηκαν από τις Αρχές Κατοχής στην Ελλάδα και που υπερέβαιναν τα «νόμιμα έξοδα» των κατοχικών δυνάμεων, τα οποία υποχρεούταν να καλύψει η κατεχόμενη Ελλάδα, δυνάμει της από 18.10.1907 Τέταρτης Σύμβασης της Χάγης «περί των Νόμων και Εθίμων του κατά ξηράν πολέμου» και του Παραρτήματος σ’ αυτήν. Αυτές οι καταβολές προς τη Γερμανία, μέσω αναγκαστικών δανείων, ήταν δυσανάλογες με την οικονομική δυνατότητα της Χώρας μας και για το λόγο αυτό η επιβολή τους προσκρούει ευθέως στους κανόνες
Διεθνούς Δικαίου.
Ερήμην του γερμανικού Δημοσίου εξεδόθη η υπ’ αριθμ. 137/1997 απόφαση του Πολυμελούς
Πρωτοδικείου Λιβαδειάς, που έκανε δεκτή εν μέρει την αγωγή, κατά το μέρος που η Νομαρχιακή αυτοδιοίκηση εκπροσωπούσε συγγενείς θυμάτων και επιδίκασε περίπου περίπου 150 εκατομύρια δραχμές.
Το Γερμανικό Δημόσιο άσκησε αναίρεση με βασικό αίτημα την ένσταση ετεροδικίας.
Παράλληλα, το 2002 σε άλλη παρεμφερή υπόθεση αγωγής αποζημιώσεως κατοίκων του Λιδορικίου. το αρμόδιο τμήμα του Αρείου Πάγου παρέπεμψε στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, το οποίο εξέδωσε απόφαση που αναγνωρίζει ότι, τα ελληνικά Δικαστήρια δεν έχουν διεθνή δικαιοδοσία.
Σύμφωνα με την άποψη έγκριτών νομικών, το κατοχικό δάνειο προς την Γερμανία, το οποίο συνήφθη με καταναγκαστικό και εκβιαστικό τρόπο, μεταξύ της εγκάθετης κατοχικής κυβέρνησης και της Γερμανίας, προς συντήρηση των στρατευμάτων κατοχής, από νομική σκοπιά θεωρείται «ενοχή εκ συμβάσεως» και όχι αδικοπρακτικής προέλευσης.
Λίγο νωρίτερα ωστόσο, στον διάλογο που είχαν μπροστά στις κάμερες η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Αικατερίνη Σακελλαροπούλου με τον Πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, για το θέμα των γερμανικών επανορθώσεων, ο κ. Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ απάντησε κυνικά ότι «η νομική μας θέση για τις επανορθώσεις διαφέρει, το γνωρίζετε, για εμάς νομικά το θέμα θεωρείται λήξαν», αφήνοντας να εννοηθεί ότι, για τους Γερμανούς τα ελληνικά αιτήματα είναι "κλινικώς νεκρά"!
Ούτε ο κ. Μητσοτάκης, ούτε η Σακελλαροπούλου, η οποία ως εκ της προηγούμενης θέσεως της ως Πρόεδρος του ΣτΕ γνωρίζει νομικά, δεν αντέτειναν στον κ. Σταϊμαγιερ ότι, από τις 13 Απριλίου του 2000 υπάρχει αμετάκλητη απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου που έκρινε ότι το γερμανικό κράτος οφείλει να αποζημιώσει τους Διστομίτες, τους απογόνους, τους συγγενείς και τους επιζώντες, για το ολοκαύτωμα του Διστόμου».
Αλλά τι να αντιλέξει στον Γερμανό Πρόεδρο ο Πρωθυπουργός, όταν για να εκτελεστεί η δικαστική απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, απαιτείται η υπογραφή του Έλληνα υπουργού Δικαιοσύνης και από το 2000, κανένας από όλους όσους πέρασαν από το Υπουργείο Δικαιοσύνης δεν έχει βάλει την υπογραφή του?
Τι σημαίνει ο όρος «γερμανικές οφειλές», που αποδίδει περιεκτικά τις αξιώσεις της χώρας μας προς αποκατάσταση, οι οποίες εντάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες?
Την αποπληρωμή του κατοχικού δανείου, τις πολεμικές επανορθώσεις για τις καταστροφές σε υποδομές και εγκαταστάσεις, πλουτοπαραγωγικές πηγές, φυσικό περιβάλλον, στρατιωτικό υλικό, πλοία κλπ., τις πολεμικές αποζημιώσεις για τα θύματα και τις οικογένειές τους (λόγω θανάτωσης και τραυματισμών, για εγκλεισμούς σε στρατόπεδα, φυλακίσεις, αρπαγές και καταστροφές περιουσιών κλπ.) και την επιστροφή κλεμμένων αρχαιολογικών θησαυρών και εκκλησιαστικών κειμηλίων.
Την αποπληρωμή του κατοχικού δανείου, τις πολεμικές επανορθώσεις για τις καταστροφές σε υποδομές και εγκαταστάσεις, πλουτοπαραγωγικές πηγές, φυσικό περιβάλλον, στρατιωτικό υλικό, πλοία κλπ., τις πολεμικές αποζημιώσεις για τα θύματα και τις οικογένειές τους (λόγω θανάτωσης και τραυματισμών, για εγκλεισμούς σε στρατόπεδα, φυλακίσεις, αρπαγές και καταστροφές περιουσιών κλπ.) και την επιστροφή κλεμμένων αρχαιολογικών θησαυρών και εκκλησιαστικών κειμηλίων.
Διεθνούς Δικαίου.
Η ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ
Η υπόθεση ξεκίνησε δικαστικά στη χώρα μας το 1995 με την κατάθεση της αγωγής ατο Πολυμελές Πρωτοδικείο Λιβαδειάς, με ενάγοντες συγγενείς θυμάτων και τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση της Βοιωτίας, που ενεργούσε ατομικά και ως εκπρόσωπος των κατοίκων του Διστόμου, για τις αποζημιώσεις ψυχικής οδύνης των συγγενών των θυμάτων κατά της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.
Ερήμην του γερμανικού Δημοσίου εξεδόθη η υπ’ αριθμ. 137/1997 απόφαση του Πολυμελούς
Πρωτοδικείου Λιβαδειάς, που έκανε δεκτή εν μέρει την αγωγή, κατά το μέρος που η Νομαρχιακή αυτοδιοίκηση εκπροσωπούσε συγγενείς θυμάτων και επιδίκασε περίπου περίπου 150 εκατομύρια δραχμές.
Το Γερμανικό Δημόσιο άσκησε αναίρεση με βασικό αίτημα την ένσταση ετεροδικίας.
Με την υπ’ αριθμ. 11/2000 απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου απορρίφτηκε η αναίρεση και η απόφαση των Διστομιτών κατέστη αμετάκλητη και εκτελεστή.
Τότε ξεκίνησε η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, με απόγραφο εκτελεστό της απόφασης του
Πρωτοδικείου, για το ποσόν που είχε επιδικαστεί στους κατοίκους του Διστόμου και επεβλήθη , στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανία κατάσχεση με έκθεση κατασχέσεως των περιουσιακών της στοιχείων στην Ελλάδα.
Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας τότε άσκησε ανακοπή κατά της εκτελέσεως επικαλούμενη τη διάταξη 923 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, σύμφωνα με την οποία απαιτείται η άδεια του Υπουργού Δικαιοσύνης προκειμένου να γίνει εκτελεστή απόφαση κατά αλλοδαπού Δημοσίου.
Τότε ξεκίνησε η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, με απόγραφο εκτελεστό της απόφασης του
Πρωτοδικείου, για το ποσόν που είχε επιδικαστεί στους κατοίκους του Διστόμου και επεβλήθη , στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανία κατάσχεση με έκθεση κατασχέσεως των περιουσιακών της στοιχείων στην Ελλάδα.
Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας τότε άσκησε ανακοπή κατά της εκτελέσεως επικαλούμενη τη διάταξη 923 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, σύμφωνα με την οποία απαιτείται η άδεια του Υπουργού Δικαιοσύνης προκειμένου να γίνει εκτελεστή απόφαση κατά αλλοδαπού Δημοσίου.
Επί της ανακοπής εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 3667/2001 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου που
απέρριψε την ανακοπή των Γερμανών.
απέρριψε την ανακοπή των Γερμανών.
Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας άσκησε έφεση κατά της δικαστικής απόφασης επί της οποίας εκδόθηκε απόφαση του Εφετείου, που έκανε δεκτή την έφεση και εξαφάνισε την απόφαση του Πρωτοδικείου και -αφού δίκασε την ανακοπή- την απέρριψε με το σκεπτικό ότι απαιτείται άδεια του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία δεν υπήρχε.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΔΙΚΗ
ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΔΙΚΗ
Παράλληλα, το 2002 σε άλλη παρεμφερή υπόθεση αγωγής αποζημιώσεως κατοίκων του Λιδορικίου. το αρμόδιο τμήμα του Αρείου Πάγου παρέπεμψε στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, το οποίο εξέδωσε απόφαση που αναγνωρίζει ότι, τα ελληνικά Δικαστήρια δεν έχουν διεθνή δικαιοδοσία.
Εν συνεχεία, με την απόφαση του Πρωτοδικείου Λιβαδειάς επισπεύσθηκε εκτέλεση σε ακίνητο του
γερμανικού Δημοσίου στην Ιταλία. Το ιταλικό Δικαστήριο αναγνώρισε την εκτελεστότητα της
αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λιβαδειάς, οπότε προσέφυγε στο Δικαστήριο της Χάγης για να κρίνει εάν η Γερμανία έχει ή όχι το προνόμιο της ετεροδικίας.
Η Ελλάδα σε αυτή την υπόθεση κατέθεσε αίτηση παρέμβασης, η οποία έγινε δεκτή, και η υπόθεση
συζητήθηκε.
γερμανικού Δημοσίου στην Ιταλία. Το ιταλικό Δικαστήριο αναγνώρισε την εκτελεστότητα της
αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λιβαδειάς, οπότε προσέφυγε στο Δικαστήριο της Χάγης για να κρίνει εάν η Γερμανία έχει ή όχι το προνόμιο της ετεροδικίας.
Η Ελλάδα σε αυτή την υπόθεση κατέθεσε αίτηση παρέμβασης, η οποία έγινε δεκτή, και η υπόθεση
συζητήθηκε.
Στην απόφαση αυτή, που δημοσιεύθηκε το 2012, αναφέρεται ότι το περιεχόμενο και το ύψος της
αποζημίωσης θα πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο διακρατικής συμφωνίας και όχι δικαστικής
διεκδίκησης, δεδομένου ότι «στην παρούσα φάση του Διεθνούς Δικαίου, δεν υπάρχει επαρκής δικαστική πρακτική που να υποστηρίζει την θεωρία της σχετικοποίησης της δικαστικής ασυλίας του κράτους» [δηλ. δεν έχουν εκδοθεί αρκετές αποφάσεις από εθνικά δικαστήρια που να δέχονται ότι η ετεροδικία δεν είναι απόλυτη]. Επομένως δεν μπορεί η Γερμανία να δικαστεί από τα ιταλικά ή τα ελληνικά δικαστήρια.
Σε αυτό το στάδιο παραμένουν "παγωμένα" τα ελληνικά αιτήματα, για τις γερμανικές επανορθώσεις, όπου στην πρώτη περίπτωση απαιτείται υπογραφή του Υπουργού Δικαιοσύνης και στη δεύτερη απαιτείται πολιτικός χειρισμός από την Κυβέρνηση.
αποζημίωσης θα πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο διακρατικής συμφωνίας και όχι δικαστικής
διεκδίκησης, δεδομένου ότι «στην παρούσα φάση του Διεθνούς Δικαίου, δεν υπάρχει επαρκής δικαστική πρακτική που να υποστηρίζει την θεωρία της σχετικοποίησης της δικαστικής ασυλίας του κράτους» [δηλ. δεν έχουν εκδοθεί αρκετές αποφάσεις από εθνικά δικαστήρια που να δέχονται ότι η ετεροδικία δεν είναι απόλυτη]. Επομένως δεν μπορεί η Γερμανία να δικαστεί από τα ιταλικά ή τα ελληνικά δικαστήρια.
Σε αυτό το στάδιο παραμένουν "παγωμένα" τα ελληνικά αιτήματα, για τις γερμανικές επανορθώσεις, όπου στην πρώτη περίπτωση απαιτείται υπογραφή του Υπουργού Δικαιοσύνης και στη δεύτερη απαιτείται πολιτικός χειρισμός από την Κυβέρνηση.
ΟΙ ΕΠΑΝΟΡΘΩΣΕΙΣ
Αυτό σημαίνει ότι, δεν τίθεται ούτε θέμα παραγραφής τους, ούτε θέμα παραίτησης της χώρας μας από τη διεκδίκηση τους. Τίθεται μόνο ζήτημα συνολικού υπολογισμού του ποσού της αποζημίωσης έως
σήμερα.
σήμερα.
Οι αποζημιώσεις λόγω ανθρώπινων θυμάτων και υλικών καταστροφών στην Ελλάδα από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής, από το 1946, στην Διάσκεψη των Παρισίων, είχαν προσδιορισθεί κατά προσέγγιση σε ύψος 7,5 δισ. δολαρίων. Ενώ μετά την απόφαση του Διεθνούς Στρατιωτικού Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης, το 1946, που είχε αποδεχτεί τις γερμανικές αποζημιώσεις έναντι της Ελληνικής Κυβέρνησης - επισήμως, το 1965- ο τότε Καγκελάριος Λούντβιχ Έρχαρτ είχε μιλήσει για επανορθώσεις ύψους 500 εκ. γερμανικών μάρκων.
Όγδόντα χρόνια μετά την απελευθέρωση της χώρας μας από τη ναζιστική κατοχή και μετά από αλλεπάλληλες δικαστικές αποφάσεις, που δικαίωσαν την Ελλάδα, το ζήτημα των γερμανικών επανορθώσεων παραμένει στα χαρτιά, ενώ είναι ζήτημα δικαιοσύνης, αλλά και νομιμότητας, όχι μόνον για την ελληνική πολιτεία, αλλά και για τη διεθνή κοινότητα, να πάρει σάρκα και οστά!
ΠΗΓΗ: "ΕΣΤΙΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ"