Μητέρα καταδικασμένου για τη δολοφονία του Αλκη Καμπανού, γράφει:
Περισσότεροι από 1,6 εκατομμύρια Έλληνες έχουν ζήσει τη φυλάκιση συγγενούς – Σοκαριστικά στατιστικά και κοινωνικές επιπτώσεις των φυλακών στην Ελλάδα.
Στην Ελλάδα, χιλιάδες άνθρωποι βρίσκονται κάθε χρόνο αντιμέτωποι με το φαινόμενο της φυλάκισης, όχι μόνο ως κρατούμενοι αλλά και ως μέλη οικογενειών που επηρεάζονται άμεσα από αυτή τη συνθήκη.
Στη δημόσια συζήτηση, οι φυλακές παρουσιάζονται ως χώρος «απομόνωσης» του εγκληματία από την κοινωνία. Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σύνθετη. Κάθε κρατούμενος αφήνει πίσω του οικογένεια, πολλές φορές παιδιά σε ευαίσθητη ηλικία, γονείς ηλικιωμένους που βασίζονται σε αυτόν, ή αδέρφια που ντρέπονται να μιλήσουν γι’ αυτό.Αν λάβουμε υπόψη τα επίσημα στοιχεία, περίπου 12.000 διαφορετικά άτομα φυλακίζονται κάθε χρόνο στη χώρα μας. Αυτό σημαίνει ότι σε μια περίοδο μιας γενιάς, περισσότεροι από 360.000 πολίτες έχουν βρεθεί σε κάποιο επισκεπτήριο μέσα σε σωφρονιστικό κατάστημα.
Πίσω από αυτούς τους αριθμούς, όμως, υπάρχει μια άλλη, πιο αθέατη πραγματικότητα: η επίδραση στις οικογένειες. Κάθε κρατούμενος έχει κατά μέσο όρο τέσσερις έως πέντε συγγενείς πρώτου βαθμού, δηλαδή γονείς, παιδιά και αδέρφια. Αν πολλαπλασιάσουμε αυτά τα δεδομένα, προκύπτει ότι περισσότεροι από 1,6 εκατομμύρια Έλληνες έχουν συγγενή πρώτου βαθμού που έχει φυλακιστεί τα τελευταία 30 χρόνια. Αυτός ο αριθμός δεν περιλαμβάνει φίλους, συντρόφους, γείτονες ή ευρύτερους συγγενείς. Αφορά αποκλειστικά και μόνο τις πιο άμεσες οικογενειακές σχέσεις.
Με κάθε καταδικαστική απόφαση, κάθε προφυλάκιση, κάθε μέρα εγκλεισμού, υπάρχουν οικογένειες που καλούνται να διαχειριστούν ψυχολογικά, κοινωνικά και οικονομικά βάρη. Παιδιά μεγαλώνουν με τον έναν γονέα απόντα. Γονείς νιώθουν ντροπή και κοινωνική απόρριψη. Αδέρφια και σύζυγοι παλεύουν να διατηρήσουν την αξιοπρέπεια της οικογένειας ενώ βρίσκονται στο περιθώριο. Το στίγμα του εγκλεισμού δεν σταματά στην είσοδο των φυλακών. Απλώνεται στις γειτονιές, στα σχολεία, στους χώρους εργασίας. Κοινωνικές προκαταλήψεις συνοδεύουν τις οικογένειες των κρατουμένων για χρόνια, ανεξαρτήτως της βαρύτητας του αδικήματος ή της προσπάθειας επανένταξης.
Τα παιδιά κρατουμένων είναι μια εξαιρετικά ευάλωτη ομάδα. Αντιμέτωπα με συναισθήματα εγκατάλειψης, ενοχής, ή ντροπής, δυσκολεύονται να εκφράσουν τι βιώνουν και να ενταχθούν ομαλά στο σχολικό ή κοινωνικό τους περιβάλλον διαμορφώνοντας τη ζωή ενός παιδιού για πάντα.
Η στήριξη των οικογενειών των κρατουμένων δεν είναι θέμα φιλανθρωπίας, αλλά κοινωνικής δικαιοσύνης. Η δημιουργία μηχανισμών ψυχολογικής υποστήριξης, η ενίσχυση της πρόσβασης σε κοινωνικές υπηρεσίες, η οικονομική ανακούφιση όπου υπάρχει ανάγκη, και η εκπαίδευση της κοινωνίας για την άρση του στίγματος είναι βασικά βήματα προς μια πιο δίκαιη αντιμετώπιση αυτής της αθέατης ομάδας. Μπορούμε να μιλάμε για κοινωνική συνοχή όταν αγνοούμε 1,6 εκατομμύρια ανθρώπους που ζουν στο περιθώριο της προσοχής, μόνο και μόνο επειδή αγαπούν κάποιον που έχει περάσει από τις φυλακές; Το ζήτημα της φυλάκισης δεν αφορά μόνο τον παραβάτη, αλλά και ολόκληρο το οικογενειακό και κοινωνικό του περιβάλλον.
Αναγνωρίζοντας το εύρος αυτής της σιωπηλής πραγματικότητας, μπορούμε επιτέλους να ξεκινήσουμε μια ανθρώπινη, δημόσια συζήτηση και να χτίσουμε τις δομές που θα στηρίξουν αυτές τις οικογένειες όπως τους αξίζει: με σεβασμό, κατανόηση και έμπρακτη αλληλεγγύη.