Αυστηρές συστάσεις, με στόχο κυρίως την Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων απευθύνει ο Αρειος Πάγος, στην προσπάθεια να βάλει “φρένο” στην κλιμακούμενη αντιπαράθεση ανάμεσα σε δικηγόρους και δικαστικούς λειτουργούς, ενώ τονίζει ότι οι εκατέρωθεν δηλώσεις και δημόσιες τοποθετήσεις δημιουργούν τεχνητή ένταση, πλήττουν τη θεσμική λειτουργία της Δικαιοσύνης και συχνά υπερβαίνουν τους κανόνες δεοντολογίας.
Στην ανακοίνωση του το Ανώτατο Δικαστήριο, ενώ αρχικά κινείται στη λογική των ίσων αποστάσεωνς ανάμεσα στις δύο αντιμαχόμενες πλευρές απορρίπτει, εμμέσως πλην σαφώς, το αίτημα της ΕνΔΕ για «αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου που διέπει τον πειθαρχικό έλεγχο ακραίων συμπεριφορών δικηγόρων στα πρότυπα των υπολοίπων ευρωπαϊκών κρατών», τονίζοντας ότι οι διαδικασίες ελέγχου και πειθαρχικής αξιολόγησης «είναι θεσμικά κατοχυρωμένες με συγκεκριμένες διατάξεις του Συντάγματος, του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και του Κώδικα Δικηγόρων, και λειτουργούν. Συνεπώς, δεν είναι ανεκτές για το Κράτος Δικαίου αντίθετες συμπεριφορές ούτε πράξεις, που επιχειρούν να δημιουργήσουν τετελεσμένα».
Και καταλήγει: «Αναμένουμε την άμεση ανταπόκριση των εμπλεκόμενων φορέων και των εκπροσώπων τους για την αποκατάσταση του κλίματος εμπιστοσύνης στο χώρο της απονομής του δικαίου. Τυχόν εξακολούθηση των ίδιων συμπεριφορών θα αξιολογηθεί ως προσβολή της Δικαιοσύνης και των Πολιτών».
Και καταλήγει: «Αναμένουμε την άμεση ανταπόκριση των εμπλεκόμενων φορέων και των εκπροσώπων τους για την αποκατάσταση του κλίματος εμπιστοσύνης στο χώρο της απονομής του δικαίου. Τυχόν εξακολούθηση των ίδιων συμπεριφορών θα αξιολογηθεί ως προσβολή της Δικαιοσύνης και των Πολιτών».
Διαβάστε την ανακοίνωση:
"Το τελευταίο χρονικό διάστημα, που συμπίπτει με τις εκλογές στους Δικηγορικούς Συλλόγους της Χώρας, αλλά και την επικείμενη Γενική Συνέλευση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, παρουσιάζεται το φαινόμενο, των εκατέρωθεν δηλώσεων και δημοσίων τοποθετήσεων που προκαλούν (τεχνητή) ένταση στις σχέσεις δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών και δικηγόρων, με αφορμή την έκδοση μη αρεστών ενδεχομένως δικαστικών αποφάσεων, βουλευμάτων, ή και γενικά τη διατύπωση κρίσεων από τα δικαστικά όργανα στα πλαίσια της δικαιοδοτικής τους λειτουργίας.
Τόσο οι δικαστικοί λειτουργοί όσο και οι συνήγοροι-συλλειτουργοί της δικαιοσύνης, θα πρέπει πρωτίστως να διασφαλίζουν την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, που είναι το διακύβευμα μιας ευνομούμενης κοινωνίας και θα πρέπει να προφυλάσσεται ως κόρη οφθαλμού από όλους.
Επισημαίνουμε σε όλους τους εμπλεκόμενους σε αυτό το κλίμα, ότι η προστασία των θεσμών και των μετεχόντων στην απονομή της δικαιοσύνης δεν είναι επαρκές άλλοθι για συμπεριφορές που κινούνται στο φάσμα της παραβίασης των κανόνων της δεοντολογίας. Άλλωστε, η υπηρεσία που παρέχουν με τέτοιου είδους εξωθεσμικές «δράσεις» καθόλου χρήσιμη και οπωσδήποτε βλαπτική είναι για τους συναδέλφους τους δικαστές και δικηγόρους, τους οποίους θεωρητικά επιθυμούν να προστατεύσουν.
Υπενθυμίζουμε ότι οι διαδικασίες ελέγχου των παραβατικών συμπεριφορών είναι ανελαστικά θεσπισμένες με συγκεκριμένες διατάξεις του Συντάγματος, του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και του Κώδικα Δικηγόρων, και λειτουργούν. Συνεπώς, δεν είναι ανεκτές για το Κράτος Δικαίου αντίθετες
συμπεριφορές ούτε πράξεις, που επιχειρούν να δημιουργήσουν τετελεσμένα.
Αναμένουμε την άμεση ανταπόκριση των εμπλεκόμενων φορέων και των εκπροσώπων τους για την αποκατάσταση του κλίματος εμπιστοσύνης στο χώρο της απονομής του δικαίου. Τυχόν εξακολούθηση των ίδιων συμπεριφορών θα αξιολογηθεί ως προσβολή της Δικαιοσύνης και των Πολιτών.
Ο εκπρόσωπος Τύπου του Αρείου Πάγου
Παναγιώτης Λυμπερόπουλος
Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου".
"Το τελευταίο χρονικό διάστημα, που συμπίπτει με τις εκλογές στους Δικηγορικούς Συλλόγους της Χώρας, αλλά και την επικείμενη Γενική Συνέλευση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, παρουσιάζεται το φαινόμενο, των εκατέρωθεν δηλώσεων και δημοσίων τοποθετήσεων που προκαλούν (τεχνητή) ένταση στις σχέσεις δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών και δικηγόρων, με αφορμή την έκδοση μη αρεστών ενδεχομένως δικαστικών αποφάσεων, βουλευμάτων, ή και γενικά τη διατύπωση κρίσεων από τα δικαστικά όργανα στα πλαίσια της δικαιοδοτικής τους λειτουργίας.
Τόσο οι δικαστικοί λειτουργοί όσο και οι συνήγοροι-συλλειτουργοί της δικαιοσύνης, θα πρέπει πρωτίστως να διασφαλίζουν την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, που είναι το διακύβευμα μιας ευνομούμενης κοινωνίας και θα πρέπει να προφυλάσσεται ως κόρη οφθαλμού από όλους.
Επισημαίνουμε σε όλους τους εμπλεκόμενους σε αυτό το κλίμα, ότι η προστασία των θεσμών και των μετεχόντων στην απονομή της δικαιοσύνης δεν είναι επαρκές άλλοθι για συμπεριφορές που κινούνται στο φάσμα της παραβίασης των κανόνων της δεοντολογίας. Άλλωστε, η υπηρεσία που παρέχουν με τέτοιου είδους εξωθεσμικές «δράσεις» καθόλου χρήσιμη και οπωσδήποτε βλαπτική είναι για τους συναδέλφους τους δικαστές και δικηγόρους, τους οποίους θεωρητικά επιθυμούν να προστατεύσουν.
Υπενθυμίζουμε ότι οι διαδικασίες ελέγχου των παραβατικών συμπεριφορών είναι ανελαστικά θεσπισμένες με συγκεκριμένες διατάξεις του Συντάγματος, του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και του Κώδικα Δικηγόρων, και λειτουργούν. Συνεπώς, δεν είναι ανεκτές για το Κράτος Δικαίου αντίθετες
συμπεριφορές ούτε πράξεις, που επιχειρούν να δημιουργήσουν τετελεσμένα.
Αναμένουμε την άμεση ανταπόκριση των εμπλεκόμενων φορέων και των εκπροσώπων τους για την αποκατάσταση του κλίματος εμπιστοσύνης στο χώρο της απονομής του δικαίου. Τυχόν εξακολούθηση των ίδιων συμπεριφορών θα αξιολογηθεί ως προσβολή της Δικαιοσύνης και των Πολιτών.
Ο εκπρόσωπος Τύπου του Αρείου Πάγου
Παναγιώτης Λυμπερόπουλος
Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου".

.jpg)