Ο
υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ Ακης
Σκέρτσος εξέφρασε τη διαφωνία του για
τον τρόπο με τον οποίο τοποθετήθηκε η
εισαγγελέας της έδρας στη δίκη για τον
βιασμό και τη δολοφονία της Ελένης
Τοπαλούδη.
Σε
ανάρτησή του στο facebook, αναφέρει τα εξής:
«Τα
δικαστήρια δεν είναι "λαϊκή
απογευματινή". Άλλο η ενσυναίσθηση,
αναγκαίο στοιχείο για μια ισορροπημένη
δικαστική κρίση, και άλλο η ταύτιση. Η
εμπιστοσύνη στο κράτος δικαίου προϋποθέτει
δικαστικούς λειτουργούς που αποφεύγουν
τις συναισθηματικές ταυτίσεις ακόμη
και με τα θύματα των πιο ειδεχθών
εγκλημάτων. Ακριβώς διότι δεν πρέπει
να αφήνουν καμία χαραμάδα αμφιβολίας
ότι κρίνουν με βάση προσωπικές απόψεις
και ευαισθησίες ή με το κατά που δείχνει
το "κοινό περί δικαίου αίσθημα".
Κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε άλλωστε
σημαντική ανασφάλεια δικαίου.
Τον
δικαστικό λειτουργό τον θελουμε ψυχρό
και αμερόληπτο πάνω στην έδρα διότι
οφείλει να κρίνει ΚΑΙ κόντρα στις
προσωπικές του απόψεις, να λαμβάνει ΚΑΙ
αντιδημοφιλείς αποφάσεις, πάντα στο
πλαίσιο όσων ορίζουν το Σύνταγμα και
οι νόμοι. Διαφορετικά ο δρόμος προς τον
δικαστικό λαϊκισμό, σε αποφάσεις δηλαδή
που χαϊδεύουν την κοινή γνώμη, είναι
ορθάνοιχτος και εξαιρετικά ολισθηρός
για το κύρος της δικαιοσύνης και τη
λειτουργία του πολιτεύματος. Εύχομαι
από καρδιάς οι γονείς της άτυχης κοπέλας
να λάβουν την ηθική δικαίωση που τους
οφείλει η δικαιοσύνη και η πολιτεία.
Και οι ένοχοι την τιμωρία που τους
αξίζει».
Νωρίτερα, η Ολομέλεια των προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, κατηγόρησε για απαξιωτική συμπεριφορά την εισαγγελέα
της δίκης Τοπαλούδη.
Σε δήλωση-καταγγελία η Ολομέλεια
ξεκαθαρίζει πως δεν έχει διάθεση
παρέμβασης στην ουσία της υπόθεσης
ωστόσο επισημαίνει ότι η εισαγγελική
λειτουργός, στην αγόρευση της, αναφέρθηκε
απαξιωτικά στο υπερασπιστικό έργο των
δικηγόρων προσβάλλοντας «στο σύνολό
του το δικηγορικό σώμα και το ρόλο
του υπερασπιστή δικηγόρου, που αποτελεί
πυλώνα του νομικού μας πολιτισμού, στο
οποίο (δικηγορικό σώμα) προσδίδει
συμπεριφορά αντίθετη προς τον θεσμικό
του ρόλο και τις επιβαλλόμενες από το
νόμο υποχρεώσεις του ως συλλειτουργού
της δικαιοσύνης, έλαβε χώρα καθ’
υπέρβαση των καθηκόντων της, παραβιάζει
ευθέως τις διατάξεις του ΚΠΔ και του
ισχύοντος Κώδικα Δικηγόρων και απάδει
στον εισαγγελικό θεσμό.».