Πυρ
κατά... ριπάς εξαπέλυσε η εισαγγελέας
του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων
της Αθήνας, για τους 32 κατηγορούμενους,
στη δίκη για τις “χρυσές” μίζες, που
δόθηκαν για τις συμβάσεις των υποβρυχίων
επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ.
Η
κ. Παντελάκη, που αναφέρθηκε μέχρι τώρα
σε επτά από τους 32 κατηγορούμενους,
καθώς η διαδικασία της πρότασης της
είναι σε εξέλιξη, ζήτησε να κριθούν
ένοχοι οι έξι και τόνισε πως, “αποδείχτηκε
ότι, η υπογραφή των συμβάσεων είχε
μεγαλύτερο όφελος για τη γερμανική
εταιρεία, σε βάρος του ελληνικού
δημοσίου”.
Ενώ
πρόσθεσε η εισαγγελέας ότι, “η Φέροσταλ
έπαιρνε 2,5% μίζα στις συμβάσεις και οι
εμπλεκόμενοι έπαιρναν 5%, γι’ αυτό και
δόθηκε τόσο μεγάλη προκαταβολή ενώ σε
αντίστοιχες περιπτώσεις δεν δινόταν
προκαταβολή ούτε 30%”.
Διαβάστε
το πρώτο μέρος της πρότασης της εισαγγελέα
Εφετών:
Στην
αρχή της αγόρευσης της η
κ. Παντελάκη αναφέρθηκε
στο νομικό σκέλος των κατηγοριών
λέγοντας:
“Eπειδή κάποιοι
κατηγορούμενοι έχουν προβάλει τον
ισχυρισμό ότι, κατά το επίδικο χρονικό
διάστημα δεν είχαν την ιδιότητα του
υπαλλήλου, με την έννοια, που δίνει ο
Ποινικός Κώδικας και εν προκειμένω
δεν
πληρούται η αντικειμενική υπόσταση του
αδικήματος της παθητικής δωροδοκίας
με την επιβαρυντική περίσταση υπαγωγής
στο Ν. 1608/50 (περί καταχραστών του δημοσίου),
πρέπει να δούμε σε ποιό καθεστώς
υπαγονται”.
Και
συμπλήρωσε:
“Τα
ΕΝΑΕ ιδρύθηκαν την 12η-09-56 μεταξύ Νιάρχου
και Ναυπηγείων με σύμβαση μεταξύ τους.
Λαμβανομένου υπόψη του
σκοπού
των ΕΝΑΕ και της επιλογής του τόπου,
καθώς και πρόβλεψης στην σύμβαση
υποχρέωσης γνωστοποίησης στον ανάδοχο,
συστήθηκε η συγκεκριμένη ΑΕ. Προβλέφθηκε
μεταβίβαση δικαιωμάτων αναδόχου, όχι
όμως δικαίωμα μεταβίβασης δικαιωμάτων
σε τρίτον χωρίς σύμφωνη
γνώμη
του Δημοσίου. Τα ΕΝΑΕ λειτούργησαν ως
ΑΕ και ύστερα αποκτήθηκαν από την ΕΤΒΑ
έως τα μέσα του 2002, η οποία ανήκε στο
ελληνικό δημόσιο, ιδρύθηκε ως δημόσια
επιχείρηση, σκοπός της ήταν η ενίσχυση
βιομηχανικής ανάπτυξης της χώρας. Τα
ΕΝΑΕ είναι παράδειγμα
ίδρυσης
ΝΠΙΔ από το δημόσιο. Υπήρξε κύρωση της
ίδρυσης από νομοθετικό διάταγμα όπου
οριζόταν πώς θα λειτουργούσαν. Η ίδρυσή
τους αποτέλεσε απόφαση κυβερνητική,
που έλαβε νομοθετική ισχύ με το
συγκεκριμένο νομοθετικό διάταγμα. Με
τη σύμβαση ανατίθεται η
λειτουργία
των ΕΝΑΕ στον αντισυμβαλλόμενο για
λογαριασμό του αναδόχου. Το ελληνικό
δημόσιο όμως διατηρεί προνόμια στον
τρόπο λειτουργίας. Προκύπτει ότι
εν προκειμένω το δημόσιο λειτουργεί ως
ιδρυτής. Η παραχώρηση δικαιωμάτων
χωρίς συναίνεση του δημοσίου
καθιστούσε
άκυρη οποιαδήποτε σχετική συμφωνία.
Οι
υποχρεώσεις και τα δικαιώματα του
αναδόχου δεν θα έπαυαν με τυχόν αποχώρησή
του. Η ΕΝΑΕ ΑΕ λειτουργούσε στο πλαίσιο
της
ως
άνω συμβάσεως και ιδρύθηκε από το
δημόσιο. Υπάγεται δηλαδή στο εδ. Γ του
263Α ΠΚ.
Σύμφωνα
με το συγκεκριμένο εδάφιο, για να θεωρηθεί
μία εταιρεία δημόσια, πρέπει σε αυτήν
να είναι το ιδρυτικό πρόσωπο το δημόσιο,
να μετέχει το δημόσιο στο κεφάλαιο και
σκοπός της να
είναι
η διοικητή ανάπτυξη. Μετά την ίδρυση
των ΕΝΑΕ, το 51% αποκτήθηκε από την ΕΤΒΑ
τουδημοσίου, η ΕΤΒΑ ασκούσε κυβερνητική
πολιτική με σκοπό την εθνική βιομηχανική
ανάπτυξη.
Το
δημόσιο συμμετείχε στο μετοχικό κεφάλαιο
ΕΝΑΕ ΑΕ κατά το χρόνο τελέσεως των αδίκων
πράξεων από τους κατηγορουμένους. Τα
ΕΝΑΕ υπάγονται στο εδάφιο γ του 263 Α ΠΚ.
Αυτά
ως προς τους ισχυρισμούς των κατ/νων
ότι δεν ήταν υπάλληλοι του δημοσίου.
Γιά το αδίκημα της απιστίας η εισαγγελέας είπε:
“Για
να πληρούται η υπόσταση του αδικήματος
αυτού, πρέπει να υπάρχει ελάττωση
της δημόσιας περιουσίας, γνώση του
υπαλλήλου και θέλησή του για αυτό το
αποτέλεσμα. Σκοπός του υπαλλήλου είναι
να ωφεληθεί ο ίδιος ή άλλος. Τρία
είναι τα στάδια, ο προσδιορισμός, η
είσπραξη και η διαχείριση της δημόσιας
περιουσίας. Διαχείριση είναι οι
διαχειριστικές πράξεις κατόπιν της
εισροής της δημόσιας περιουσίας,
επιμέλεια εισπράξεων και πληρωμών. Το
256 ΠΚ ποινικοποιεί την συμπεριφορά των
υπαλλήλων, που εισπράττουν και
διαχειρίζονται. Προβλέπεται δε, ισόβια
κάθειρξη σε περίπτωση
συνδρομής
επιβαρυντικών περιστάσεων. Υπάρχει και
σχετική νομολογία. Για τον χαρακτήρα
της περιουσίας ως δημόσιας, δεν λαμβάνεται
υπόψη, εάν αυτή ανήκει στο δημόσιο. Σε
περίπτωση ΝΠΙΔ που ιδρύθηκε από το
δημόσιο για την εξυπηρέτηση δημοσίου
συμφέροντος, πρέπει να κρίνεται ο
δημόσιος χαρακτήρας κάθε φορά από την
ιδρυτική διάταξη.
Η
εισαγγελέας αναφέρθηκε εκτενώς στο
ιστορικό της υπόθεσης, καθώς επίσης
στις συμβάσεις και τα προγράμματα
εκσυγχρονισμού των υποβρυχίων και
επεσήμανε τα εξής:
“Ελήφθησαν υπόψη δημοσιεύματα εκείνης της εποχής, έρευνα της γερμανικής δικαιοσύνης, έγγραφα και απολογίες των κατηγορουμένων, έρευνες του ΣΔΟΕ και πραγματογνωμοσύνες.
Υπήρχαν
δημοσιεύματα του ελληνικού τύπου (όπως
ανέφερε και με την κατάθεσή του ο
δημοσιογράφος Τάσος Τέλλογλου), κυρίως
το Μάρτιο του 2010, στον Ελεύθερο Τύπο και
σε άλλες εφημερίδες, ως προς μίζες
εκατομμυρίων
για τα υποβρύχια.
Οι
εταιρείες που σχετίζονταν με την υπόθεση
είχαν έδρα στη
Γερμανία
και οι γερμανικές αρχές ανακάλυψαν κατά
την έρευνά τους διαδρομές πολλών
εκατομμυρίων ευρώ.
Αναφέρθηκε
τότε ως προς την Ελλάδα ότι, η Φέροσταλ
έπαιρνε 2,5% μίζα στιςσυμβάσεις και
εμπλεκόμενοι έπαιρναν 5%, γι’ αυτό και
δόθηκε τόσο μεγάλη προκαταβολή ενώ σε
αντίστοιχες περιπτώσεις δεν δινόταν
προκαταβολή ούτε 30%.
Η
γερμανική δικαιοσύνη διαπίστωσε ότι
και η Ferrostaal προέβαινε σε χρηματισμούς.
Τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά πωλήθηκαν στη
ΜΑΝ, εταιρεία, η οποία ήταν συγγενής με
τη Ferrostaal.
Στο
Μόναχο, το Μάρτιο του 2010 δόθηκαν υπέρογκες
πληρωμές σε αξιωματικούς στην Ελλάδα
για την προμήθεια των υποβρυχίων. Οι
εταιρείες HDW και Ferrostaal ήταν οι βασικοί
ανάδοχοι στις
συμβάσεις
των υποβρυχίων. Αντικείμενα των συμβάσεων
ήταν ο εξοπλισμός των υποβρυχίων και η
μεταφορά τεχνογνωσίας. Υπήρξαν πολλά
προγράμματα τα οποία έμειναν ανεκτέλεστα.
Κομβικό
σημείο ήταν το Λονδίνο για την διαχείριση
των παρανόμων πληρωμών.Βάσει αυτών
των στοιχείων, σχηματίστηκε η εν
προκειμένω δικογραφία και έγινε περαιτέρω
έρευνα.
Αποδείχτηκε
ότι η υπογραφή των συμβάσεων είχε
μεγαλύτερο όφελος για τη γερμανική
εταιρεία, πάντα σε βάρος του ελληνικού
δημοσίου. Έγιναν πληρωμές σε πρόσωπα
που είχαν την ιδιότητα
του
υπαλλήλου.
Η
δωροληψία είχε στόχο να καθυστερήσουν
οι υπάλληλοι ή να “φέρουν” πίσω συμβάσεις
ώστε αυτές να μην ολοκληρωθούν ή απλώς
να μην προχωρήσουν γρήγορα. Γι’ αυτό
δόθηκαν χρήματα σε υπαλλήλους του
κράτους.
Σύμφωνα
με το υπόμνημα του Ματαντού στην
Ελλάδα,
η κανονική τιμή πώλησης των υποβρυχίων
θα έπρεπε να είναι 600.000 μάρκα, δηλ.
300.000.000 ευρώ. Το τίμημα ήταν 230.000.000 ευρώ,
ωστόσο αυτό θεωρείται ιδιαίτερα υψηλό.
Κατόπιν διαπραγματεύσεων, θα έπρεπε να
είναι
πολύ χαμηλότερο.
Ωστόσο
κόστισε 500.000.000 ευρώ περισσότερο μόνο
για το πρώτο
κομμάτι
από τις συμβάσεις”.
Και
συνέχισε η εισαγγελέας:
“Εν
προκειμένω η γραπτή συμφωνία μεταξύ
της εταιρείας “Γερμανός” και της
Ferrostaal για τα Α/Ω το 2003 αντικατέστησε
συμφωνία, η οποία συντάχθηκε το 1996. Αυτό
είναι σημαντικό για τον
δόλιο
τρόπο αντικατάστασης των Α/Ω. Ο
Γερμανός αρνείται τη συμμετοχή στα Α/Ω.
Ανέφερε ότι το 1999 ήρθε σε επαφή με
Ferrostaal, η οποία προσπαθούσε να επιτύχει
την εξαγορά των ναυπηγείων ενώ η ίδια
ήταν ήδη χρεοκοπημένη.
Από
τη δικογραφία του Μονάχου, έχει αναγνωσθεί
μία απόφαση με τη οποία οι επικεφαλής
της Ferrostaal, Χάουν και Μίλενμπεκ συνέστησαν
ομάδα, για να επιτευχθεί η σύναψη
συμβάσεως για την προμήθεια των υποβρυχίων
περί το 1997. Διάλεξαν πρόσωπα καίρια για
να επιτευχθεί αυτό με καθοδήγηση του
Πούκλερ. Το κυβερνόν κόμμα που ήδη
κυβερνούσε κατά την υπογραφή της πρώτης
συμβάσεως των υποβρυχίων συνέχισε να
κυβερνά και μετέπειτα, βέβαια δεν ήταν
σίγουρο ποιός θα ήταν υπουργός εθνικής
άμυνας. Οριστικοποιήθηκε η ομάδα με την
προσθήκη Μπέλτσιου, ο οποίος είχε
γνωριμία και σχέση με Τσοχατζόπουλο, ο
οποίος τον όρισε εκπρόσωπό του¨.
H κ. Παντελάκη εισαγγελέας
στάθηκε ιδιαίτερα στο πως υλοποιήθηκαν
οι συμβασεις για τoν εκσυγχρονισμό των
υποβρυχιων, λέγοντας:
“Στο πόρισμα του ΣΔΟΕ αναφέρεται σειρά πράξεων που αφορούσε την πρώτη σύμβαση. Το ΓΕΝ είχε βασικό ρόλο στο τι θα αγοραζόταν για τις ανάγκες της ελληνικής άμυνας. Τα γεγονότα αυτά δεν αμφισβητούνται. Από τον Ιανουάριο του 1997 έγινε ενέργεια έναρξης
διαδικασίας
υποβολής προσφορών. Ωστόσο ήταν απλώς
τυπική η πρόσκληση αυτή. Δεν ήταν συλλογή
προσφορών στην πραγματικότητα. Μήνες
πριν, το 1996 είχε αρχίσει συζήτηση μεταξύ
των ΕΝΑΕ με τη Ferrostaal. Ανταγωνιστικές
χώρες της Γερμανίας ήταν η Γαλλία και
η Σουηδία. Συμπεραίνεται ότι
προσεγγίστηκε ο Αβατάγγελος για να
αντιμετωπιστεί το πρόβλημα του
ανταγωνισμού. Τα
γαλλικά ήταν πιο σύγχρονα σε σχέση με
την τεχνολογία. Η υπογραφή της
βασικής συμβάσεως “Αρχιμήδης” έγινε
μεταξύ των ΕΝΑΕ και της Ferrostaal, έγινε
απευθείας ανάθεση με συμπαραγωγή με τα
γερμανικά ναυπηγεία. Στις 31-5-2002
υπεγράφη σύμβαση για επισκευή 3 υποβρυχίων
τύπου 209, η σύμβαση
“Ποσειδών”,
προβλεπόταν κόστος 826.000.000 ευρώ περίπου,
ανάδοχος ήταν τα ΕΝΑΕ και κατασκευαστής
η Ferrostaal. Έγινε
απευθείας ανάθεση με συμπαραγωγή με τα
γερμανικά ναυπηγεία.
Τα
ΕΝΑΕ δεν διέθεταν κατάλληλο εξοπλισμό,
και γι’ αυτό δόθηκε το δικαίωμα στον
ανάδοχο να συνάπτει περαιτέρω συμβάσεις,
και έτσι συνήψε δύο συμβάσεις με την
Ferrostaal.
Η
μία προέβλεπε κατασκευή υποβρυχίων στο
Κίελο και υπεγράφη στις 5-2-2000 από τον
Εμμανουήλ και τους Χάουν και Μίλενμπεκ.
Η άλλη αφορούσε κατασκευή 2+1 option στα
ΕΝΑΕ, υπεγράφη δε από τους ίδιους
συμβαλλομένους. Στη δεύτερη προβλεπόταν
δικαίωμα προαιρέσεως στον
αγοραστή.
Αυτό το δικαίωμα ασκήθηκε με τροποποίηση
στις 31-5-2002. Το κόστος
εκσυγχρονισμού
ήταν 826.000.000 περίπου ευρώ και κατόπιν,
στις 31-5-2002, υπεγράφη σύμβαση για επισκευή
υποβρυχίων “ΠΟΣΕΙΔΩΝ 2”. Στο πλαίσιο
αυτής υπεγράφη σύμβαση μεταξύ Εμμανουήλ
και του διευθυντή των HDW και Ferrostaal”.
Και
συμπλήρωσε η εισαγγελέας:
Ο κατηγορούμενος
Αντώνης Κάντας, αναπληρωτής
Γενικός Διευθυντης της Διεύθυνσης
Εξοπλισμών είπε ότι, η υπογραφή
ήταν μονόδρομος γιατί όλες οι αποφάσεις
είχαν ληφθεί. Είχαν γίνει ήδη
μελέτες και κάτι διαφορετικό θα ήταν
δαπανηρό. Ήταν αναγκασμένος να προχωρήσει,
όπως
είπε.
Ο
κατηγορούμενος Παναγιώτης
Ευσταθίου, σύμβουλος της Γερμανικής
εταιρίαςSTN ATLAS ELEKTRONIK ήταν
εκπρόσωπος της TREDECO
στην Ελλάδα. Σε αυτήν εργαζόταν και ο
στενός του συνεργάτης Εμμανούλ Σαρτζετάκης, που
ηταν ήδη απόστρατος κατά την συνεργασία.
Ο
Κάντας συνυπέγραψε έγγραφο από 1-1-2002 με
το οποίο εγκρίθηκε το οπλικό σύστημα
των υποβρυχίων ΠΟΣΕΙΔΩΝ με κατασκευάστρια
την STN ATLAS. O ίδιος είπε ότι δεν μπορούσε
να πράξει διαφορετικά”.
Στη
συνέχεια η εισαγγελέας έστρεψε τα πυρά
της ως προς τον καθένα από τους
κατηγορούμενους:
ΑΝΤΩΝΗΣ
ΚΑΝΤΑΣ
Για τον αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή της Διεύθυνσης Εξοπλισμών Αντώνη Κάντα η εισαγγελέας προτεινε να κηρυχθεί ένοχος με
ελαφρυντικά,
που ζητάει, ήτοι τα ελαφρυντικά μετανοίας
γιατί επιχείρησε να άρει τις συνέπειες
πράξεών
του και προτέρου εντίμου βίου. Είπε:
“Κατά
τα έτη 1997-2002 υπηρετούσε στη γενική
διεύθυνση εξοπλισμού.
Γνωρίστηκε
με τον Ευσταθίου το 1999, ο οποίος του
ανέφερε ότι το οπλικό σύστημα των
υποβρυχίων είχε ήδη αποφασισθεί και
για τους δύο τύπους υποβρυχίων και
ζήτησε από τον Κάντα να το προχωρήσει
χωρίς καθυστέρηση. Όλα τα υποβρύχια
είχαν οπλικά συστήματα από
την
ίδια εταιρεία. Ο Κάντας ανέφερε ως προς
το ποσό που έλαβε από τον Ευσταθίου, ότι
το πήρε για να πραγματοποιηθεί το
πρόγραμμα χωρίς να γίνουν παρατηρήσεις.
Το σύστημα αυτό ήταν από τα ακριβότερα
συστήματα. Ο Κάντας έχει ομολογήσει
τις πράξεις για τις οποίες κατηγορείται
και τις αποδέχεται και αυτό απαιτεί
κάποια γενναιότητα γιατί αυτό έχει
συνέπεια απομόνωση και μοναχικότητα. Εισέπραξε
συνολικά 600.000.000 ευρώ. Ο Ευσταθίου του
σύστησε τον Λυγινό με
τον
οποίο βρέθηκε. Άνοιξε ονομαστικούς
λογαριασμούς το 2002. Στην Dresdner Bank ανοίχθηκε
ο λογαριασμός του και εκεί έγινε η αρχική
καταβολή από τον Ευσταθίου. Έγιναν
πολλές συναλλαγές και καταβολές μέσω
κι άλλων λογαριασμών, όπως προκύπτει
από τις εκθέσεις του
Βλάχου.
Φαίνεται από τους λογαριασμούς ότι
έγιναν καταβολές από τον Ευσταθίου προς
τον Κάντα. Στην πορεία ο Κάντας γνωρίστηκε
με τον Μεταξά ο οποίος του συστήνει
άλλους τρόπους μεταφοράς χρημάτων, πιο
ασφαλείς. Αυτά έχουν αποδειχθεί. Ο Κάντας
είχε αρκετές γνώσεις και
καλλιέργεια
ως προς τα οικονομικά. Ήταν και πτέραρχος.
Ο Τσοχατζόπουλος τον είχε επιλέξει ως
άτομο ικανό να υπηρετήσει σε αναπλήρωση
του τότε υποδιευθυντή της Γενικής
Διεύθυνσης
Εξοπλισμών.
Η ΓΔΕ καθορίζει τις προδιαγραφές των
προγραμμάτων και ορίζει τα μέλη που
αποφασίζουν. Ο Κάντας είπε ότι ήταν
μονόδρομος η υπογραφή των εγγράφων.
Είχε αποφασιστεί ήδη το γερμανικό
σύστημα. Το 1999 το ναυτικό συμβούλιο
προσδιόρισε το σύστημα αυτό. Δεν
ήταν
εύκολο να επιλεγεί άλλο σύστημα γιατί
θα ήταν μεγάλο ρίσκο. Δεν ζήτησε κάποιο
ποσό προς καταβολή ο ίδιος. Ο Ευσταθίου
του τα έδωσε, όπως είπε ο ίδιος. Τυχόν
παρατηρήσεις θα καθυστερούσαν το
πρόγραμμα και αυτό το ήξερε ο ίδιος. Για
την HDW είχε μεγάλη σημασία να
πραγματοποιηθεί
γρήγορα γιατί ήταν ήδη χρεοκοπημένη. Ο
Κάντας μετά τις εξελίξεις συνελήφθη
τον Δεκέμβριο του 2013 και αμέσως προσπάθησε
να αποδώσει τα χρήματα αυτά στο δημόσιο
και να γίνει αυτό νομίμως. Τελικά αυτό
έγινε. Ενόψει αυτών, ο Κάντας έχει
προβάλει αίτημα για
ελαφρυντικά
ενόψει αυτών των καταβολών. Έδωσε
εξουσιοδότηση στον Μαλλή να ανοίξουνόλοι
οι λογαριασμοί του. Ωστόσο οι πράξεις
τελέσθηκαν”.
ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ
– ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ
Για
τους κατηγορούμενους Παναγιώτη
Ευσταθίου, σύμβουλο της Γερμανικής
εταιρίας STN ATLAS
ELEKTRONIK και εκπρόσωπο της TREDECO,καθώς
και γιά τον στενό του
συνεργάτη Εμμανούλ Σαρτζετάκη, η
εισαγγελέας τόνισε: “Ο ίδιος ο
Ευσταθίου συνομολογεί σχεδόν τις πράξεις
που του αποδίδονται. Αναφέρεται στα
υπομνήματά του στον τρόπο που έγιναν
οι πληρωμές.Υπήρξε σύμβουλος της STN
ATLAS που ανέλαβε τα οπλικά συστήματα των
υποβρυχίων.
Υπάρχει
το πόρισμα του Βλάχου και έγγραφα και
στοιχεία πολλά. Κατηγορείται για
ενεργητική δωροδοκία από κοινού με τον
Σαρτζετάκη. Ο Ευσταθίου έχει καταθέσει
έγγραφη δήλωση στο
δικαστήριο
που αναφέρει ότι προσπάθησε να αποδώσει
μεγάλο μέρος των χρημάτων. Απέδωσε τελικά
2,5 εκ. Αυτό είναι αξιολογήσιμο
γενικότερα. Προτείνω να
κηρυχθεί ένοχος με ελαφρυντικό ειλικρινούς
μετανοίας γιατί προσπάθησε να άρει τις
συνέπειες πράξεών του με την
καταβολή
ποσού.
Όπως
προκύπτει από τα έγγραφα, ο Σαρτζετάκης ήταν
συνεργάτης του Ευσταθίου για πολλά
χρόνια εκπονώντας μελέτες κ.λπ. Ήταν
ήδη συνταξιούχος. Τον ενέπλεξε ο Ευσταθίου
στην υπόθεση. Τον είδαν κάποιοι στην
εταιρεία του Ευσταθίου, αλλά αυτό δεν
έχει σημασία γιατί εκεί εργαζόταν. Πέραν
όμως αυτού δεν υπήρξε άλλη εμπλοκή στην
υπόθεση.
Προτείνω
την απαλλαγή του”.
ΑΘΑΝΑΣΑΚΗΣ
Για
τον αντιπλοίαρχο Πολεμικού Ναυτικού
Γεώργιο Αθανασάκη είπε:
“Συνυπέγραψε με τον Κάντα το φύλλο
ενημέρωσης εισηγήσεων προς
τον
ΥΕΘΑ για εκσυγχρονισμό και επισκευή
υποβρυχίων. Οι εξηγήσεις του δεν ήταν
πειστικές. Γνώριζε και ζήτησε χρήματα.
Έλαβε χώρα διακίνηση χρημάτων σε
λογαριασμούς του, όπως προκύπτει από
την έκθεση Βλάχου. Ήταν Αντιπλοίαρχος
του πολεμικού ναυτικού. Ο ίδιος ισχυρίστηκε
ότι ζήτησε τα χρήματα γιατί είχε σοβαρό
πρόβλημα υγείας. Δεν είναι όμως αυτό
πειστικό. Προτείνω
την ενοχή του”.
ΜΑΔΩΝΗΣ
Την ενοχή του
αντιπλοίαρχου Αλέξανδρου Μαδωνή,
με ελαφρυντικό ειλικρινούς μετανοίας
επειδή απέδωσε τα χρήματα που
έλαβε,
καθώς και προτέρου εντίμου βίου, πρότεινε
η κ. Παντελάκη.
“Ήταν
αντιπλοίαρχος του πολεμικού ναυτικού,
είπε. Συμμετείχε στην
τεχνικοοικονομική
επιτροπή που αφορούσε την πρώτη σύμβαση
και στην υποεπιτροπήαξιολόγησης οπλικών
συστημάτων. Φέρεται ότι έλαβε 200.000 ευρώ.
Είχε γνώση των όσων συνέβαιναν. Δεν
προκύπτει εύλογη αιτιολόγηση για τη
λήψη των χρημάτων αυτών βάσει των
ισχυρισμών
του και οι εξηγήσεις του δεν είναι
πειστικές καθώς δεν εξηγείται για ποιον
λόγο πήρε τα χρήματα αυτά. Ήταν
οικογενειακός φίλος του Ευσταθίου και
πήρε χρήματα ως δωρεά, όπωςισχυρίζεται
ο ίδιος. Το 2001 τον κάλεσε στο γραφείο
του ο Ευσταθίου. Είχαν σχέσεις στενές
καιισχυρίστηκε ότι είχε ηθική υποχρέωση
απέναντι στον Ευσταθίου. Δεν αποκάλυψε
ποιά ηθική
υποχρέωση
είχε όμως απέναντί του, ακόμα και ύστερα
από επίμονες ερωτήσεις του Δικαστηρίου.
Πήρε
το ποσό τμηματικά από το 2002 και έπειτα,
όταν άνοιξε τον λογαριασμό του”.
ΤΖΙΩΤΗΣ
Να κυρηχθεί ένοχος και ο πλοίαρχος Κωνσταντίνος Τζιώτης πρότεινε η εισαγγελέαςκαι ισχυρίζεται ότι το ποσό για το οποιο
κατηγορείται
ήταν δάνειο, λέγοντας ότι, ο κατηγορούμενοε
δεν ατιολόγησε εάν ήθελε να επιστρέψει
το δάνειο που δήθεν πήρε από τον Ευσταθίου
καθώς και ποιοί ήταν οι όροι χορήγησής
του. Ο Ευσταθίου όμως επέστρεψε χρήματα
και από το γεγονός αυτό προκύπτει ότι
όντως τελέστηκαν παράνομες πράξεις”.
ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
Τέλος γιά τον κατηγορούμενο Δημήτρη Παπαθανασίου, πλοίαρχο, η εισαγγελεας ζήτησε την ενοχή του.
Είπε:
“Hταν πλοίαρχος του
πολεμικού ναυτικού. Παρείχε πληροφορίες
στον
Ευσταθίου ως προς τις προσφορές από
ανταγωνίστριες εταιρείες. Ο ίδιος δεν
υπηρέτησε στα υποβρύχια. Η αρμοδιότητα
της διεύθυνσης στην οποία υπηρετούσε
ήταν να αναλύουν τι προγράμματα υπάρχουν
και να προωθούν αυτήν την ανάλυση στη
γενική διεύθυνση εξοπλισμών.
Τον
Ευσταθίου τον είχε συναντήσει κάποιες
φορές. Του ανέφερε ότι είναι στην STN
ATLAS και του μίλησε για το πρόγραμμα.
Υποτίθεται ότι είχε αναλάβει την εκπόνηση
κάποιας εργασίας για τον Ευσταθίου. Δεν
προσκόμισε όμως στοιχεία ότι πράγματι
εργαζόταν με τον Ευσταθίου, ότι
υπήρχε
σχέση υπαλληλική. Μίλησε για μία
χειρόγραφη μελέτη την οποία εκπόνησε
της οποίας
όμως
δεν είχε αντίγραφο”.
H δίκη
συνεχίζεται με την πρόταση της εισαγγελέα για τους υπόλοιπους κατηγορούμενους.