Πέμπτη 11 Ιανουαρίου 2018

Οχι στη διαμεσολάβηση και από τον ΟΠΕΜΕΔ

Αντίθετος στο νομοσχέδιο γιά την ιδιωτική διαμεσολάβηση,  που συζητείται στη Βουλή είναι και  ο  Οργανισμός Προώθησης Εναλλακτικών Μεθόδων Επίλυσης Διαφορών, που σε ανακοίνωση του διατυπώνει μεταξύ άλλων  την  έντονη ανησυχία του.
Διαβάστε την ανακοίνωση του:


“Το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
με αντικείμενο τη «μεταρρύθμιση του θεσμού της διαμεσολάβησης» θα έπρεπε, υπό
κανονικές συνθήκες, να σηματοδοτεί μια θετική και ελπιδοφόρα παρέμβαση προς την
κατεύθυνση της ορθής και αποτελεσματικής αξιοποίησης της διαμεσολάβησης στην
Ελλάδα. Κι όμως, παρά το μεγαλόπνοο όνομά της, η νομοθετική πρωτοβουλία της
Κυβέρνησης απειλεί όχι απλώς να μη μεταρρυθμίσει τον θεσμό της διαμεσολάβησης, αλλά
-αντιθέτως- να τον υπονομεύσει αποφασιστικά.
Έχοντας αρνηθεί οποιονδήποτε επιστημονικό διάλογο και συνεργασία με τη νομική
κοινότητα, τους κοινωνικούς εταίρους, τον ΟΠΕΜΕΔ και τους θεσμούς της Κοινωνίας και
της Οικονομίας εν γένει και κάνοντας απλώς μία κατ’ επίφαση δημόσια διαβούλευση, το
αρμόδιο Υπουργείο προχώρησε με αδικαιολόγητη σπουδή στην κατάθεση ενός σχεδίου
νόμου με πολυάριθμες αδυναμίες και αστοχίες. Το έπραξε δε στο πλαίσιο ενός
πολυσέλιδου πολύ-νομοσχεδίου «προαπαιτούμενων», χωρίς συνοχή και ενιαία φιλοσοφία.
Η διαμεσολάβηση στην Ελλάδα χάνει το αυτοτελές και αναγνωρίσιμο νομοθετικό της
πλαίσιο (τον ν. 3898/2010) και υποβιβάζεται σε απλό κεφάλαιο ενός ακόμη
«διεκπεραιωτικού» πολύ-νομοσχεδίου μνημονιακών απαιτήσεων. Το πλήγμα στο κύρος και
την κοινωνική αναγνώριση του θεσμού είναι εξ αυτού και μόνο του λόγου δεδομένο.
Επί της ουσίας του σχεδίου και πέραν των επί μέρους παρατηρήσεων που θα υποβάλουμε
και επισήμως, ο ΟΠΕΜΕΔ διατυπώνει την έντονη ανησυχία και την αντίθεσή του στην
προτεινόμενη μορφή της υποχρεωτικής διαμεσολάβησης. Παρά την εκπεφρασμένη θέση
μας υπέρ υποχρεωτικών μορφών εξωδικαστικής προσέγγισης των ιδιωτικών διαφορών και
απόπειρας επίλυσης των, δεν μπορούμε παρά να εκφράσουμε τον έντονο προβληματισμό
μας για την εισαγόμενη μη ορθολογικά σχεδιασμένη διαδικασία, που χαρακτηρίζεται από
υψηλό κόστος, αμφίβολη αποτελεσματικότητα και κίνδυνο έμπρακτης δυσφήμησης θεσμού.
Για τον λόγο αυτό, προτείνουμε τη δομική αναμόρφωση του μηχανισμού, με την εισαγωγή
ενός σταδίου υποχρεωτικής ενημέρωσης για τη διαμεσολάβηση, από διαμεσολαβητή
κοινής αποδοχής, εντός εύλογου χρόνου από την υποβολή της αίτησης και με ελάχιστο
συμβολικό κόστος, σύμφωνα και με την πρόσφατη νομολογία του Δικαστηρίου της
Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εάν τα μέρη συμφωνούν μετά την ενημέρωση για τη διεξαγωγή
διαμεσολάβησης, θα υπογράφουν το σχετικό πρακτικό υπαγωγής. Συμφωνούμε μεν με την
αφαίρεση των εργατικών διαφορών λόγω των κανόνων αναγκαστικού δικαίου που τις
διέπουν αλλά κρίνουμε επίσης ως σκόπιμη την εισαγωγή των διαφορών εμπραγμάτου και
κληρονομικού δικαίου. Επίσης πιστεύουμε ότι πρέπει να υπαχθούν και οι αυτοκινητικές

διαφορές που έχουν ως αποτέλεσμα σωματική βλάβη ή θάνατο με ταυτόχρονη εξαίρεση
των ατυχημάτων που έχουν μόνο χαμηλό κόστος υλικών ζημιών.
Ζητούμε δε οι όποιες ανάλογες διατάξεις να εφαρμοσθούν σε δοκιμαστικό στάδιο, για
διάστημα τριών ετών ώστε να μπορέσουν να αξιολογηθούν επαρκώς με έκθεση
επιπτώσεων, πριν την επέκταση του μηχανισμού σε άλλα είδη διαφορών. Εξ άλλου, κρίσιμη
σημασία έχει για εμάς η εισαγωγή ρητής αναφοράς στη δυνατότητα παραπομπής μιας
υπόθεσης από το δικαστήριο στη διαμεσολάβηση (court-annexed mediation) καθώς και
στην ρητή αναφορά του νόμου στη συμβατική ρήτρα διαμεσολάβησης.
Ο ΟΠΕΜΕΔ και οι είκοσι εταίροι του, εκπροσωπώντας το ευρύ φάσμα της κοινωνικής και
οικονομικής ζωής και της επιστημονικής κοινότητας της Χώρας, μένουν σταθερά
προσηλωμένοι στην ανάγκη προώθησης και αξιοποίησης του θεσμού, με κύριο μέλημα τη
διαφύλαξη των συμφερόντων του πολίτη και την τήρηση της εθνικής και ευρωπαϊκής
έννομης τάξης. Παρά την άρνηση διαλόγου από την πλευρά της Κυβέρνησης, και μάλιστα
σε ένα πεδίο κατ’ εξοχήν δεκτικό συνεννόησης και σύνθεσης, όπως η διαμεσολάβηση, ο
ΟΠΕΜΕΔ θα συνεχίσει να εργάζεται για την έμπρακτη αξιοποίηση της διαμεσολάβησης και

τη μελλοντική βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου εναλλακτικής επίλυσης διαφορών”.