“Πόλεμο”
στους κόλπους της Ενωσης Δικαστών και
Εισαγγελέων έχει προκαλέσει η ψήφιση
της τροπολογίας του Υπουργείου
Δικαιοσύνης, περί ανακατανομής
των θέσεων Προέδρων Εφετών και Εφετών,
με σχετική τροπολογία στο νομοσχέδιο
για τη διαμεσολάβηση, με την οποία
αυξήθηκαν κατά 86 οι θέσεις των προέδρων
εφετών.
Με
αρθρογραφία τους ο πρόεδρος της ΕΔΕ
Χριστόφορος Σεβαστίδης, Εφέτης,
ο εκπρόσωπος Τύπου της ΕΔΕ Χαράλαμπος Σεβαστίδης, Πρόεδρος Πρωτοδικών
και ο αναπληρωτής ταμίας της Ενωσης
Παντελής Μποροδήμος, Πρωτοδίκης,
όπως και το μέλος του ΔΣ της ΕΔΕ
Μαργαρίτα
Στενιώτη, Εφέτης και τέως Πρόεδρος
της Ένωσης, εμφανίζονται αντίθετοι στην
τροπολογία του Υπουργείου Δικαιοσύνης,
για την ανακατανομή των θέσεων στο
Εφετείο, την χαρακτηρίζουν “φωτογραφική”
και ζητάνε την απόσυρση της.
Σε
αρθρογραφία τους με τον εύλογο τίτλο
“qui
tacet consentire videtur”, που σημαίνει ο σιωπών
δοκεί συναινείν,
οι αδελφοί Σεβαστίδη και ο κ. Μποροδήμος
χαρακτηρίζουν “πλήγμα”
την
ανακατανομή, που δεν μπορεί “να
άρει τους σοβαρούς προβληματισμούς,
που δημιουργούνται για τον τρόπο
νομοθέτησης αδιαφορώντας, για την
βούληση της πλειοψηφίας του Δικαστικού
Σώματος και των Συνταγματικά προβλεπόμενων
Δικαστικών τους Ενώσεων”.
Ενώ
απευθυνόμενοι στους συναδέλφους τους,
που είναι αιρετά μέλη του ΔΣ της Ένωσης,
τον κ. Ν. Σαλάτα, τον κ. Π. Λυμπερόπουλο
και τον κ. Χ. Νάστα, τονίζουν ότι, γι΄αυτους
“ισχύει ο ρωμαϊκός κανόνας “qui tacet
consentire videtur” (ο σιωπών δοκεί συναινείν)”
και
τους καλούν “ακόμα
και αν πιστεύουν ότι η τροπολογία είναι
θετική για το Δικαστικό Σώμα και ότι ο
τρόπος αυτός της νομοθέτησης ερήμην
των Δικαστικών Ενώσεων είναι ορθός και
ενδεδειγμένος, οφείλουν να τοποθετηθούν
δημόσια”.
Παράλληλα,
το μέλος του ΔΣ της ΕΔΕ
Μαργαρίτα Στενιώτη, στη
δική της αρθρογραφία, με τίτλo:
“ Οι εν κρυπτώ τροπολογίες: Πλήγμα στη
Δικαιοσύνη”,
αναλύει τις
δυσμενείς
συνέπειες, όπως
είναι η καθήλωση των νέων Εφετών και
όλων των Δικαστών του πρώτου βαθμού
στον βαθμό που κατέχουν, αφού δεν θ’
αποχωρούν από την υπηρεσία οι Εφέτες,
που θα συμπληρώνουν το 65ο έτος
ηλικίας, τη μείωση του αριθμού των
Δικαστικών Λειτουργών, που υπηρετούν
στον «παραγωγικό» βαθμό του Εφέτη, τις
αναγκαστικές μετακινήσεις των αρχαιότερων,
με βάση την επετηρίδα Εφετών, από τα
περιφερειακά Εφετεία της χώρας στα τρία
μεγάλα Εφετεία, δίχως να ληφθεί υπόψη
η ανατροπή του προσωπικού και οικογενειακού
σχεδιασμού αυτών.
Επιπλέον
θέτει σοβαρά
ερωτήματα,
όπως: α) μέχρι σήμερα, που οι πολίτες
δικάζονταν από τους αρχαιότερους στην
επετηρίδα Εφέτες, δικάζονταν από μη
έμπειρους Δικαστές; β)
με
ποιο τρόπο αυξάνεται η δικαστική εμπειρία
και συνεπώς επιτυγχάνεται ο σκοπός του
νομοθέτη, αφού σε Προέδρους Εφετών
θα προαχθούν στην πλειοψηφία τους τα
ίδια πρόσωπα που σήμερα είναι Προεδρεύοντες
Εφέτες;
Η
κ. Στενιώτη περιγράφει την νέα κατάσταση,
που δημιουργεί η τροπολογια στη Δικαιοσύνη
“με το εύστοχο,που ειπώθηκε περί «ενός
στρατηγού μ’ ένα στρατιώτη”.
Διαβάστε
τα άρθρα:
Qui tacet consentire videtur
Χριστόφορος Σεβαστίδης, Δ.Ν. Εφέτης, Πρόεδρος Ε.Δ.Ε. Χαράλαμπος Σεβαστίδης, Πρόεδρος Πρωτοδικών, Εκπρ. Τύπου Ε.Δ.Ε. Παντελής Μποροδήμος, Πρωτοδίκης, Αναπλ. Ταμίας Ε.Δ.Ε.
Παρά
τις σφοδρές αντιδράσεις της πλειοψηφίας
του ΔΣ της Ένωσής μας, παρά το αίτημα
της Ένωσης Εισαγγελέων, περί της ανάγκης
απόσυρσης της τροπολογίας για την
ανακατανομή των θέσεων Εφετών και
Προέδρων Εφετών, το Υπουργείο Δικαιοσύνης
επέμεινε και προχώρησε χθες στην ψήφισή
της. Ούτε οι ισχυρισμοί βουλευτών της
αντιπολίτευσης και τα δημοσιεύματα
του Τύπου
περί
φωτογραφικής χαριστικής διάταξης
στάθηκαν ικανά να εμποδίσουν τον
«επείγοντα» χαρακτήρα που επέβαλε την
άμεση ψήφιση. Τονίσαμε στο άρθρο που
δημοσιεύσαμε στις 26 Νοεμβρίου με τίτλο
«Ανακατανομή θέσεων Προέδρων Εφετών
και Εφετών; Ποιος ο λόγος;» ορισμένες
από τις αρνητικές (πολλές φορές τραγικές)
συνέπειες που θα έχει αυτή η ανακατανομή
στην υπηρεσιακή κατάσταση όλων των
δικαστικών λειτουργών και στην εύρυθμη
λειτουργία των Δικαστηρίων. Άλλες πάλι
μας επισημαίνονται διαρκώς από
συναδέλφους και άλλες θα αναδειχθούν
στην πράξη ιδίως από το επόμενο δικαστικό
έτος.
Η αόριστη υπόσχεση του Υπουργού Δικαιοσύνης περί αύξησης των οργανικών θέσεων των δικαστικών λειτουργών δεν μπορεί να αντισταθμίσει το πλήγμα από την ανακατανομή που έγινε, ούτε να άρει τους σοβαρούς προβληματισμούς που δημιουργούνται για τον τρόπο νομοθέτησης αδιαφορώντας για την βούληση της πλειοψηφίας του Δικαστικού Σώματος και των Συνταγματικά προβλεπόμενων Δικαστικών τους Ενώσεων. Είναι πάντως ιδιαίτερα εντυπωσιακό το γεγονός ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης χωρίς μέχρι σήμερα να ικανοποιήσει κανένα από τα αιτήματα που του θέσαμε εξ αρχής (ήδη από την πρώτη συνάντηση στις 31 Ιουλίου), πολλά από τα οποία έχουν ζωτική σημασία για την Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της, σπεύδει με τροπολογία που κατατέθηκε δύο ημέρες πριν την ψήφισή της και χωρίς καμία δημοσιότητα, αρνούμενο οποιονδήποτε διάλογο, να μεταβάλει άρδην τον δικαστικό χάρτη της Χώρας.
Επισημαίνουμε ακόμα ότι στην άμεση αντίδραση 8 μελών του ΔΣ της Ένωσής μας, που έσπευσαν να πάρουν θέση τονίζοντας την ανάγκη απόσυρσης της τροπολογίας, είναι εκκωφαντική η σιωπή των υπολοίπων. Για τους συναδέλφους που είναι αιρετά μέλη του ΔΣ της Ένωσης, τον κ. Ν. Σαλάτα, τον κ. Π. Λυμπερόπουλο και τον κ. Χ. Νάστα, ισχύει ο ρωμαϊκός κανόνας “qui tacet consentire videtur” (ο σιωπών δοκεί συναινείν). Ακόμα και αν πιστεύουν ότι η τροπολογία είναι θετική για το Δικαστικό Σώμα και ότι ο τρόπος αυτός της νομοθέτησης ερήμην των Δικαστικών Ενώσεων είναι ορθός και ενδεδειγμένος, οφείλουν να τοποθετηθούν δημόσια. Το θέμα για εμάς τους υπόλοιπους δεν έχει κλείσει, ούτε θα αποδεχτούμε τόσο εύκολα την διάλυση των Εφετείων. Στο επόμενο ΔΣ θα πρέπει να αναλάβει το κάθε μέλος την δική του ευθύνη.
Η αόριστη υπόσχεση του Υπουργού Δικαιοσύνης περί αύξησης των οργανικών θέσεων των δικαστικών λειτουργών δεν μπορεί να αντισταθμίσει το πλήγμα από την ανακατανομή που έγινε, ούτε να άρει τους σοβαρούς προβληματισμούς που δημιουργούνται για τον τρόπο νομοθέτησης αδιαφορώντας για την βούληση της πλειοψηφίας του Δικαστικού Σώματος και των Συνταγματικά προβλεπόμενων Δικαστικών τους Ενώσεων. Είναι πάντως ιδιαίτερα εντυπωσιακό το γεγονός ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης χωρίς μέχρι σήμερα να ικανοποιήσει κανένα από τα αιτήματα που του θέσαμε εξ αρχής (ήδη από την πρώτη συνάντηση στις 31 Ιουλίου), πολλά από τα οποία έχουν ζωτική σημασία για την Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της, σπεύδει με τροπολογία που κατατέθηκε δύο ημέρες πριν την ψήφισή της και χωρίς καμία δημοσιότητα, αρνούμενο οποιονδήποτε διάλογο, να μεταβάλει άρδην τον δικαστικό χάρτη της Χώρας.
Επισημαίνουμε ακόμα ότι στην άμεση αντίδραση 8 μελών του ΔΣ της Ένωσής μας, που έσπευσαν να πάρουν θέση τονίζοντας την ανάγκη απόσυρσης της τροπολογίας, είναι εκκωφαντική η σιωπή των υπολοίπων. Για τους συναδέλφους που είναι αιρετά μέλη του ΔΣ της Ένωσης, τον κ. Ν. Σαλάτα, τον κ. Π. Λυμπερόπουλο και τον κ. Χ. Νάστα, ισχύει ο ρωμαϊκός κανόνας “qui tacet consentire videtur” (ο σιωπών δοκεί συναινείν). Ακόμα και αν πιστεύουν ότι η τροπολογία είναι θετική για το Δικαστικό Σώμα και ότι ο τρόπος αυτός της νομοθέτησης ερήμην των Δικαστικών Ενώσεων είναι ορθός και ενδεδειγμένος, οφείλουν να τοποθετηθούν δημόσια. Το θέμα για εμάς τους υπόλοιπους δεν έχει κλείσει, ούτε θα αποδεχτούμε τόσο εύκολα την διάλυση των Εφετείων. Στο επόμενο ΔΣ θα πρέπει να αναλάβει το κάθε μέλος την δική του ευθύνη.
ΟΙ ΔΥΟ ΕΝ ΚΡΥΠΤΩ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ: ΠΛΗΓΜΑ ΣΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
Μαργαρίτα
Στενιώτη, Εφέτης, μέλος του Δ.Σ. της
Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων
- τέως Πρόεδρος της Ένωσης.
Α)
ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙ ΑΝΑΚΑΤΑΝΟΜΗΣ ΘΕΣΕΩΝ
ΠΡΟΕΔΡΩΝ ΕΦΕΤΩΝ – ΕΦΕΤΩΝ
Η
αντίδραση της πλειοψηφίας των μελών
του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης
Δικαστών και Εισαγγελέων και του συνόλου
των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου
της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος δεν ήταν
ικανή, να κλονίσει την προειλημμένη
απόφαση του Υπουργείου Δικαιοσύνης, εν
αγνοία των Δικαστικών Ενώσεων
και των Ολομελειών των Δικαστηρίων,
περί ανακατανομής των θέσεων
Προέδρων Εφετών και Εφετών, με σχετική
τροπολογία στο νομοσχέδιο για τη
διαμεσολάβηση. Τις δυσμενείς συνέπειες,
που η ψήφιση αυτής θα επέφερε, αναπτύξαμε
με την από 27-11-2019 ανακοίνωση της
συνδικαλιστικής ομάδας της Ε.Δ.Ε.
«ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ». Η εν κρυπτώ
κατατεθείσα τροπολογία υπερψηφίσθηκε
(ήδη άρθρο 38 ν. 4640/2019) και η εφαρμογή της,
πλέον, θα έχει τις κάτωθι δυσμενείς
συνέπειες:
α)
υποβάθμιση του τιμητικού βαθμού του
Προέδρου Εφετών, που ο Δικαστής κατέχει
πριν την κρίση του στο βαθμό του
Αρεοπαγίτη,
β)
έμμεση αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης
των Εφετών από το 65ο στο 67ο έτος
της ηλικίας, λόγω της μαζικής προαγωγής
αυτών στο βαθμό του Προέδρου Εφετών,
παρά την απόφαση της γενικής συνέλευσης
της Ε.Δ.Ε. περί μη αναγκαιότητας αύξησης
του ορίου αποχώρησης των Δικαστών από
το Δικαστικό Σώμα και κατ’ άνιση
μεταχείριση με τους άλλους αποχωρούντες
στο 65ο έτος ηλικίας Δικαστικούς
Λειτουργούς, ήτοι Αντεισαγγελείς Εφετών
και Ειρηνοδίκες,
γ)
καθήλωση των νέων Εφετών και όλων των
Δικαστών του πρώτου βαθμού στον βαθμό
που κατέχουν, αφού δεν θ’ αποχωρούν από
την υπηρεσία οι Εφέτες, που θα συμπληρώνουν
το 65ο έτος ηλικίας.
Η αιτιολογική έκθεση αναφέρει ότι «δεν
επηρεάζει τον ρυθμό προαγωγής των
δικαστών του πρώτου βαθμού στο δεύτερο»,
όμως αυτό είναι αβάσιμο. Υποθετικό, ως
προς τους αριθμούς, παράδειγμα: εάν,
κατά το τρέχον δικαστικό έτος, ήταν ν’
αποχωρήσουν από το Δικαστικό Σώμα
συνολικά 30 Δικαστές, δηλαδή 10 Αρεοπαγίτες,
10 Πρόεδροι Εφετών και 10 Εφέτες λόγω
συμπλήρωσης του ορίου συνταξιοδότησης,
του 67ου έτους ηλικίας οι δύο
πρώτοι βαθμοί και 65ου έτους
ηλικίας οι Εφέτες, με την εν λόγω ρύθμιση
θ’ αποχωρήσουν μόνο 20 Δικαστές, καθότι
οι Εφέτες λόγω της μαζικής προαγωγής
τους σε Προέδρους Εφετών θα παραμείνουν
στην Υπηρεσία έως το 67ο της
ηλικίας και συνεπώς οι θέσεις προς
προαγωγή από τον πρώτο στο δεύτερο βαθμό
μειώνονται κατά 10,
δ)
μείωση του αριθμού των Δικαστικών
Λειτουργών, που υπηρετούν στον «παραγωγικό»
βαθμό του Εφέτη,
ε)
αναγκαστικές μετακινήσεις των αρχαιότερων,
με βάση την επετηρίδα Εφετών, από τα
περιφερειακά Εφετεία της χώρας στα τρία
μεγάλα Εφετεία, δίχως να ληφθεί υπόψη
η ανατροπή του προσωπικού και οικογενειακού
σχεδιασμού αυτών, λόγω της
αιφνίδιας προαγωγής τους στο βαθμό του
Προέδρου Εφετών και της ανάθεσης
Προεδρίας στα Ποινικά Δικαστήρια των
ως άνω Εφετείων και κυρίως της Αθήνας
και μάλιστα για πολύ μεγάλο χρονικό
διάστημα (7 – 8 έτη), (ακόμη και εάν δεν
το επιθυμούν), δεδομένου ότι οι Πρόεδροι
Εφετών, που προεδρεύουν στα Πολιτικά
Τμήματα είναι ελάχιστοι.
Στην
αιτιολογική έκθεση της εν λόγω τροπολογίας
αναφέρεται ως δικαιολογητικός λόγος
της ανακατανομής «η εκδίκαση των
υποθέσεων από Δικαστές μεγαλύτερης
εμπειρίας». Και τα ερωτήματα που
τίθενται είναι: α) μέχρι σήμερα, που οι
πολίτες δικάζονταν από τους αρχαιότερους
στην επετηρίδα Εφέτες, δικάζονταν από
μη έμπειρους Δικαστές; β) ένας Εφέτης
με προϋπηρεσία 25 ετών δεν έχει την
ανάλογη εμπειρία, ώστε να προεδρεύσει
στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων και
Πλημμελημάτων και στο Μονομελές Εφετείο;
γ) στην υπόλοιπη επικράτεια, πλην Αθήνας,
Θεσσαλονίκης και Πειραιά, όπου στο
Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων και
Πλημμελημάτων και στο Μονομελές Εφετείο
προεδρεύουν Εφέτες και μάλιστα νέοι
στην επετηρίδα και η φύση και βαρύτητα
των υποθέσεων, πλην ελαχίστων υποθέσεων,
ουδόλως διαφέρει απ’ αυτή των μεγάλων
Εφετείων, οι πολίτες δικάζονται και θα
εξακολουθήσουν να δικάζονται από μη
έμπειρους Δικαστές; δ) με ποιο τρόπο
αυξάνεται η δικαστική εμπειρία και
συνεπώς επιτυγχάνεται ο σκοπός του
νομοθέτη, αφού σε Προέδρους Εφετών
θα προαχθούν στην πλειοψηφία τους τα
ίδια πρόσωπα που σήμερα είναι Προεδρεύοντες
Εφέτες; Επειδή οι αριθμοί «λένε πάντα
την αλήθεια» και δεν μπορούν ν’
αμφισβητηθούν, είναι βέβαιο ότι ο
εμπνευστής της ψηφισθείσας τροπολογίας
αγνοούσε τους αριθμούς, όπως αγνοούσε
και τον τρόπο λειτουργίας και τους
κανόνες εύρυθμης λειτουργίας των τριών
μεγάλων Εφετείων της χώρας. Οι οργανικές
θέσεις των Προέδρων Εφετών ανέρχονται
συνολικά σε 115 και των Εφετών σε 460,
αναλογία 1 προ 4 και με την ανακατανομή
οι θέσεις των Προέδρων Εφετών αυξάνονται
σε 201 (115 + 86) και των Εφετών μειώνονται
σε 374 (460 – 86), αναλογία 1 προς 1,8. Ειδικότερα,
και όσον αφορά το μεγαλύτερο Εφετείο
της χώρας, δηλαδή το Εφετείο της Αθήνας,
σήμερα υπηρετούν 67 Πρόεδροι Εφετών και
240 Εφέτες, αναλογία δηλαδή 1 προς 3,5. Ο
αριθμός με την ανακατανομή διαμορφώνεται
σε 133 Προέδρους Εφετών και 174 Εφέτες,
αναλογία δηλαδή 1 προς 1,3 (συνεπώς,
είναι εύστοχο, αυτό που ειπώθηκε περί
«ενός στρατηγού μ’ ένα στρατιώτη»). Από
τον αριθμό αυτό των 174 Εφετών, 12 υπηρετούν
στο Τμήμα Βουλευμάτων και θα εξακολουθήσουν
να υπηρετούν, 2 υπηρετούν ως Ανακριτές
και οι υπόλοιποι 160 μετέχουν ως μέλη
στις Πολιτικές και Ποινικές Συνθέσεις
του Εφετείου. Από τον αριθμό αυτό, εάν
αφαιρεθούν τρεις Πρόεδροι Εφετών, που
ασκούν χρέη Εφέτη, διότι πλέον θα πρέπει
να προεδρεύουν στο Ποινικό Τμήμα και
αφαιρεθούν και άλλοι περίπου 15 Εφέτες,
που προεδρεύουν και θα συνεχίσουν να
προεδρεύουν σε δίκες μεγάλης διάρκειας,
κατά μέσο όρο για ένα έως δύο έτη, ο
αριθμός των Εφετών, που καλείται να
καλύψει (ως τακτικά ή αναπληρωματικά
μέλη), κάθε μήνα, τις 174 υπηρεσίες του
ΜΟΕ και του Πενταμελούς Εφετείου Κακ/των
και τις 272 υπηρεσίες του Τριμελούς
Εφετείου Κακ/των και του Τριμελούς
Εφετείου Πλημ/των, ανέρχεται σε 140 Εφέτες.
Ενώ, τα πολλαπλά μη δικαστικά εν στενή
εννοία καθήκοντα, π.χ. άμισθη συμμετοχή
σε πειθαρχικά συμβούλια, σε υπηρεσιακά
συμβούλια, σε πειθαρχικές επιτροπές,
συμβούλιο χαρίτων, εταιρεία προστασίας
ανηλίκων κλπ., θα ανατίθενται και θα
κατανέμονται όχι σε 240 Εφέτες, όπως
σήμερα αλλά στο μειωμένο, λόγω ανακατανομής,
αριθμό των 160 Εφετών, οι οποίοι ήδη είναι
υπερβολικά επιβαρυμένοι. Με την εν λόγω
τροπολογία προβλέπεται επίσης ότι το
Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο Πολιτικής
και Ποινικής Δικαιοσύνης μπορεί να
συνεδριάσει έως την 31-1-2020 και επίσης
ότι οι δίκες που έχουν ξεκινήσει ή έχουν
προσδιορισθεί μέχρι 30-6-2020 δεν επηρεάζονται
από τη σχετική διάταξη. Η τελευταία αυτή
πρόβλεψη, που μεταβάλει το χρόνο
συνεδρίασης του Ανώτατου Δικαστικού
Συμβουλίου για τέτοιας έκτασης υπηρεσιακών
μεταβολών από το μήνα Μάϊο κάθε έτους
στο μήνα Ιανουάριο, οπότε και
οριστικοποιούνται τα ονόματα των
Δικαστών, που αποχωρούν λόγω συμπλήρωσης
του ορίου συνταξιοδότησης, δεν αφήνει
καμία αμφιβολία περί του φωτογραφικού
χαρακτήρα της διάταξης. Το αίτημα των
Δικαστικών και Εισαγγελικών Λειτουργών,
πλην μεμονωμένων περιπτώσεων, παραμένει
το ίδιο, η σύμμετρη αύξηση των οργανικών
θέσεων όλων των βαθμών, η οποία, μετά τη
θέση σε ισχύ του νέου Ποινικού Κώδικα
και του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας,
καθίσταται περισσότερο επιτακτική. Η
ψηφισθείσα τροπολογία, διάταξη πλέον,
επιβάλλεται να καταργηθεί άμεσα,
ζήτημα, το οποίο και πρέπει ν’ απασχολήσει,
τόσο στην Ολομέλεια του Ανωτάτου
Δικαστηρίου, όσο και την επικείμενη
Γενική Συνέλευση της Ένωσης Δικαστών
και Εισαγγελέων καθώς και οι μορφές
αντίδρασης απέναντι σε τέτοιου είδους
παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη, δεδομένου
ότι η μεταβολή της δομής της Δικαιοσύνης
του δεύτερου βαθμού, με σπουδή, προχειρότητα
και χωρίς διαφάνεια, συνιστά κακή
νομοθέτηση και αντιβαίνει στις αρχές
του Κράτους Δικαίου, που επιτάσσουν το
διάλογο, την ακρόαση των ενδιαφερόμενων
φορέων, τη διαβούλευση και το σεβασμό
της νομιμότητας, πριν την κατάθεση
τέτοιας σημασίας νομοθετήματος.