Δευτέρα 11 Ιουλίου 2022

Οταν δολοφονείται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια!


Γράφει ο δικηγόρος Χαράλαμπος Β. Κατσιβαρδάς

Η ειρκτή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας


Είναι πρόδηλο ότι, οι αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης των τελούντων υπό κράτηση προσώπων, συνιστά ένα μείζον πρόκριμα δια το Κράτος Δικαίου, μίας Συντεταγμένης Πολιτείας, υπό το φως
του σεβασμού της ανθρώπινης αξίας και της προσωπικότητας του, κατά τις θεμελιώδεις επιταγές του Συντάγματος και της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).

Τα νομοθετικά εχέγγυα και η πρόληψη μέριμνας διασφάλισης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας δια μέσου της ασκήσεως των θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων, με κορυφαίο εξ αυτών, το πολύπτυχο δικαίωμα της επικοινωνίας με το ευρύτερο περιβάλλον του κρατουμένου, δυνάμει του άρθρου 51 του Σωφρονιστικό Κώδικα, λειτουργούν ως αντίβαρο προς τις παρατηρούμενες συνέπειες του εγκλεισμού, όπως :
- αφενός είναι η αναπόδραστη ιδρυματοποίηση του, ήτοι η βαθμηδόν αποξένωση- αποικοινωνικοποίηση του ατόμου από το ελεύθερο κοινωνικό του περιβάλλον προς την ακούσια προσαρμογή του προς μια νεοπαγή πραγματικότητα δηλαδή η κατά το προσφυώς λεγόμενο βίαιη καταναγκαστική ένταξη του προς την υποπολιτισμική ομάδα των φυλακών, η οποία συνιστά ανυπερθέτως μία αλλότρια και καινοφανή μορφή κοινωνικοποιήσεως του κατάδικου προσώπου, 

- εξ ετέρου οι επαχθείς συνέπειες εις την ατομική και ψυχική του υγεία, ένεκεν των μη κατάλληλων συνθηκών κράτησης και διαβίωσης εντός των σωφρονιστικών καταστημάτων και συνεπεία του απόλυτου ετεροκαθορισμού εκ του συνόλου των δραστηριοτήτων του, υπό το καθεστώς άρσης των δικαιωμάτων του λόγω της εκτίσεως ποινής, τα οποία όμως εθεωρούνται δεδομένα προ του εγκλεισμού του.

Η ως άνω ασφυκτική αντικειμενική πραγματικότητα εντός των σωφρονιστικών καταστημάτων της φυλακής αμβλύνεται εν τω μέτρω του δυνατού, δια της δυνατότητας επικοινωνίας του
κρατούμενου, με ορισμένα πρόσωπα της ελεύθερης κοινωνίας, ούτως ώστε να ενισχυθεί, ούτως, ψυχικά και ηθικά, διαχειριζόμενος τελέσφορα, τα δεινά της κράτησής του, αποσοβώντας συν
τοις άλλοις, τον κίνδυνο διολίσθησης του θεσμού της «φυλακής» από σωφρονιστική διεργασία αποβλέπουσα εις την ομαλή επανένταξη του καταδίκου εις το κοινωνικό σύνολο, εις φυσικό
χώρο τιμωρητικής και απάνθρωπης εξόντωσης- εξουδετέρωσης των κρατουμένων, αποκλειομένης πάσης προοπτικής άρσης του επελθόντος δια της εκτιτέας ποινής, απαξιωτικού κοινωνικού στίγματος.

Έτι περαιτέρω μία έτερη μορφή επικοινωνίας πέραν της δια ζώσης και εκ του σύνεγγυς επαφής με έναν ορισμένο κύκλο προσώπων, κατ’ άρθρο 51 παράγραφος 2α και άρθρο 52, καθίσταται η
τηλεφωνική επικοινωνία και η αλληλογραφία, όπως ειδικότερα ορίζει ο Εσωτερικός Κανονισμός Καταστημάτων Κράτησης Τύπου Α’ και Β κατ’ άρθρο 22 παράγραφος 1.

Σκοπός και μέσα πραγμάτωσης της επικοινωνίας κατ’ άρθρο 51 του Σωφρονιστικού Κώδικα


Δυνάμει των ανωτέρω συνάγεται ότι, ο κρατούμενος δύναται να επικοινωνεί με πρόσωπα, για τα οποία έχει άδεια επίσκεψης δια ζώσης ή επικοινωνία με ηλεκτρονικό τρόπο (skype), ήτοι
συγγενείς μέχρι τετάρτου βαθμού και δικηγόρους, με σκοπό την ομαλή διαβίωση εις το κατάστημα και την ταχύτερη προσαρμογή στην κοινωνική ζωή.

Ακολούθως λοιπόν, βάσει του άρθρου 53 παράγραφος 2 και 3, κάθε υπόδικος, δικαιούται να μιλήσει τηλεφωνικά με τον Δικηγόρο του άνευ αριθμητικού περιορισμού, ομοίως δεν τίθεται περιορισμός στην επιστολή τηλεγραφημάτων ή επιστολών που πραγματώνουν του σκοπούς της διάταξης του άρθρου 51 παράγραφος 1.

Ως εκ τούτου λοιπόν, κατά το άρθρο 53 παράγραφος 4 του Σωφρονιστικού Κώδικα, το απαραβίαστο του απορρήτου των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας
δεν ελέγχεται κατά το άρθρο 19 του Συντάγματος, παρεκτός εάν εσχάτως το επιβάλλουν λόγοι, εθνικής ασφαλείας, η προς διακρίβωση σοβαρών αδικημάτων, όπερ και τούτο σημαίνει όταν
διαπιστωθεί υπό την Διεύθυνση των φυλακών, καταχρηστική συμπεριφορά εκ μέρους του κρατούμενου, υπό την έννοια ότι η επικοινωνία δεν πραγματώνει τα μέσα και τους σκοπούς του
άρθρου 51 παράγραφος 1 του Σωφρονιστικού Κώδικα, δυνάμει του οποίου η τακτική και απρόσκοπτη επικοινωνία του κρατουμένου με το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, δέον όπως
αποσκοπεί στην ομαλή διαβίωσή του εις το κατάστημα και εις την ταχύτερη προσαρμογή του εις την κοινωνική ζωή μετά την απόλυσή του, αλλά αντί αυτού του θεμελιώδους στόχου, εις τον
αντίποδα, κατατείνει προς αλλότριους σκοπούς οι οποίοι εμπίπτουν προδήλως εις τους προρηθέντες περιορισμούς του ως άνω άρθρου 19 του Συντάγματος, δικαιολογείται αναλογικά ο έλεγχος της επικοινωνίας του κρατουμένου υποκείμενος εις τον αντίστοιχο πειθαρχικό έλεγχο με ό,τι τούτο συνεπάγεται από άποψη κυρώσεων.

Ασφαλώς βεβαίως όμως, το ως άνω θεμελιώδες δικαίωμα της επικοινωνίας και η διασφάλιση του απορρήτου αυτής ως μείζονα έκφανση του δικαιώματος της προσωπικότητας του κρατουμένου υπό τις ειδικές αυτές συνθήκες περιστολής εν γένει των δικαιωμάτων του, ένεκεν και συνεπεία της κρατήσεως αυτής καθ’ εαυτής, εν τω πλαισίω εκτίσεως της επιβληθείσης
ποινής του, ουδόλως επιτρέπεται να περιορίζεται καταχρηστικά καταλύοντας το απόρρητο περιεχόμενο αυτής, εκ μέρους της Διεύθυνσης των φυλακών, εξ ου προς την διασφάλιση του
σκοπό τούτο, οιαδήποτε τυχόν μορφή μη δικαιολογημένου εκ των περιστάσεων και μη ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένου περιορισμού κατά τον Νόμο, ήτοι λόγοι εθνικής ασφαλείας ή
διακρίβωση διάπραξης σοβαρών εγκλημάτων, ελέγχεται αυτόχρημα δια της θεμελιώδους αρχής της αναλογικότητας κατ’ άρθρο 25 του Συντάγματος παράγραφος 1, ως απόρροια του Κράτους
Δικαίου, προς περιφρούρηση της τυχόν τρώσεως του πυρήνα ισοδύναμων και ισόκυρων Συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων, όπως το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης απόψεως
κατ’ άρθρο 14 του Συντάγματος, το οποίο προβλέπει την απαγόρευση οιουδήποτε προληπτικού μέτρου, καθώς και αυτό της λογοκρισίας, τα οποία θίγουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και
προσβάλλει τραχέως την προσωπικότητα του καταδίκου, ως εν γένει υποκείμενο δικαίου, δηλονότι καθίσταται φορέας δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.[1]

Εις επίρρωσιν των ως άνω καθίσταται πρόδηλο ότι, οι κρατούμενοι ουδόλως εμποδίζονται λόγω της κράτησης και στην διάρκεια αυτής εις την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας τους, όπως προβλέπει η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του Σωφρονιστικού Κώδικα. 

Η προστασία της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του κρατουμένου συναρτάται με την διακήρυξη της παραγράφου 1 του ιδίου άρθρου, ως λογικού επακόλουθου αυτής.

Η τελευταία δε ορίζει ότι, κατά την εκτέλεση της ποινής δεν περιορίζεται κανένα άλλο ατομικό δικαίωμα των κρατουμένων εκτός από το δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία.

Ως εκ τούτου η ιδιότητα του κρατουμένου δεν αναιρεί την ιδιότητα του προσώπου του πολίτη ή του ανθρώπου και ο χώρος των φυλακών δεν συγκροτεί μία κοινωνική κατάσταση κείμενη εκτός
νομιμότητας, ούτε βέβαια δικαιολογεί την αναστολή ισχύος των Συνταγματικώς κατοχυρωμένων δικαιωμάτων και ελευθεριών.



[1] Σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3, η προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη, ο αυτός όρος χρησιμοποιείται και εις το άρθρο 13 παράγραφος 1 δια να κατοχυρώσει το απαραβίαστο της ελευθερίας της θρησκευτικής συνείδησης, όπως ομοίως και εις το άρθρο 9 παρ. 1 εδ β για την προστασία της ιδιωτικότητας και το άρθρο 19 σχετικώς προς το απόρρητο των επιστολών. 
Ως εκ τούτου οι ως άνω εγγυήσεις σηματοδοτούν τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος γίνεται αντιληπτός από το Σύνταγμα ως ένα πρόσωπο, που διατηρεί για τον εαυτό του μια σφαίρα απαλλαγμένη από τον κρατικό έλεγχο. Τούτο δε συνάδει με την μη αναθεωρήσιμη διάταξη του άρθρου 110 του Συντάγματος περί του φιλελεύθερου χαρακτήρα του.