Οπως προκύπτει από την κατάθεση της συζύγου του δικηγόρου, η γυναίκα ήταν τόσο τραυματισμένη, που κατάπινε όπως λέει τα αίματα της, ενώ τον εκλιπαρούσε να,τη μεταφέρει σε νοσοκομείο και για να τον πείσει, του υποσχέθηκε ότι, δεν θα αποκάλυπτε τι έγινε.
Η ίδια, όπως εξιστορεί είπε στο γιατρό και στη νοσοκόμα ότι, τη χτύπησε ο σύζυγος της και μάλιστα φωτογράφισε τα τραύματα της, όπως το ίδιο έκανε και ο γιατρός .
Μεταξύ άλλων είπε ότι, βρίσκονταν σε εστιατόριο με μεγάλη παρέα και έφυγαν επειδή λογομάχησαν, γιά λόγους ζηλοτυπίας:
“Ήμουν αποφασισμένη να τον καταγγείλω όταν μπήκα στο νοσοκομείο… Λογομαχήσαμε και μπήκαμε στο αυτοκίνητο για να μην εκτεθούμε μπροστά σε φίλους μας. Μόλις έβαλε μπροστά το αυτοκίνητο άρχισε να με βρίζει και μου έριξε την πρώτη μπουνιά”.
Οπως περιγράφει βρισκόταν υπό καθεστώς τρόμου αλλά ήταν αποφασισμένη να τον καταγγείλει από τη στιγμή που μπήκε στο νοσοκομείο.
Οπως περιγράφει βρισκόταν υπό καθεστώς τρόμου αλλά ήταν αποφασισμένη να τον καταγγείλει από τη στιγμή που μπήκε στο νοσοκομείο.
Αναφέρει:
«Όλα αυτά τα χρόνια είμαστε και συνεργάτες στο γραφείο. Χθες 15/06/2024 πήγαμε μαζί σε εστιατόριο στη Βουλιαγμένη στα νότια προάστια με μια μεγάλη παρέα. Κάποια στιγμή γύρω στις 23.30 λογομαχήσαμε για μια ασήμαντη αφορμή και συγκεκριμένα γιατί εγώ κοίταζα το κινητό μου και ο σύζυγός μου δεν ξέρω τι θεώρησε πάντως μου έκανε σκηνή ζηλοτυπίας.
Η αλήθεια είναι ότι εγώ μιλούσα με την αδερφή μου στην οποία είχα αφήσει το παιδί μου για να βγούμε και η οποία μου έστελνε βιντεάκια με την μικρή μου. Μου ζήτησε επιτακτικά να φύγουμε αλλιώς θα έκανε φασαρία μέσα στο μαγαζί» αναφέρει.
Και συνεχίζει: «Εγώ επειδή τον είδα σε κατάσταση άνευ λόγου έξαλλη τον ακολούθησα και φύγαμε για να μην εκτεθούμε μπροστά σε φίλους μας και στον υπόλοιπο κόσμο. Μόλις έβαλε μπροστά το αυτοκίνητο άρχισε να με βρίζει και μου έριξε την πρώτη μπουνιά».
«Άρχισε να τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα και σε μικρή απόσταση σε ένα απόμερο μέρος δεξιά του δρόμου που είχε χώρο σταμάτησε το αυτοκίνητο και με χτύπησε στο πρόσωπο έχοντας τα χέρια του σε γροθιά. Σημειωτέον ότι όλη αυτή την ώρα μου είχε πάρει το κινητό. Η πόρτα ήταν κλειδωμένη. Ούρλιαζα βοήθεια και τον παρακαλούσα να σταματήσει, ενώ το πρόσωπό μου ήταν γεμάτο αίματα και τα κατάπινα και ένιωθα ότι πνίγομαι».
«Κάποια στιγμή ένιωθα ότι χάνω τις αισθήσεις μου. Προφανώς με είδε σε αυτή την κατάσταση και σταμάτησε. Τον παρακαλούσα να με πάει σε κάποιο νοσοκομείο και να μου δώσει το κινητό μου προκειμένου να ειδοποιήσω την αδερφή μου ή κάποιον δικό μου. Ο ίδιος δεν ανταποκρινόταν σε τίποτα από όλα αυτά παρότι του έλεγα ότι θα πεθάνω γιατί αιμορραγούσα πάρα πολύ! Ακόμα και τα ρούχα μου είχαν γεμίσει αίματα.
Σε άλλο σημείο αναφέρει;
«Με οδήγησε στο σπίτι. Εγώ όταν μπήκα μέσα με όσες δυνάμεις είχα γιατί ζαλιζόμουν πολύ και ήμουν πολύ χτυπημένη του είπα ότι πάω να πλυθώ. Όταν ανέβηκα στο δωμάτιο προκειμένου να πάρω το κουμπί πανικού που είναι συνδεδεμένο με τον συναγερμό και χτυπάει κατευθείαν στην αστυνομία με πρόλαβε και το πήρε αυτός και συνέχιζε να κρατάει το κινητό μου».
«Ζαλιζόμουν πολύ και αιμορραγούσα πολύ από τη μύτη. Μου είπε να πλυθώ και να αλλάξω ρούχα και εγώ τον παρακαλούσα να με πάει σε ένα νοσοκομείο. Εγώ του είπα ότι αν με πάει στο νοσοκομείο δεν θα πω ότι με χτύπησε αλλά ότι έπεσα μόνη μου. Πράγματι μου είπε να κάνω ένα μπάνιο και να αλλάξω ρούχα και με πήγε στην Ευρωκλινική».
Μπήκαμε μαζί στην είσοδο της Ευρωκλινικής. Είπα ότι θέλω να με δει γιατρός στα επείγοντα επειδή έχω χτυπήσει στο κεφάλι. Με πήρε κατευθείαν ο γιατρός στο εξεταστήριο μόνη μου και δεν επέτρεψε στον σύζυγό μου να μπει. Μαζί ήρθε και μια νοσοκόμα. Μόλις με πλησίασε η νοσοκόμα της είπα αμέσως ότι με έχει χτυπήσει ο άνδρας μου. Ότι φοβάμαι και τον ίδιο και το είπα και στον γιατρό. Μου είπαν ότι θα ειδοποιήσουν την αστυνομία… Όπως πράγματι και έγινε». «Μου παρείχαν τις πρώτες βοήθειες. Όταν έκτοτε ο αστυνομικός, επειδή δεν ήθελα να καταλάβει κάτι ο άνδρας μου και να φύγει και δεν ήξερα αν εκείνη την στιγμή έπρεπε να τον εμπιστευθώ, κυρίως δεν ήθελα να φύγει γιατί δεν είχα ειδοποιήσει την αδερφή μου για το τι είχε συμβεί γιατί κρατούσε την κόρη μου. Είπα στον αστυνομικό ότι είμαι δικηγόρος και δεν ήθελα να δώσω κατάθεση εκείνη την στιγμή αλλά του είπα να πάρει την κατάθεση του γιατρού. Ενώ εγώ θα πήγαινα να εξεταστώ από ιατροδικαστή.
Σημειωτέον ότι αμέσως μόλις είπα στον γιατρό τι είχε συμβεί έβγαλε φωτογραφίες με το κινητό του. Όταν έφτασε η αστυνομία ο σύζυγός μου έδωσε το κινητό μου στον γιατρό ο οποίος μου το έδωσε και έτσι έβγαλα φωτογραφίες με το δικό μου κινητό τις οποίες θα τυπώσω και θα σας τις προσκομίσω.
Ο αστυνομικός επέμενε ότι έπρεπε να δώσω κατάθεση εκείνη την στιγμή. Του είπα να γράψει ότι έπεσα από τις σκάλες και να μου δώσουν κουμπί πανικού έτσι ώστε οι αστυνομικοί να αντιληφθούν τι είχε συμβεί και όχι ο άνδρας μου"
Η σύζυγος του ποινοκολόγου υποστηρίζει επίσης ότι, του είχε,ζητήσει να χωρίσουν από τον Οκτώβριο, ενώ συμπλήρωσε:
«Φοβούμενη μήπως κάποιος τον ειδοποιήσει και φύγει από το νοσοκομείο. Για τον ίδιο λόγο στην κατάθεσή μου στους αστυνομικούς είπα ότι δεν επιθυμώ εξέταση από ιατροδικαστή. Ο γιατρός ενημέρωσε ότι έχω υποστεί διάσειση, αιμάτωμα στο κρανίο κάταγμα ρινός, μώλωπες στα μάτια, στα ζυγωματικά, κήλη, κάταγμα στα δάχτυλα, θλαστικά τραύματα στα χέρια και στο κρανίο. Ο γιατρός με ειδοποίησε ότι οι αστυνομικοί πήραν τον σύζυγό μου και εγώ υπέγραψα τις πρωινές ώρες για να φύγω από την κλινική ενώ είχα ειδοποιήσει την αδερφή μου και μια φίλη μου. Οι συστάσεις των γιατρών της κλινικής ήταν να παραμείνω εκεί».