Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2019

Mάθημα από την εισαγγελέα για τη διαφθορά στον Αθλητισμό


Ενα γερό μάθημα, για τον τρόπο, που καταλήγουν να γίνονται στοιχεία της διαφθοράς στον αθλητισμό “οι προσυνεννοημένοι αγώνες και η διακινδύνευση της υγείας των αθλητών”, έδωσε η εισαγγελέας εφετών και εποπτεύουσα τη δίωξη ηλεκρονικού εγκλήματος Βιργινία Σακελαροπούλου, με την ομιλία της στη διάσκεψη του ΙΔΕΑΔ, γιά την οποία καταχειροκροτήθηκε, νωρίς το απόγευμα, χτες, στο γήπεδο Ταε Κβο Ντο.
Διαβάστε την:
Ετυμολογικά η λέξη διαφθορά προέρχεται από το ρήμα διαφθείρω (η πρόθεση διά + το ρήμα φθείρω) που σημαίνει φθείρω τελείως, καταστρέφω, αφανίζω, νοθεύω. Συνεπώς διαφθορά είναι η τέλεια φθορά, η νόθευση, ο αφανισμός, η καταστροφή. Κατά την κρατούσα παγκοσμίως άποψη
διαφθορά είναι η κατάχρηση εξουσίας για ίδιο όφελος, άμεσο ή έμμεσο.

Πάντως υπό την ευρεία έννοια σ΄αυτήν θα μπορούσε να υπαχθεί και η δυσλειτουργία, καθώς και η ανεύθυνη και αδιάφορη άσκηση καθηκόντων.
Υπό αυτή την ευρεία έννοια θα αναφερθώ με την εισήγησή μου σε ορισμένες περιπτώσεις διαφθοράς στον αθλητισμό.
Το φαινόμενο της διαφθοράς είναι ένα σύνθετο φαινόμενο με οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές και πολιτιστικές διαστάσεις.
Φαινόμενα διαφθοράς μπορούν να παρουσιασθούν σε κάθε τομέα π.χ. Στην υγεία, στην παιδεία, αθλητισμό, περιβάλλον κλπ.
Σχετικά με τον αθλητισμό μία περίπτωση διαφθοράς που τα τελευταία χρόνια απασχολεί επανειλημμένως τα ποινικά δικαστήρια είναι η χειραγώγηση αγώνων. Η ενασχόληση των ποινικών δικαστηρίων της χώρας μας με υποθέσεις δωροδοκίας και δωροληψίας για αλλοίωση αποτελέσματος
αγώνα δεν είναι πρόσφατη. Πράγματι η αναδίφηση στην παλαιότερη νομολογία αποκαλύπτει ότι ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 υποθέσεις μεθοδευμένου παιχνιδιού απησχόλησαν τα ποινικά δικαστήρια της χώρας μας, ενώ το έτος 1988 έχομε και καταδίκη ποδοσφαιριστή για χειραγώγηση αγώνα, κάτι το πρωτοφανές στα χρονικά, καθόσον δεν έχει
υπάρξει στη χώρα μας μέχρι σήμερα άλλη περίπτωση καταδίκης
ποδοσφαιριστή για χειραγώγηση αγώνα. Εάν όμως τότε η μεθόδευση ενός αγώνα, η δωροδοκία ενός αθλητή, ενός διαιτητή είχε κατά κανόνα αθλητικά κίνητρα, ανεξαρτήτως και των τυχόν οικονομικών συνεπειών της, σήμερα αποκτά πρωτίστως οικονομική σημασία, αφού ως επί το πλείστον επιχειρείται
με σκοπό τη διαμόρφωση τέτοιων αποτελεσμάτων που θα συνεπάγονται τεράστια κέρδη από τον στοιχηματισμό αγώνων. Αυτά συμβαίνουν στην σημερινή εποχή που δυστυχώς άθλημα και στοιχηματισμός έχουν καταστεί
έννοιες συναφείς. Συναφείς όχι βέβαια γλωσσολογικά, αλλά εν τοις πράγμασι. Eπίσης εάν στο παρελθόν η αποκάλυψη της παρέμβασης για αλλοίωση του αποτελέσματος ενός αγώνα γινόταν με την καταγγελία στην αστυνομική αρχή εκ μέρους του προσεγγιζομένου,τώρα τα πράγματα
δείχνουν να είναι περίπλοκα. Επίσης εάν τότε η ποινική δίωξη αφορούσε μόνο την πράξη της υπόσχεσης, παροχής ή αποδοχής δολίων παροχών για αλλοίωση του αποτελέσματος αγώνα, σήμερα η αθέμιτη παρέμβαση, η δωροδοκία ή η δωροληψία για αλλοίωση αποτελέσματος αγώνα τις περισσότερες φορές συρρέει αληθώς με άλλα εγκλήματα, όπως τη συγκρότηση, ένταξη, διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, κακουργηματική
απάτη, κακουργηματική εκβίαση κλπ. Περαιτέρω εάν τότε τα περιστατικά ήταν μεμονωμένα, σήμερα το φαινόμενο έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις.΄Ηδη από το έτος 2013 έχουν εκδοθεί δικαστικές αποφάσεις που έχουν κρίνει
ποδοσφαιρικούς αγώνες ως χειραγωγημένους και έχουν καταδικασθεί οι υπαίτιοι της χειραγώγησης. Οι σχετικές διατάξεις που τυποποιούν το φαινόμενο της χειραγώγησης αγώνων είναι αυτές του άρθ. 132 Ν. 2725/99,
οι πράξεις δε τιμωρούνται άλλες σε βαθμό κακουργήματος και άλλες σε βαθμό πλημμελήματος, ανάλογα με την απαξία της τυποποιούμενης συμπεριφοράς. Έτσι με την προαναφερθείσα διάταξη τιμωρείται όποιος παρεμβαίνει με αθέμιτες ενέργειες, με σκοπό να επηρεάσει την εξέλιξη, τη μορφή ή το αποτέλεσμα αγώνα οποιουδήποτε ομαδικού ή ατομικού
αθλήματος, όποιος, για τον ίδιο σκοπό, απαιτεί ή δέχεται δώρα ή άλλα ωφελήματα ή οποιαδήποτε άλλη παροχή ή υπόσχεση αυτών, όποιος για τον ίδιο σκοπό προσφέρει, δίνει ή υπόσχεται σε αθλητή, προπονητή, διαιτητή ή διοικητικό παράγοντα ή άλλο πρόσωπο που συνδέεται με οποιονδήποτε τρόπο με τον αθλητή, τον διαιτητή, το σωματείο, την Α.Α.Ε. ή το Τ.Α.Α., δώρα,
ωφελήματα ή άλλες οποιεσδήποτε παροχές, ενώ εάν από τις ανωτέρω αξιόποινες πράξεις επιτεύχθηκε ο σκοπός που επεδίωκε ο δράστης ή αν ο αγώνας το αποτέλεσμα του οποίου αλλοιώθηκε περιλαμβάνεται σε στοιχηματικές διοργανώσεις του εσωτερικού ή εξωτερικού, ο δράστης τιμωρείται σε βαθμό κακουργήματος και συγκεκριμένα με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών.
Μία άλλη περίπτωση διαφθοράς στον χώρο του αθλητισμού αποτελεί το ντόπινγκ. Στο άρθ. 128 Α Ν. 2725/1999 αναγνωρίζεται ότι το ντόπινγκ απαγορεύεται γιατί αλλοιώνει τη γνησιότητα του αποτελέσματος
και της προσπάθειας των αθλητών, θέτει σε κίνδυνο την υγεία των αθλητών και ιδίως των ανηλίκων και είναι αντίθετο στις θεμελιώδεις αρχές του Ολυμπισμού, του ευ αγωνίζεσθαι και της ιατρικής ηθικής. Και το
πρόβλημα του ντόπινγκ επίσης δεν είναι ούτε πρόσφατο ούτε ελληνικό. Από τα τέλη του 19 ου αιώνα και τις αρχές του 20ου αιώνα η λήψη φαρμάκων από αθλητές κατά την τέλεση των αγώνων εμφανίζεται συχνότερα. Άλλωστε η
πρόοδος της Ιατρικής τροφοδοτεί το ντόπινγκ που από τη δεκαετία του 1950 παίρνει διαστάσεις φαινομένου που συνεχώς επεκτείνεται. Το πρόβλημα γίνεται οξύτερο όταν άτομα χάνουν τη ζωή τους από τη χρήση διαφόρων ουσιών. Είναι αποδεδειγμένο ότι κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων
της Ρώμης (1960) δύο αθλητές (Kurt Jensen, Dick Howard) έχασαν τη ζωή τους από την κατάχρηση αμφεταμινών. Επίσης ο θάνατος του Βρεττανού ποδηλάτη Τom Simpson (Γύρος Γαλλίας, 1967) έχει επιβεβαιωμένα αποδοθεί στην κατάχρηση αμφεταμινών. Οι εφημερίδες της εποχής εκείνης
έκαναν λόγο για τον Ποδηλάτη που πέθανε στη σέλα και για θάνατο οφειλόμενο στη χρήση αμφεταμινών. Το έτος 1965, όπως αναφέρεται στο
βιβλίο του αθλητιάτρου κ. Σταύρου Χάντζου με τον τίτλο Ντόπινγκ. Από το σχολείο στον θάνατο>>, καταγράφεται επισήμως η πρώτη περίπτωση ηπατοκυτταρικού καρκινώματος από αναβολικά. Από πλευράς εργαστηριακών εξετάσεων, σύμφωνα με τον ως άνω αθλητίατρο, στα άτομα
που κάνουν χρήση αναβολικών τα ηπατικά ένζυμα είναι συχνά αυξημένα.
Επίσης, σύμφωνα με τον ανωτέρω ιατρό, από την χρήση των
απαγορευμένων ουσιών που βελτιώνουν την απόδοση των αθλητών εγκυμονούνται κίνδυνοι για έμφραγμα ή για εγκεφαλικό επεισόδιο, χωρίς βέβαια να παρορώνται σοβαρές επιπτώσεις στο αναπαραγωγικό σύστημα και στην ψυχική υγεία των αθλητών. Ειδικά δε όσον αφορά τον κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου, αυτό παρουσιάζεται ιδίως στην περίπτωση που γίνεται χρήση της ερυθροποιητίνης, ουσίας της οποίας κύρια παρενέργεια,
όταν αυτή δεν χορηγείται για θεραπευτικούς λόγους, είναι η ανεξέλεγκτη αύξηση του αιματοκρίτη και τα επικίνδυνα υψηλά επίπεδα πίεσης του αίματος και ρευστότητάς του.
Το προστατευόμενο έννομο αγαθό με τις σχετικές διατάξεις του Ν. 2725/99 είναι αυτό της γνησιότητας του αθλητικού αποτελέσματος. Δεν είναι η σωματική ακεραιότητα ή η ζωή των αθλητών, οι οποίες συνυπολογίζονται βέβαια κατά την τυποποίηση των σχετικών εγκλημάτων, αλλά δεν αποτελούν
το προστατευόμενο έννομο αγαθό. Το ότι προστατευόμενο έννομο αγαθό είναι η γνησιότητα της αθλητικής προσπάθειας και η γνησιότητα του αποτελέσματος συνάγεται από το ότι π.χ. τιμωρείται ο αθλητής που χρησιμοποιεί απαγορευμένη ουσία ή μέθοδο, ενώ κατά το ποινικό δίκαιο,
όπως είναι γνωστό, η αυτοπροσβολή του εννόμου αγαθού της
ακεραιότητας του ανθρωπίνου σώματος δεν τιμωρείται. Σε περίπτωση βέβαια που με αφορμή τη χρήση απαγορευμένων ουσιών τελεσθούν και άλλες αξιόποινες πράξεις π.χ. ανθρωποκτονία , σωματικές βλάβες,
παραβάσεις του νόμου περί ναρκωτικών, τότε τα σχετικά εγκλήματα συρρέουν αληθώς με το έγκλημα που αφορά το ντόπινγκ, δεδομένου ότι προσβάλλονται διαφορετικά έννομα αγαθά. Επίσης τα εγκλήματα που αφορούν το ντόπινγκ πιθανόν να συρρέουν και με τη διάταξη του άρθ. 187 1Π.Κ., ήτοι την εγκληματική οργάνωση. Στα εγκλήματα μάλιστα του ντόπινγκ
δεν τυποποιείται η βλάβη του εννόμου αγαθού της γνησιότητας του αποτελέσματος αθλητικών αγώνων, αλλά η διακινδύνευσή του, αφού για την τέλεσή τους δεν απαιτείται να αλλοιωθεί το αποτέλεσμα του αγώνα, αλλά αρκεί η χορήγηση ή η χρήση των ουσιών, ακόμα μάλιστα και η κατασκευή τους. Συνεπώς πρόκειται για εγκλήματα διακινδύνευσης. Τα σχετικά εγκλήματα ντόπινγκ τυποποιούνται στην διάταξη του άρθ. 128Θ Ν. 2725/99,
άλλα τιμωρούμενα σε βαθμό πλημμελήματος και άλλα σε βαθμό
κακουργήματος, ανάλογα με την απαξία της τυποποιουμένης συμπεριφοράς.
Έτσι τιμωρείται όποιος χορηγεί σε αθλητή φυσική ή χημική ουσία ή βιολογικό ή βιοτεχνολογικό υλικό ή εφαρμόζει σε αυτόν μέθοδο που απαγορεύεται από την κοινή υπουργική απόφαση του άρθρου 128Γ` του Ν. 2725/1999 με
σκοπό τη βελτίωση της αγωνιστικής του διάθεσης, ικανότητας και απόδοσης του, κατά τη διάρκεια αθλητικών αγώνων ή εν όψει της συμμετοχής του σε αυτούς. Επίσης τιμωρείται και ο αθλητής που χρησιμοποιεί φυσική ή χημική ουσία ή βιολογικό ή βιοτεχνολογικό υλικό ή επιτρέπει την εφαρμογή σε αυτόν
μεθόδου που απαγορεύεται από την κοινή απόφαση του άρθρου 128Γ` του Ν. 2725/99 με σκοπό τη βελτίωση της αγωνιστικής του διάθεσης, ικανότητας και απόδοσης του, κατά τη διάρκεια αθλητικών αγώνων ή εν όψει της συμμετοχής
του σε αυτούς. Περαιτέρω τιμωρείται η κατοχή από αθλητή ουσίας που δεν έχει καταχωρηθεί νομίμως στο δελτίο υγείας του. Επίσης τιμωρείται αυτός ο
οποίος κατασκευάζει, εκχυλίζει, παρασκευάζει, αποθηκεύει, διακινεί, εμπορεύεται, προμηθεύεται ή παρέχει οικονομικά μέσα με οποιονδήποτε τρόπο για την προμήθεια των ουσιών και μεθόδων με σκοπό τη βελτίωση της αγωνιστικής διάθεσης, ικανότητας και απόδοσης αθλητών, ενώ προβλέπονται
και ποινικές κυρώσεις γι΄αυτούς που παρακωλύουν τους αρμόδιους για έλεγχο ντόπινγκ φορείς στην άσκηση του καθήκοντος τους και αυτούς που πριν, κατά ή μετά από διενέργεια νόμιμου ελέγχου ντόπινγκ καταστρέφουν,
αλλοιώνουν ή καθιστούν ανέφικτη τη χρήση των δειγμάτων ή
πλαστογραφούν, νοθεύουν ή αλλοιώνουν την καταγραφή του αποτελέσματος του ελέγχου με οποιονδήποτε τρόπο.
Επίσης συναφές με το θέμα του ντόπινγκ ως προς το θέμα της
υγείας των αθλουμένων, είναι και το πρόβλημα του αιφνιδίου θανάτου
αθλητών ή γενικά αθλουμένων, κατά την προπόνηση ή στην διάρκεια αγώνων. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, αιφνίδιος θάνατος είναι ο θάνατος που συμβαίνει μέσα σε 24 ώρες από διάφορες αιτίες και δεν ήταν αναμενόμενος.  Το συχνότερο είδος αιφνιδίου θανάτου είναι αυτό που οφείλεται σε καρδιολογικής φύσεως προβλήματα. Οι θάνατοι αυτοί στον
χώρο των αθλουμένων δυστυχώς τα τελευταία χρόνια έχουν πληθύνει, οφείλονται δε κατά σημαντικό μέρος στο γεγονός ότι δεν διενεργείται προαθλητικός καρδιολογικός ελέγχος. Ο προαθλητικός καρδιολογικός έλεγχος
έχει προληπτική αξία, καθώς ενδέχεται να διαγνωστούν κάποια παθολογικά ευρήματα που απαιτούν ή τη διακοπή της έντονης αθλητικής δραστηριότητας ή τον αποκλεισμό κάποιων μορφών άσκησης. Με τον προαθλητικό καρδιολογικό έλεγχο διευκολύνεται η έγκαιρη διάγνωση   υποκείμενης
καρδιοπάθειας που προκαλεί  τον αιφνίδιο θάνατο. Σε περίπτωση αιφνιδίου θανάτου, δικονομικά, σχηματίζεται δικογραφία, προκειμένου να διακριβωθεί εάν αυτός οφείλεται σε παθολογικά αίτια ή σε δόλια ή αμελή ενέργεια τρίτου.
Στην δικογραφία αυτή συνήθως περιλαμβάνονται καταθέσεις των οικείων του θανόντος, καταθέσεις τυχόν μαρτύρων που ήταν μπροστά στο περιστατικό, ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας- νεκροτομής, καθώς και τοξικολογική
έκθεση, εφόσον τούτο κρίνεται απαραίτητο. Εάν από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει ότι ο θάνατος οφείλεται σε παθολογικά αίτια, δικονομικά η δικογραφία τίθεται στο αρχείο από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, ο οποίος υποβάλλει αυτήν στον Εισαγγελέα Εφετών για έγκριση της αρχειοθέτησης, κατ΄άρθ. 43 Κ.Π.Δ., αναφέροντας στον Εισαγγελέα Εφετών τους λόγους για τους οποίους δεν άσκησε ποινική δίωξη.
Ο Εισαγγελέας Εφετών εάν έχει την ίδια άποψη με τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών εγκρίνει την αρχειοθέτηση, διαφορετικά παραγγέλλει αναλόγως. Στις περιπτώσεις αιφνιδίου θανάτου αθλητών, η έρευνα θα πρέπει να δώσει απάντηση και στο ερώτημα εάν ο συγκεκριμένος αθλητής είχε εξετασθεί από ιατρό τόσο πριν την έναρξη της άθλησης, όσο και κατά
διαστήματα και είχε διαπιστωθεί η δυνατότητά του να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις του συγκεκριμένου αθλήματος. Έτσι, εάν δεν είχε λάβει χώρα ο απαραίτητος καρδιολογικός έλεγχος, εάν δηλαδή δεν φρόντισε αυτός που
επέτρεψε την άθληση ή αυτός υπό την επίβλεψη του οποίου ελάμβανε χώρα η άθληση να γίνει ο απαραίτητος έλεγχος, είναι δυνατόν να προκύψει ποινική ευθύνη αυτών. Εδώ να υπενθυμίσω τη διάταξη του άρθ. 33 9Ν. 2725/99, όπως συμπληρώθηκε με το άρθ. 181 Ν. 3708/2008 και αντικ. με άρθ. 16 Ν. 4479/2017, κατά την οποία <<Η πιστοποίηση της υγείας των αθλητών είναι
υποχρεωτική και αποτελεί προϋπόθεση για τη συμμετοχή τους σε
προπονήσεις και αγώνες. Η πιστοποίηση αυτή δίδεται μόνο κατόπιν συγκεκριμένων ιατρικών εξετάσεων, οι οποίες προσδιορίζονται με εισήγηση του Εθνικού Κέντρου Αθλητικών Ερευνών (ΕΚΑΕ) και θεσπίζονται με κοινή
υπουργική απόφαση του Υφυπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού και του Υπουργού Υγείας. Η πιστοποίηση ικανότητας προς άθληση καταγράφεται σε κάρτα υγείας, η οποία αποτελεί προσωπικό έγγραφο του αθλητή, βρίσκεται στην κατοχή του και ισχύει για ένα (1) έτος από τη θεώρησή της. Ανανεώνεται
και εκδίδεται από τις Εθνικές Αθλητικές Ομοσπονδίες. Η Κάρτα Υγείας του Αθλητή θεωρείται βάσει της προαναφερθείσας κοινής υπουργικής απόφασης από ιατρούς μονάδων παροχής υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, Νομαρχιακών, Περιφερειακών ή Πανεπιστημιακών Νοσοκομείων, υγειονομικών στρατιωτικών μονάδων ή από ιατρούς έχοντες οποιαδήποτε σχέση με το Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ., καθώς και από ιατρούς του ιδιωτικού τομέα,
κατέχοντες την καρδιολογική ειδικότητα>>. Με Υπουργική Απόφαση καθορίζονται οι ιατρικές εξετάσεις που απαιτούνται για την έκδοση της Κάρτας Υγείας Αθλητή, ήτοι απαιτείται κλινική εξέταση, λήψη ατομικού και οικογενειακού ιατρικού ιστορικού και ηλεκτροκαρδιογράφημα, αναλόγως δε των ευρημάτων των ως άνω υποχρεωτικών εξετάσεων οι ιατροί, κατά την επιστημονική τους κρίση, δύνανται να παραπέμπουν τον αθλητή για περαιτέρω εξετάσεις.
Και στις τρεις περιπτώσεις που ενδεικτικά ανέφερα ως περιπτώσεις διαφθοράς εν ευρεία εννοία στον αθλητισμό, είναι προφανές ότι οι σχετικές ενέργειες των υπαιτίων γίνονται προς εξυπηρέτηση ιδίων συμφερόντων.
Κατ΄αυτόν τον τρόπο το άθλημα γίνεται μέσο προς σκοπό, ήτοι την απόκτηση περιουσίας ή την επιτυχία με κάθε μέσο. Έτσι το αθλητικό οικοδόμημα απειλείται, ανθρώπινες ζωές ξαφνικά χάνονται και περιουσίες εξαφανίζονται. Αν σε κάποιους τομείς η διαφθορά μπορεί να έχει συνέπειες οικονομικές, κοινωνικοπολιτικές και άλλες, στον αθλητισμό διακυβεύεται
πολλές φορές και η ίδια η ανθρώπινη ζωή. Είναι προφανές ότι πρόκειται για παθογένεια, μία κακοήθη νόσο και όπως η κακοήθεια πρέπει να απομακρύνεται του ανθρωπίνου σώματος για να σωθεί η ανθρώπινη ζωή,έτσι και τα διάφορα φαινόμενα της διαφθοράς πρέπει να καταπολεμηθούν για να σωθεί το άθλημα. Και όπως όσο πιο έγκαιρη και ακριβής είναι η ιατρική
διάγνωση τόσο πιο γρήγορη και αποτελεσματική θα είναι και η θεραπεία, έτσι και εν προκειμένω όσο πιο έγκαιρη και ακριβής είναι η διάγνωση του προβλήματος, τόσο πιο αποτελεσματική θα είναι και η αντιμετώπισή του.