Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2022

Παρέμβαση Ντογιάκου, για το συγχωροχάρτι στη siemens

Η Δικαιοσύνη θα ελέγξει τον εαυτό της, για τη σκανδαλώδη αθωωση των 20 κατηγορουμένων της siemens, που συντάραξε το πανελλήνιο.

Η χτεσινή  αθωωτική απόφαση, που ήρθε σχεδόν 17 χρόνια, μετά την έναρξη του σκανδάλου των μαύρων ταμείων, προκάλεσε την παρέμβαση του Εισαγγελέα Αρείου Πάγου Ισίδωρου Ντογιάκου, ο οποίος παρήγγειλε έρευνα , για την παραγραφή των 

Η υπόθεση ανατέθηκε σε Αντεισαγγελέα ΑΠ, με σκοπό, να διερευνήσει το ενδεχόμενο, εάν πρόσωπα τα οποία με οποιονδήποτε τρόπο και οποιαδήποτε ιδιότητα είχαν συμμετοχή στους δικονομικούς χειρισμούς της υπόθεσης της Siemens, συντέλεσαν ουσιαστικά στην παραγραφή των αξιοποίνων πράξεων, με δικές τους ποινικού χαρακτήρα ενέργειες ή παραλείψεις.

Βεβαίως θα πρέπει να σημειωθεί ότι μεταξύ των εισαγγελικών λειτουργών που έχουν διαχειριστεί το σκάνδαλο Siemens είναι και ο Ισίδωρος Ντογιάκος με εντολή της τότε εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ξένης Δημητρίου. Τότε η κ. Δημητρίου είχε δώσει παραγγελία στον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών Ισίδωρο Ντογιάκο να διαβιβάσει το βούλευμα της Siemens στο υπουργείο Εξωτερικών για μετάφραση, ενώ ταυτόχρονα διέταξε τη διενέργεια άμεσης πειθαρχικής έρευνας αναφορικά με το πώς οδηγήθηκε η δίκη της SIEMENS σε επ’ αόριστον αναβολή.

Χθες το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων αποφάσισε, είτε ομόφωνα είτε κατά πλειοψηφία, την αθώωση των κατηγορουμένων για ξέπλυμα βρόμικου χρήματος, ενώ για τους περισσότερους κρίθηκε ότι έπρεπε να παυθεί οριστικά η ποινική δίωξη για τις πράξεις που έχουν τελεστεί έως το 2002 λόγω παραγραφής.

Η περίπτωση του Χρ. Καράβελα, που διέφυγε όπως ο Χριστοφοράκος ανενόχλητος στο εξωτερικό, δεν εξετάστηκε. Αναμεσα στους αθώους οι: Μιχαήλ Χριστοφοράκος, Πρόδρομος Μαυρίδης, Αλέξανδρος Αθανασιάδης, 8 αλλοδαποί –κυρίως Γερμανοί υπήκοοι–, Γιώργος Σκαρπέλης, Νικόλαος ΝΙΝΤΟ, Γιώργος Αργυρόπουλος, Δημήτριος Κουβάτσος, Παναγιώτης Νικάκης, Γιώργος Καλδής, Αλέξανδρος Λέτσας, Φάνης Λυγινός, Μάρθα Δημητριάδη-Καραβέλα. Σύμφωνα με τον πρόεδρο, εκτός από τις παραγραφές δεν αποδείχτηκαν ή δημιουργήθηκαν αμφιβολίες για την παράνομη αύξηση της περιουσίας των τότε στελεχών του ΟΤΕ.