Για
το καυτό θέμα του ντόπινγκ
μίλησε η εισαγγελέας εφετών
Βιργινία Σακελαροπούλου,
στο διήμερο συνέδριο, που διοργάνωσαν
στη Μυτιλήνη, η “Ενωση Ποινικολόγων
και Μαχόμενων Δικηγόρων” με τον
Δικηγορικό Σύλλογο Μυτιλήνης.
Διαβάστε
ολόκληρη την ομιλία της εισαγγελέα
Εφετών Βιργινίας Σακελαροπούλου, με
τίτλο “ΝΤΟΠΙΝΓΚ:
Μια κρίσιμη συνάντηση Δικαίου και
Ιατρικής
Πιο
γρήγορα, πιο ψηλά , πιο δυνατά. Αυτό
αποτελεί την επιθυμία
κάθε
αθλητή, αλλά και το υψηλού νοήματος
σύνθημα κάθε αγώνα.
Όμως
γεννώνται τα ερωτήματα: με κάθε μέσο;
με κάθε κόστος;
Στην
αρχαιότητα, δεν υπάρχουν πειστικές
αναφορές στη
βιβλιογραφία
για ουσίες που θα ενίσχυαν την απόδοση
των αθλητών.
Οπωσδήποτε
δεν θα υπήρχαν τυποιημένες ουσίες όπως
σήμερα.
Υπάρχουν
βέβαια αναφορές σε αλλαγή δίαιτας, αλλά
αυτό δεν
συγκρίνεται
με την σύγχρονη έννοια του ντόπινγκ.
Υπάρχουν ιστορίες
για
ολυμπιακούς αθλητές που πραγματοποίησαν
υψηλές αποδόσεις και
αναδείχθηκαν
νικητές χάρη στη δίαιτά τους. Ένας
αθλητής π.χ.
ακολούθησε
δίαιτα με ξηρά σύκα, ενώ ένας άλλος
αντικατέστησε το
τυρί
με μεγάλες ποσότητες κρέατος. Δεν
γνωρίζομε ιατρικώς για ποιον
λόγο
έγιναν αυτές οι επιλογές. Στο έργο του
<<Περί Αρχαίης Ιητρικής >>
ο
Ιπποκράτης αναφέρεται εκτενώς στην
επίδραση πολλών τροφών στην
υγεία
και ευεξία. Ο Φιλόστρατος στο έργο του
<<περί Γυμναστικής >>,
τον
2ο αιώνα μ.Χ., αναφέρει τη σημασία του
ψωμιού στο οποίο
προσετίθεντο
διάφορα καρυκεύματα με χυμό μήκωνος
της
υπνοφόρου,
ως αποτελεσματικού για την αύξηση της
απόδοσης των
αθλητών.
Μαρτυρίες τέλος που προέρχονται από
τον Πλίνιο, κατά
τον1
ο αιώνα
μ.
Χ., κάνουν λόγο για την ευεργετική
χρησιμότητα αφεψημάτων,
όπως
του φυτού <<ίππουρις>>.
Η
λέξη ντόπινγκ απαντάται για πρώτη φορά
σε αγγλικό λεξικό το
1889
για να δηλώσει τη <<χορήγηση
μίγματος ναρκωτικών ουσιών σε
άλογα
αγώνων για την επίτευξη καλύτερης
απόδοσης>>. Το Ντόπινγκ
στον
αθλητισμό εμφανίζεται στις αρχές του
19 ου αιώνα. Από τα τέλη
όμως
του 19 ου αιώνα και τις αρχές του 20ου
αιώνα η λήψη φαρμάκων
από
αθλητές κατά την τέλεση των αγώνων
εμφανίζεται συχνότερα. Η
πρόοδος
της Ιατρικής τροφοδοτεί το Ντόπινγκ
που από τη δεκαετία του
1950
παίρνει διαστάσεις φαινομένου που
συνεχώς επεκτείνεται. Ο
αθλητικός
και νομικός κόσμος φαίνεται ανέτοιμος
να το αντιμετωπίσει
και
δεν υπάρχει νομοθεσία Κράτους που να
προβλέπει και να τιμωρεί
κυρίως
τη χρήση διαφόρων ουσιών. Το πρόβλημα
γίνεται οξύτερο όταν
άτομα
χάνουν τη ζωή τους από τη χρήση διαφόρων
ουσιών. Είναι
αποδεδειγμένο
ότι κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών
Αγώνων της
Ρώμης
(1960) δύο αθλητές (Kurt Jensen, Dick Howard) έχασαν
τη ζωή
τους
από την κατάχρηση αμφεταμινών. Επίσης
ο θάνατος του
Βρεττανού
ποδηλάτη Τom Simpson (Γύρος Γαλλίας, 1967) έχει
επιβεβαιωμένα
αποδοθεί στην κατάχρηση αμφεταμινών.
Οι
εφημερίδες
της εποχής εκείνης έκαναν λόγο για τον
<<Ποδηλάτη που
πέθανε
στη σέλα>> και για θάνατο οφειλόμενο
στη χρήση
αμφεταμινών.
Το έτος 1965, όπως αναφέρεται στο βιβλίο
του
αθλητιάτρου
κ. Σταύρου Χάντζου με τον τίτλο
<<Ντόπινγκ. Από το
σχολείο
στον θάνατο>>, καταγράφεται
επισήμως η πρώτη περίπτωση
ηπατοκυτταρικού
καρκινώματος από αναβολικά. Από πλευράςμε
τον ανωτέρω ιατρό, από την χρήση των
απαγορευμένων
ουσιών που βελτιώνουν την απόδοση των
αθλητών
εγκυμονούνται
κίνδυνοι για έμφραγμα ή για εγκεφαλικό
επεισόδιο,
χωρίς
βέβαια να παρορώνται σοβαρές επιπτώσεις
στο αναπαραγωγικό
σύστημα
και στην ψυχική υγεία των αθλητών. Ειδικά
δε όσον αφορά
τον
κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου, αυτό
παρουσιάζεται ιδίως στην
περίπτωση
που γίνεται χρήση της ερυθροποιητίνης
,ουσίας της οποίας
κύρια
παρενέργεια, όταν αυτή δεν χορηγείται
για θεραπευτικούς
λόγους,
είναι η ανεξέλεγκτη αύξηση του αιματοκρίτη
και τα επικίνδυνα
υψηλά
επίπεδα πίεσης του αίματος και ρευστότητάς
του.
Οι
θάνατοι και η διαπίστωση ότι η λήψη
διαφόρων ουσιών από
τους
αθλητές αποτελούν την αιτία των θανάτων
αυτών προκαλούν το
ενδιαφέρον
των Διεθνών Οργανισμών και Κρατών να
προχωρήσουν σε
νομοθετικές
ρυθμίσεις. Παράλληλα η Διεθνής Ολυμπιακή
Επιτροπή,
από
τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Γκρενόμπλ
(1968) καθιερώνει για
πρώτη
φορά υποχρεωτικούς ελέγχους Ντόπινγκ
στους Ολυμπιακούς
Αγώνες.
Οι πρώτοι νόμοι ψηφίζονται στη Γαλλία
και στο Βέλγιο (1965)
και
στη συνέχεια στην Ελλάδα (1975) και σε
άλλες Ευρωπαικές
Χώρες.
Στους νόμους αυτούς καθιερώνονται
κυρίως έλεγχοι για τη
διερεύνηση
υπάρξεως απαγορευμένων ουσιών στον
οργανισμό των
αγωνιζομένων
αθλητών και θεσπίζονται πειθαρχικές
κυρώσεις. Οι
Ολυμπιακοί
Αγώνες της Σεούλ (1988) καταδεικνύουν την
εξάπλωση
του
προβλήματος. Βρίσκονται ντοπαρισμένοι
10 αθλητές , μεταξύ των
οποίων
ο διάσημος Καναδός δρομέας Μπεν Τζόνσον,
που με χρόνο
9.79
πριν λίγα εικοσιτετράωρα είχε συντρίψει
το παγκόσμιο ρεκόρ
των
100 μέτρων, ενώ η Βουλγαρία, μετά από
κρούσμα ντόπινγκ
αθλητού
της της άρσης βαρών απέσυρε όλη την
ομάδα της από το
άθλημα
της Άρσης Βαρών. Ο τότε Πρόεδρος της
Διεθνούς Ολυμπιακής
Επιτροπής
Χουάν Αντόνιο Σάμαρανκ δείχνει ανήσυχος
γιατί η ΔΟΕ
αδυνατεί
να βρει λύση στο πρόβλημα, ενώ η Διευθύντρια
της
Επιτροπής
Τύπου της ΔΟΕ Μισέλ Βερντιέ ανησυχώντας
για το μέλλον
του
αθλητισμού δηλώνει: << Το πρόβλημα
του Ντόπινγκ δεν μπορεί
να
αντιμετωπισθεί από τη ΔΟΕ. Εμείς απλώς
μπορούμε να
εφαρμόσουμε
εντατικούς ελέγχους και να επιβάλλουμε
κυρώσεις
στους
παραβάτες. Όμως φοβάμαι ότι έτσι δεν θα
λυθεί το πρόβλημα.
Μόνο
ο φόβος μιας βαριάς ποινικής καταδίκης
μπορεί να συνετίσει
εκείνους
που με οποιαδήποτε ιδιότητα είναι
αναμεμειγμένοι στο
κύκλωμα
των αναβολικών>>. Βλέπουμε λοιπόν
ότι συζητείται πλέον η
ποινική
καταστολή. Ακολουθεί η Ευρωπαική Σύμβαση
του Συμβουλίου
της
Ευρώπης (1989) που κυρώνεται από την Ελλάδα
(Ν. 2371/1996) και
η
οποία εξειδικεύει τα μέτρα τα οποία
πρέπει να ληφθούν και θέτει
κανόνες
για τη λειτουργία των εργαστηρίων, τη
διεθνή συνεργασία
κλπ.
Θα
πρέπει να σημειωθεί ότι το ντόπινγκ δεν
αφορά μόνο
συγκεκριμένα
αθλήματα. Δεν αφορά δηλαδή μόνο το στίβο,
την άρση
βαρών,
την κολύμβηση ή την ποδηλασία. Αφορά
και το ποδόσφαιρο
και
μάλιστα στο ποδόσφαιρο τα πράγματα
είναι πιο επικίνδυνα για
την
υγεία των αθλητών, δεδομένου ότι το
ποδόσφαιρο απαιτεί
σωρευτικά
ταχύτητα, αντοχή, δύναμη και εκρηκτικότητα,
γεγονός
που
απαιτεί ένα δυνατό κοκτέιλ αναβολικών.
Η
Ελλάδα είναι μεταξύ των πρώτων χωρών
που έχουν
αναγάγει
το ντόμπινγκ και σε ποινικό αδίκημα.
Ήδη
από το έτος 1975, ο Ν. 75/1975, στα άρθρα 58
και
59, προέβλεπε ποινικές και πειθαρχικές
κυρώσεις
για το αδίκημα της φαρμακοδιέγερσης.
Στη
συνέχεια ο νόμος 1646/1986 τροποποίησε τις
σχετικές
διατάξεις διατηρώντας τις πειθαρχικές
και
ποινικές κυρώσεις. Το έτος 1996 κυρώθηκε
με
τον
Ν. 2371/1996 η Ευρωπαική Σύμβαση κατά του
Ντόπινγκ
του Συμβουλίου της Ευρώπης. Τον
Οκτώβριο
του 2002 ο ν. 3057/2002 αναθεώρησε
πλήρως
το νομοθετικό πλαίσιο αντιμετώπισης
του
ντόπινγκ
ενσωματώνοντας στον Ν. 2725/1999 ένα
ολόκληρο
κεφάλαιο (άρθ. 128 Α - 128 ΙΔ) με τίτλο
<<Καταπολέμηση
του Ντόπινγκ>>.
Έτσι
στο άρθ. 128 Α Ν. 2725/1999 αναγνωρίζεται ότι
το
ντόπινγκ
απαγορεύεται γιατί αλλοιώνει τη
γνησιότητα
του
αποτελέσματος και της
προσπάθειας
των αθλητών, θέτει σε κίνδυνο την υγεία
των
αθλητών και
ιδίως
των ανηλίκων και είναι αντίθετο στις
θεμελιώδεις
αρχές
του
Ολυμπισμού,
του ευ αγωνίζεσθαι και της ιατρικής
ηθικής>>.
Το
προστατευόμενο έννομο αγαθό με τις
σχετικές διατάξεις που
θα
αναφέρω είναι αυτό της γνησιότητας του
αθλητικού
αποτελέσματος.
Δεν είναι η σωματική ακεραιότητα η η
ζωή, οι οποίες
συνυπολογίζονται
βέβαια κατά την τυποποίηση των σχετικών
εγκλημάτων,
αλλά δεν αποτελούν το προστατευόμενο
έννομο αγαθό.
Το
ότι προστατευόμενο έννομο αγαθό είναι
η γνησιότητα της
αθλητικής
προσπάθειας και η γνησιότητα του
αποτελέσματος
συνάγεται
από το ότι π.χ. τιμωρείται ο αθλητής που
χρησιμοποιεί
απαγορευμένη
ουσία ή μέθοδο, ενώ κατά το ποινικό
δίκαιο, όπως είναι
γνωστό,
η αυτοπροσβολή του εννόμου αγαθού της
ακεραιότητας του
ανθρωπίνου
σώματος δεν τιμωρείται. Σε περίπτωση
βέβαια που με
αφορμή
τη χρήση απαγορευμένων ουσιών τελεσθούν
και άλλες
αξιόποινες
πράξεις π.χ. ανθρωποκτονία , σωματικές
βλάβες,
παραβάσεις
του νόμου περί ναρκωτικών, τότε τα
σχετικά εγκλήματα
συρρέουν
αληθώς με το έγκλημα που αφορά το
ντόπινγκ, δεδομένου
ότι
προσβάλλονται διαφορετικά έννομα αγαθά.
Επίσης τα εγκλήματα
που
αφορούν το ντόπινγκ πιθανόν να συρρέουν
και με τη διάταξη του
άρθ.
187&1 Π.Κ., ήτοι την εγκληματική
οργάνωση, δεδομένου ότι στη
διάταξη
του 187&1 Π.Κ. αναφέρονται και τα
εγκλήματα του ντόπινγκ.
Στα
εγκλήματα μάλιστα του ντόπινγκ δεν
τυποποιείται η βλάβη του
εννόμου
αγαθού της γνησιότητας του αποτελέσματος
αθλητικών
αγώνων,
αλλά η διακινδύνευσή του, αφού για την
τέλεσή τους δεν
απαιτείται
να αλλοιωθεί το αποτέλεσμα του αγώνα,
αλλά αρκεί η
χορήγηση
ή η χρήση των ουσιών, ακόμα μάλιστα και
η κατασκευή
τους.
Συνεπώς πρόκειται για εγκλήματα
διακινδύνευσης.
Στο
άρθ. 128Γ αναφέρονται τα απαγορευμένα
μέσα. Αυτά
είναι:
α) Απαγορευμένες ουσίες: α) ουσίες που
απαγορεύονται
σε κάθε περίπτωση, ήτοι
1.
Διεγερτικά
2.
Nαρκωτικά (μεθαδόνη, μορφίνη, πεθιδίνη
κλπ)
(Χορηγούνται
ως ειδικά αναλγητικά για την αντιμετώπιση
έντονα
επώδυνης κατάστασης, με στόχο να
καταστήσουν
τους
αθλητές ικανούς να αγωνισθούν μετά από
τραυματισμούς).
3.
Αναβολικά
4.
Διουρητικά
5.
Πεπτιδικές ορμόνες, μιμητικό και συναφείς
με αυτές
oυσίες.
β.
Κατηγορίες ουσιών που απαγορεύονται
ανάλογα με το
άθλημα
ή την ποσοτική συγκέντρωση:
1.
Αλκοόλη (Το άθλημα στο οποίο απαγορεύεται
είναι η
οδήγηση
με αυτοκίνητο ή μοτοσυκλέτα, λόγω της
απειλής
για
τη σωματική ακεραιότητα του αθλητή ή
άλλων
συμμετεχόντων).
2.
Κανναβινοειδή (στην κατηγορία αυτή
ανήκει το χασίς
και
η μαριχουάνα)
3.
Τοπικά αναισθητικά
4.
Κορτικοστεροειδή
5.
β-αναστολείς
Β)
Απαγορευμένες μέθοδοι:
α)
ντόπινγκ αίματος ή άλλων κυττάρων ή
ιστών,
β)
χορήγηση τεχνητών φορέων οξυγόνου ή
ουσιών που
διογκώνουν
το
πλάσμα,
γ)
φαρμακολογική, χημική, φυσική ή γενετική
παραποίηση
(χρήση κυττάρων, γονιδίων κλπ).
Γ)
Όσες άλλες ουσίες ή μέθοδοι περιλαμβάνονται
κάθε
φορά
στην κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας
και
Πρόνοιας.
Στο
άρθρο 128ΣΤ του Ν. 2725/1999 προβλέπεται η
σύσταση
εθνικού φορέα κατά του ντόπινγκ , του
Εθνικού
Συμβουλίου
Καταπολέμησης Ντόπινγκ.
Συγκεκριμένα
συνιστάται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού
δικαίου με την επωνυμία
Εθνικός
Οργανισμός Καταπολέμησης του Ντόπινγκ
(Ε.Ο.ΚΑ.Ν.) με έδρα την
Αθήνα,
το οποίο εποπτεύεται από τη Γενική
Γραμματεία Αθλητισμού
εργαστηριακών
εξετάσεων, σύμφωνα με τον ως άνω
αθλητίατρο, στα
άτομα
που κάνουν χρήση αναβολικών τα ηπατικά
ένζυμα είναι συχνά
αυξημένα.
Επίσης, σύμφωνακαι
επιχορηγείται
από αυτήν με τακτικές ετήσιες επιχορηγήσεις.
Έχει τη
δικαιοδοσία,
αρμοδιότητα και ευθύνη, μεταξύ άλλων,
να σχεδιάζει,
συντονίζει,
εφαρμόζει, επιβλέπει τη διαδικασία του
ελέγχου ντόπινγκ.
.Στο
άρθρο128 Θ τυποποιούνται τα εγκλήματα
ντόπινγκ.
Συγκεκριμένα
στην παρ. 1, που είναι το βασικό έγκλημα
ντόπινγκ,
ορίζεται ότι: << Όποιος χορηγεί
σε αθλητή
φυσική
ή χημική ουσία ή βιολογικό ή βιοτεχνολογικό
υλικό
ή εφαρμόζει σε αυτόν μέθοδο που
απαγορεύεται
από
την κοινή απόφαση του άρθρου 128Γ` του
παρόντος,
με
σκοπό τη βελτίωση της αγωνιστικής του
διάθεσης,
ικανότητας
και απόδοσης του, κατά τη διάρκεια
αθλητικών
αγώνων
ή εν όψει της συμμετοχής του σε αυτούς,
τιμωρείται
με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) ετών
και με
χρηματική
ποινή είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) έως
πενήντα
χιλιάδων (50.000) ευρώ, αν η πράξη δεν
τιμωρείται
βαρύτερα σύμφωνα με άλλη διάταξη. Σε
αυτόν
που
καταδικάστηκε επιβάλλεται και η
απαγόρευση άσκησης
επαγγέλματος
σχετικού με τον αθλητισμό (παρεπόμενη
ποινή)>>.
Στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου
αυτής
προβλέπεται
διακεκριμένη περίπτωση ντόπινγκ.
Συγκεκριμένα
επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα (10)
ετών,εάν
ο υπαίτιος διαπράττει τις ανωτέρω
πράξεις είτε
κατ`
επάγγελμα, υπό την έννοια του άρθ. 13 στ
Π.Κ., είτε
με
σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή
σε άλλον
περιουσιακό
όφελος, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα
σύμφωνα
με άλλη διάταξη. Πρόκειται για έγκλημα
κοινό
(<<όποιος>>).
Σχετικά με την αντικειμενική υπόσταση
του
εγκλήματος απαιτείται, όπως προκύπτει
από τη διάταξη
αυτή,
η χορήγηση απαγορευμένης ουσίας ή
εφαρμογή
απαγορευμένης
μεθόδου. Από πλευράς υποκειμενικής
υπόστασης
του εγκλήματος απατείται άμεσος δόλος
πρώτου
βαθμού (..με σκοπό τη βελτίωση της
αγωνιστικής
διάθεσης,
ικανότητας και απόδοσης του αθλητή,
κατά τη
διάρκεια
αθλητικών αγώνων ή εν όψει της συμμετοχής
του
σε
αυτούς…).Επομένως πρόκειται για έγκλημα
υπερχειλούς
υποκειμενικής υπόστασης.
Στην
παρ. 2, η οποία επίσης τυποποιεί βασικό
έγκλημα
ντόπινγκ,
ορίζεται:<< Αθλητής που χρησιμοποιεί
φυσική ή
χημική
ουσία ή βιολογικό ή βιοτεχνολογικό
υλικό ή
επιτρέπει
την εφαρμογή σε αυτόν μεθόδου που
απαγορεύεται
από την κοινή απόφαση του άρθρου 128Γ`
του
παρόντος, με σκοπό τη βελτίωση της
αγωνιστικής του
διάθεσης,
ικανότητας και απόδοσης του, κατά τη
διάρκεια
αθλητικών
αγώνων ή εν όψει της συμμετοχής του σε
αυτούς,
τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο
(2) ετών,
αν
η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα σύμφωνα
με άλλη
διάταξη.
Η κατοχή από αθλητή ουσίας ή υλικού του
προηγούμενου
εδαφίου που δεν έχει καταχωρηθεί νομίμως
στο
δελτίο υγείας του τιμωρείται με χρηματική
ποινή
τουλάχιστον
πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, αν η πράξη δεν
τιμωρείται
βαρύτερα σύμφωνα με άλλη διάταξη>>.
Ποιός
είναι αθλητής; Αθλητής είναι αυτός που
αθλείται
συστηματικά
ή περιστασιακά, επαγγελματικά ή
ερασιτεχνικά.
Είναι γεγονός ότι η ποινική απαξία της
χορήγησης
απαγορευμένων ουσιών και μεθόδων σε
αθλητή
με κίνδυνο βλάβης της υγείας του αθλητή
είναι
ομολογουμένως
μεγαλύτερη από την ποινική απαξία της
χρήσης
της απαγορευμένης ουσίας από τον ίδιο
τον
αθλητή,
γι΄αυτόν τον λόγο για την χορήγηση στον
αθλητή
απαγορευμένης ουσίας προβλέπεται
μεγαλύτερη
ποινική
κύρωση από αυτήν που προβλέπεται για
τον
αθλητή
για τη χρήση της απαγορευμένης ουσίας
από τον
ίδιο.
Από πλευράς υποκειμενικής υπόστασης
απαιτείται
και
εδώ άμεσος δόλος. Επίσης και στην πρώτη
και στην
δεύτερη
παράγραφο προκύπτει από το κείμενο των
διατάξεων
ότι απαιτείται η συμμετοχή του αθλητή
σε
αγώνες(…
κατά τη διάρκεια αθλητικών αγώνων ή εν
όψει
της
συμμετοχής του σε αυτούς…). Αυτό άλλωστε
προκύπτει
και από το προστατευόμενο έννομο αγαθό,
που
όπως
είπαμε, είναι η γνησιότητα του αποτελέσματος
αθλητικών
αγώνων. Ούτε επίσης έχει σημασία εάν οι
αγώνες
είναι επαγγελματικοί ή ερασιτεχνικοί,
επίσημοι ή
φιλικοί,
εγχώριας διοργάνωσης ή διεθνείς. Από
εδώ
λοιπόν
συνάγεται ότι στις διατάξεις αυτές δεν
υπάγεται
οποιοσδήποτε
αθλείται για βελτίωση της φυσικής του
κατάστασης
παρακολουθώντας τακτικά ή περιστασιακά
ειδικό
πρόγραμμα σε γυμναστήριο. Η χορήγηση
απαγορευμένων
ουσιών στα πρόσωπα αυτά μπορεί να
συνιστά,
συντρεχουσών των προυποθέσεων, άλλο
έγκλημα
όπως
π.χ. παραβάσεις του νόμου για τα ναρκωτικά.
Στην
παρ. 3 τυποποιείται μια διακεκριμένη
μορφή του
βασικού
εγκλήματος της παρ. 1.
Συγκεκριμένα
στην παρ. 3 αναφέρεται: <<Στην
περίπτωση
της
παραγράφου 1, όταν ο αθλητής είναι
ανήλικος,
επιβάλλεται
κάθειρξη τουλάχιστον δέκα (10) ετών και
ισόβια
στέρηση της άδειας άσκησης σχετικού με
τον
αθλητισμό
επαγγέλματος, ανεξάρτητα από το μέγεθος
της
ποινής
που επιβλήθηκε>>. Το εν λόγω
έγκλημα ανάγεται
από
πλημμέλημα σε κακούργημα, και ορθότατα,
όταν ο
αθλητής
στον οποίο χορηγείται η απαγορευμένη
ουσία
είναι
ανήλικος. Είναι προφανής η απαξία μιας
τέτοιας
πράξης
τη στιγμή που ο ίδιος ο ανήλικος λόγω
ακριβώς της
ανηλικότητάς
του δεν μπορεί να σταθμίσει τις επιπτώσεις
της
ουσίας για την υγεία του.
Επίσης
στην παρ. 4 τυποποιείται άλλο ένα έγκλημα
ντόπινγκ.
Συγκεκριμένα στην παρ. 4 ορίζεται:
<<Όποιος
κατασκευάζει,
εκχυλίζει, παρασκευάζει, αποθηκεύει,
διακινεί,
εμπορεύεται, προμηθεύεται ή παρέχει
οικονομικά
μέσα
με οποιονδήποτε τρόπο για την προμήθεια
των
ουσιών
και μεθόδων της παραγράφου 1 με σκοπό
τη
βελτίωση
της αγωνιστικής διάθεσης, ικανότητας
και
απόδοσης
αθλητών, κατά τη διάρκεια αθλητικών
αγώνων ή
εν
όψει της συμμετοχής τους σε αυτούς,
τιμωρείται με τις
ποινές
της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου,
αν η
πράξη
δεν τιμωρείται βαρύτερα σύμφωνα με άλλη
διάταξη.
Αν
ο δράστης τελεί τις πράξεις αυτές μέσα
σε αθλητικές
εγκαταστάσεις
ή με σκοπό να χορηγηθούν οι ουσίες ή να
εφαρμοστούν
μέθοδοι σε ανήλικους αθλητές, επιβάλλονται
οι
ποινές της παραγράφου 3 του παρόντος>>.
Εδώ
τυποποιείται
μία σειρά πράξεων που προηγούνται της
χορήγησης
των απαγορευμένων ουσιών και μεθόδων
και
των
οποίων η απαξία είναι εξίσου μεγάλη αν
όχι και
μεγαλύτερη
της πράξης της χορήγησης. Από πλευράς
υποκειμενικής
υπόστασης απαιτείται και εδώ άμεσος
δόλος.
Είναι
έγκλημα αφηρημένης διακινδύνευσης. Με
βάση το
υποκείμενο
τέλεσης είναι κοινό (<<όποιος>>).
Επίσης
είναι
έγκλημα διαζευκτικώς μικτό, δηλαδή οι
διάφοροι
τρόποι
τέλεσης μπορούν να εναλλαχθούν, πλην
όμως ένα
έγκλημα
τελείται, εφόσον βέβαια πρόκειται για
την ίδια
ποσότητα.
Επίσης
στην παρ. 6 τυποποιείται άλλο ένα έγκλημα
ντόπινγκ.
Συγκεκριμένα
στην παρ. 6 ορίζεται:<< Όποιος
παρακωλύει
τους
αρμόδιους για έλεγχο ντόπινγκ φορείς
στην άσκηση
του
καθήκοντος τους τιμωρείται με φυλάκιση
τουλάχιστον
δύο
(2) ετών, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα
σύμφωνα
με άλλη διάταξη. Με την ίδια ποινή
τιμωρείται
και
όποιος πριν, κατά ή μετά από διενέργεια
νόμιμου
ελέγχου
ντόπινγκ καταστρέφει, αλλοιώνει ή
καθιστά
ανέφικτη
τη χρήση των δειγμάτων ή πλαστογραφεί,
νοθεύει
ή αλλοιώνει την καταγραφή του αποτελέσματος
του
ελέγχου με οποιονδήποτε τρόπο. Σε
περίπτωση που τις
πράξεις
του προηγούμενου εδαφίου διαπράττει
με πρόθεση
δειγματολήπτης
ντόπινγκ κατά την έννοια του παρόντος
νόμου,
μέλος του προσωπικού του ΕΣΚΑΝ, μέλος
του
προσωπικού
του εργαστηρίου ελέγχου ντόπινγκ του
ΟΑΚΑ
ή
άλλου εργαστηρίου της Ελλάδας που τυχόν
θα ιδρυθεί
και
θα αναγνωριστεί από τον ΠΟΑ ως εργαστήριο
ελέγχου
ντόπινγκ,
αυτός τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα
(10)
ετών>>.
Σημαντικής
σημασίας είναι και η διάταξη της παρ. 8
του
αυτού
άρθ. 128Θ Ν. 2725/1999, ήτοι ότι οι διατάξεις
του
παρόντος
άρθρου εφαρμόζονται και όταν οι
προβλεπόμενες
σε αυτό αξιόποινες πράξεις τελέσθηκαν
στην
αλλοδαπή από ημεδαπό, ακόμα και αν αυτές
δεν είναι
αξιόποινες
κατά τους νόμους της χώρας, στην οποία
τελέσθηκαν.
Εδώ βλέπομε μια σημαντική διαφοροποίηση
από
τη διάταξη του άρθ. 6 Π.Κ., κατά το οποίο
οι
ελληνικοί
ποινικοί νόμοι εφαρμόζονται και για
πράξη που
χαρακτηρίζεται
από αυτούς ως κακούργημα ή πλημμέλημα
και
που τελέσθηκε στην αλλοδαπή από ημεδαπό,
εάν η
πράξη
αυτή είναι αξιόποινη και κατά τους
νόμους της
χώρας
στην οποία τελέσθηκε ή εάν διαπράχθηκε
σε
πολιτειακά
ασύντακτη χώρα. Από τη διάταξη της παρ.
8
του
άρθ. 128Θ συνάγομε την πρόθεση του νομοθέτη
να
εφαρμόζονται
οι ελληνικοί ποινικοί νόμοι και όταν
οι
πράξεις
τελέσθηκαν στην αλλοδαπή από ημεδαπό,
ακόμα
και
αν αυτές δεν είναι αξιόποινες κατά τους
νόμους της
χώρας,
στην οποία τελέσθηκαν. Σημαντικές επίσης
είναι
και
οι δικονομικές διατάξεις του παρόντος.
Έτσι κατά την
παρ.
9 του αυτού άρθ. 128Θ το ΕΣΚΑΝ δικαιούται
να
παρίσταται
σε δίκες για τα αδικήματα του παρόντος
άρθρου
και
του άρθρου 128ΙΔ` του παρόντος νόμου ως
πολιτικώς
ενάγων
για την υποστήριξη της κατηγορίας.
Σύμφωνα
με το άρθρο 12 παρ.2 του Ν.4049/2012 ΦΕΚ Α
35/23-02-
2012 ορίζεται ότι:" Για τις αξιόποινες
πράξεις
του
άρθρου 128Θ εφαρμόζονται οι διατάξεις
του άρθρου
253
Α Κ.Π.Δ. περί ειδικών ανακριτικών πράξεων
και οι
διατάξεις
για την προστασία μαρτύρων του άρθρου
9 του
Ν.
2928/2001>>. Επειδή ο νομοθέτης θεωρεί
τα ως άνω
αδικήματα
λίαν επικίνδυνα για την κοινωνία,
προβλέπει
ειδικές
ανακριτικές πράξεις του άρθ. 253 Α Κ.Π.Δ.,
ήτοι
την
ανακριτική διείσδυση, τις ελεγχόμενες
μεταφορές,
την
άρση του απορρήτου της επικοινωνίας
και την
καταγραφή
δραστηριότητας ή άλλων γεγονότων εκτός
κατοικίας.
Πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι οι ειδικές
αυτές
ανακριτικές
πράξεις προβλέπονται σε σοβαρά εγκλήματα
που
θέτουν σε κίνδυνο τα θεμέλια της κοινωνίας
π.χ.
εγκληματική
οργάνωση, ναρκωτικά κλπ. Επίσης, σύμφωνα
με
την προαναφερθείσα διάταξη, στις
παραβάσεις του
άρθρου
128Θ για την προστασία μαρτύρων από πιθανή
εκδίκηση
ή εκφοβισμό εφαρμόζονται και οι διατάξεις
για
την
προστασία μαρτύρων του άρθρου 9 του ν.
2928/2001.
Μέτρα
προστασίας των μαρτύρων είναι η φύλαξη
με
κατάλληλα
εκπαιδευμένο προσωπικό της αστυνομίας,
η μη
αναγραφή
στην έκθεση εξέτασης του ονόματος, του
τόπου
γέννησης,
κατοικίας και εργασίας, του επαγγέλματος
και
της
ηλικίας κλπ.
Μια
απόφαση η οποία ασχολήθηκε με το θέμα
του
Ντόπινγκ
είναι η με αριθ. ΑΠ 630/2012(ΝΟΜΟΣ).
Αφορούσε
την καταδίκη για κατοχή απαγορευμένων
ουσιών
(αναβολικών, διεγερτικών, στεροειδών,
β-
αναστολέων)
από προπονητή αθλητών στίβου που
επρόκειτο
να λάβουν μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες
της
Αθήνας που θα άρχιζαν στις 13.8.2004, αλλά
δεν
συμμετείχαν
σ` αυτούς εξ αιτίας του συμβάντος αυτού.
Πρέπει
να επισημανθεί ότι η χρήση αναβολικών
και των
λοιπών
απαγορευμένων ουσιών δεν περιορίζεται
στο χώρο
του
επαγγελματικού αθλητισμού, αλλά έχει
εμφανισθεί και
σε
διάφορα κέντρα άσκησης σώματος για καλή
φυσική
κατάσταση.
Το φαινόμενο είναι ανησυχητικό εάν
λάβομε
υπόψη
μας την αύξηση της χρήσης αναβολικών
μεταξύ
ελεύθερα
αθλουμένων νέων που αθλούνται στα
γυμναστήρια.
Σύμφωνα με έρευνα του Αριστοτελείου
Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης, που διεξήχθη στα πλαίσια
του
προγράμματος <<SAFE YOU>>,
που συντονίζεται
από
το ΤΕΦΑΑ, το 10% όσων πηγαίνουν απλώς στο
γυμναστήριο
για να βελτιώσουν το σώμα τους έχουν
κάνει
χρήση απαγορευμένης ουσίας. Το ποσοστό
αυτό
αυξάνεται
και φθάνει το 25% όταν μιλάμε για
αθλούμενους
που κάνουν εντατική γυμναστική με βάρη.
Οι
λόγοι που οδηγούν αυτούς τους αθλούμενους
να
κάνουν
χρήση απαγορευμένων ουσιών, σύμφωνα με
την
ως
άνω έρευνα, είναι, μεταξύ άλλων, η ανάγκη
για
ταχύτερη
ξεκούραση μετά την άσκηση, η περιέργεια,
η
αντίληψη
ότι η χρήση αναβολικών αποτελεί
αναπόσπαστο
μέρος
ενός φυσιολογικού προγράμματος άσκησης,
καθώς
και
η αντίληψη ότι η χρήση αναβολικών βοηθά
τον
χρήστη
να φθάσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα πιο
γρήγορα.
Οι
κυριότερες πηγές πληροφόρησης για την
αγορά και
χρήση
αναβολικών είναι, σύμφωνα με την ως άνω
έρευνα,
το
διαδίκτυο (διαδικτυακά καταστήματα που
εμπορεύονται
αναβολικά),
οι διαδικτυακές συζητήσεις με άλλους
χρήστες,
φίλοι που έχουν χρησιμοποιήσει αναβολικά,
καθώς
και γυμναστές που εργάζονται σε χώρους
μαζικής
άθλησης.
Και εδώ να αναφέρω ότι από την Διεύθυνση
Δίωξης
Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, την οποία
εποπτεύω,
σχετικά
πρόσφατα εντοπίσθηκε και συνελήφθη
άτομο το
οποίο
μέσω προσωπικής ιστοσελίδας διέθετε
φάρμακα και
αναβολικά.
Σε
έρευνα που διεξήχθη στην οικία του
ανωτέρω
συλληφθέντος
ανευρέθησαν και κατεσχέθησαν μεγάλες
πσοότητες
φαρμακευτικών σκευασμάτων που διακινούνταν
χωρίς
άδεια του ΕΟΦ, και αναβολικών.
Το
σοβαρό ζήτημα της παράνομης διακίνησης
αναβολικών
μεταξύ
ατόμων που αθλούνται σε γυμναστήρια
για να
βελτιώσουν
το σώμα τους, ήτοι για αισθητικούς
λόγους, ήλθε
στο
προσκήνιο τον Αύγουστο του 2014 με μία
υπόθεση
ανθρωποκτονίας
με πρόθεση κατά συρροή, που τελέσθηκε
στην
Μάνη, με δράστες δύο νεαρά άτομα 18 ετών,
τα
οποία
γνωρίζονταν με τους δύο παθόντες, ηλικίας
25
και
26 ετών, από τον χώρο των γυμναστηρίων
και των
αναβολικών.
Οι 18χρονοι δράστες προμηθεύονταν
αναβολικά
από τα θύματα, με αφορμή δε το γεγονός
ότι
οι
δράστες είχαν καταβάλει το χρηματικό
ποσό των 800
Ευρώ
στα θύματα για την προμήθεια αναβολικών,
τα δε
θύματα
δεν τους είχαν παραδώσει τα αναβολικά,
διεπράχθη
η ως άνω αξιόποινη πράξη.
Είναι
γεγονός ότι παράγοντες που επηρεάζουν
τον αθλητή
για
χρήση απαγορευμένων ουσιών αποτελούν
τα
οικονομικά
οφέλη, η απονομή μεταλλίων, η δόξα, η
εισαγωγή
σε τμήμα ΑΕΙ ή ΤΕΙ της επιλογής του, ο
διορισμός
και η απονομή βαθμών στις Ένοπλες
Δυνάμεις
και
τα Σώματα Ασφαλείας. Όμως θα πρέπει η
οικογένεια
και
το σχολείο να φροντίσουν από πολύ ενωρίς
για την
καλλιέργεια
αθλητικής κουλτούρας στα παιδιά, να
διδάξουν
στα παιδιά τις βασικές αρχές της καλής
υγείας και
του
τίμιου παιχνιδιού, ούτως ώστε αυτά να
γνωρίζουν την
αξία
του να αγωνίζονται με τις δικές τους
φυσικές
δυνάμεις,
αλλά και τις επιπτώσεις στην υγεία τους
από τη
χρήση
απαγορευμένων ουσιών.
Δεν
υπάρχει αμφιβολία ότι αθλητική
δραστηριότητα σε
οποιοδήποτε
επίπεδο δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς
σωματική
υγεία, πνευματική υγεία και ευεξία. Η
χρήση
απαγορευμένων
ουσιών είναι θεμελιωδώς αντίθετη στο
πνεύμα
του αθλητισμού. Η μετατροπή αθλητών σε
μηχανές
παραγωγής επιδόσεων και διακρίσεων με
αθέμιτα
μέσα,
και δη με τη χρήση τεχνητών και επιβλαβών
για την
υγεία
μέσων πολλαπλασιασμού της απόδοσης
αυτών,
απασχολεί
το Αθλητικό Δίκαιο. Όμως, όπως είναι
φυσικό, Ιατρική Επιστήμη, της οποίας
αντικείμενο
είναι μεταξύ άλλων η πρόληψη, διάγνωση
και
θεραπεία
της νόσου. Έτσι οι δύο Επιστήμες, Δικαίου
και
Ιατρικής,
συμπορεύονται και συνεργάζονται σε
έναν αγώνα
κατά
ενός φαινομένου το οποίο έχει λάβει
μεγάλες
διαστάσεις
και στο οποίο ουσιαστικά και κατ΄αποτέλεσμα
δράστης
και θύμα πολλές φορές είναι το ίδιο
πρόσωπο:Ο
ίδιος
ο αθλητής.