Λένε ότι, οι νεκροί εκδικούνται!
Αυτό συνέβη, 14 χρόνια μετά, στην υπόθεση της πυρκαγιάς στην τράπεζα Marfin, όπου έχασαν τη ζωή τους τρεις εργαζόμενοι, μεταξύ των οποίων και μία έγκυος.
Με απόφαση του Αρείου Πάγου, γιά πρώτη επιρρίπτονται ευθύνες στην Τράπεζα, η οποία είχε εκμισθώσει το νεοκλασσικό κτίριο, στην οδό Σταδίου, στο οποίο ξέσπασε φωτιά στη διάρκεια επεισοδίων σε συλλαλυτήριο, στις 5 Μαίου 2010.
Το Ανώτατο Δικαστήριο αναίρεσε προηγούμενη απόφαση του Εφετείου και παρέπεμψε την υπόθεση από την αρχή στο Μονομελές Εφετείο Αθηνών, με την επισήμανση μάλιστα ότι, "θα συγκροτηθεί από άλλο δικαστή, εκτός εκείνου που εξέδωσε την αναιρούμενη απόφαση".
Με την απόφαση του Αρείου Πάγου επιρρίπτονται ευθύνες, όχι μόνο στην εκμισθώτρια τράπεζα MARFIN για μη λήψη μέτρων ασφαλείας, αλλά και στο Μονομελές Εφετείο, που έδωσε "συγχωροχάρτι" στην τράπεζα, με την απόφαση του!
Οπως αναφέρεται στην απόφαση του Αρείου Πάγου «το Εφετείο υπό τις προεκτεθείσες παραδοχές του, στέρησε την προσβαλλόμενη απόφαση από νόμιμη βάση, καθόσον διέλαβε ανεπαρκείς, ασαφείς και αντιφατικές αιτιολογίες, ως προς το κρίσιμο ζήτημα της αδικοπρακτικής ευθύνης της πρώτης αναιρεσίβλητης μισθώτριας τράπεζας και των μελών του ΔΣ αυτής (δευτέρου, τρίτου, τετάρτου και πέμπτου των αναιρεσίβλητων), ως προς τις αποδιδόμενες σ’ αυτούς παραλείψεις, που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο, ως προς τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεων των άρθρων 914, 330, 300, 297 και 298 του ΑΚ, τις οποίες εσφαλμένα δεν εφάρμοσε κι έτσι παραβίασε αυτές εκ πλαγίου".
Οπως ορίζει ο Αρειος Πάγος, το Εφετείο "δέχθηκε ότι για την ολοσχερή καταστροφή του μισθίου δεν φέρει καμία υπαιτιότητα η πρώτη εναγόμενη μισθώτρια (Τράπεζα), χωρίς να διαλαμβάνει παραδοχές για τη λήψη και την τήρηση των αναγκαίων μέτρων ασφαλείας".
Το Ανώτατο Δικαστήριο αναγνωρίζει επίσης ότι, το Εφετείο διέλαβε ανεπαρκείς αιτιολογίες, για τις αποδιδόμενες παραλείψεις στη μισθώτρια τράπεζα και στα μέλη του ΔΣ αυτής, ως οργάνων του νομικού προσώπου, "όπως έλλειψη τοποθέτησης στην πρόσοψη του ισογείου καταστήματος ενισχυμένων “αντιβανδαλικών” υαλοπινάκων, οι οποίοι να αντέχουν σε πολλές κρούσεις με βαριά αντικείμενα είτε ρολών ασφαλείας, έλλειψη ύπαρξης δεύτερης εξόδου κινδύνου προς κοινόχρηστο χώρο, έλλειψη τοποθέτησης υδροδοτικού πυροσβεστικού δικτύου ή εύκαμπτου σωλήνα συνδεομένου μόνιμα με παροχή ύδατος, έλλειψη μελέτης πυρασφαλείας], ως επίσης να κλείσει το ανωτέρω κατάστημα είτε από την αρχή του ωραρίου λειτουργίας κατά την ημέρα της διαδήλωσης (5-5-2010) είτε πριν από την έναρξη της πορείας".
Όπως τονίζεται στην απόφαση του Αρείου Πάγου "στην ένδικη περίπτωση, στην οποία επρόκειτο για χώρους εργασίας που χρησιμοποιούνταν ήδη πριν από την 1-1-1995, υπήρχε υποχρέωση “να μην κλειδώνονται” οι έξοδοι κινδύνου, “ούτως ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν ανεμπόδιστα ανά πάσα στιγμή”. Η υποχρέωση αυτή είχε ενσωματωθεί και στο άρθρο 10 παρ.6 του “εγχειρίδιου ασφαλείας προσωπικού, πελατείας και περιουσίας” της Τράπεζας, που ήταν σε ισχύ κατά το χρόνο του συμβάντος. Ακόμη, σύμφωνα με το άρθρο 12 -παρ.2 της ΠυρΔ 3/1981, πρέπει να τοποθετείται υδροδοτικό πυροσβεστικό δίκτυο σε αίθουσες συγκεντρώσεως κοινού των κατηγοριών Β’ και Γ (χωρητικότητας 201 ατόμων και άνω, δηλαδή όχι της κατηγορίας Α’, όπως εν προκειμένω) και, επί πλέον, α) σε αίθουσες συγκεντρώσεως κοινού ανεξαρτήτως κατηγορίας, εφ’ όσον βρίσκονται σε όροφο κτιρίου που υπερβαίνει σε ύψος τα 20 μέτρα και β) σε αίθουσες οιουδήποτε ορόφου, των οποίων η προσέγγιση με εύκαμπτους σωλήνες, τροφοδοτούμενους με νερό από το εξωτερικό του κτιρίου, είναι δυσχερής. Και πάλι, όμως, από την υποχρέωση αυτή (όπως και από την εναλλακτική υποχρέωση τοποθέτησης εύκαμπτου σωλήνα μήκους 15 μέτρων,1 με ακροφύσιο, του οποίου η άλλη άκρη πρέπει να προσαρμόζεται μονίμως σε κρουνό της εσωτερικής υδραυλικής εγκατάστασης, τοποθετημένο προς το σκοπό αυτό, άρθρο 12 παρ.3 της ΠυρΔ 3/1981) απαλλάσσονται όσοι εκμεταλλεύονται αίθουσες συγκέντρωσης κοινού με πληθυσμό μικρότερο των 50 ατόμων, στις οποίες θεωρείται αρκετή η πρόβλεψη τουλάχιστον 2 φορητών πυροσβεστήρων ξηράς κόνεως (άρθρο 12 παρ.1 περ. δ’ της ΠυρΔ 3/1981). Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 14 της ΠυρΔ 3/1981, οι διευθυντές και οι επιχειρηματίες αιθουσών συγκεντρώσεως κοινού, κατά την έννοια της ΠυρΔ, υποχρεούνται να οργανώνουν και εκπαιδεύουν το προσωπικό τους, συνεχώς, σε θέματα πυροπροστασίας, κατάσβεσης πυρκαγιών, εκκένωσης των χώρων κ.λπ.»
Και καταλήγει ο Αρειος Πάγος:
"Για τους λόγους αυτούς αναιρεί την υπ’ αριθ. 5541/2020 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, κατά τα λοιπά. Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο Μονομελές Εφετείο Αθηνών, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλο δικαστή, εκτός εκείνου που εξέδωσε την αναιρούμενη απόφαση".
Υπενθυμίζεται ότι, για τη φωτιά που ξέσπασε τότε στην Τράπεζα, όπου βρήκαν τραγικό θάνατο 3 εργαζόμενοι μεταξύ των οποίων και μια έγκυος γυναίκα, οι φυσικοί αυτουργοί κάθισαν ποτέ στο εδώλιο, γιατί δεν βρέθηκαν.
Το 2013 κάποια στελέχη της τράπεζας καταδικάστηκαν για ανθρωποκτονία εξ αμελείας των τριών υπαλλήλων και για τις σωματικές βλάβες σε βάρος άλλων 21 εργαζομένων, καθώς και για πολλαπλές παραλείψεις στα μέτρα πυρασφάλειας και στην εκπαίδευση του προσωπικού.
Για τους συγγενείς των θυμάτων ωστόσο, παραμένει ένα έγκλημα ατιμώρητο!
Οι οικογένειες των θυμάτων, μετά την αποδεδειγμένη ενοχή των στελεχών της MARFIN, σε βαθμό πλημμελήματος, στράφηκαν κατά της τράπεζας διεκδικώντας αποζημιώσεις.
Κι ενώ το Εφετείο είχε επιδικάσει αποζημιώσεις συνολικά 2.24 εκατομμυρίων ευρώ στις οικογένειες των θυμάτων και των 24 εργαζόμενων του υποκαταστήματος, ο Άρειος Πάγος αναίρεσε αναίρεση την απόφαση που δικαίωνε συγγενείς θυμάτων και υπαλλήλους, στέλνοντας την πίσω στο Εφετείο, καθώς έκρινε υπερβολικά τα ποσά της αποζημίωσης που επιδικάστηκαν.