Χρησιμοποιώντας σκληρή γλώσσα, ο επίτιμος Αντεισαγγελέας Αρείου Πάγου Αναστάσιος Κανελλόπουλος και Πρόεδρος του κόμματος "ΕΑΝ...", επιτίθεται στον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, για το καυτό θέμα του γάμου των ομοφύλων, που έχει ξεσηκώσει σφοδρές αντιδράσεις, ακόμη και μέσα στους κόλπους της Κυβέρνησης.
"Το Σύνταγμα δεν αναγνωρίζει δικαίωμα, που παραβιάζει τα χρηστά ήθη!", τονίζει στο κείμενο του ο επίτιμος Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο οποίος αναφέρει:
"Οι «νεο-ηθικές Αξίες», τις οποίες ο κύριος Πρωθυπουργός και οι
ομόφρονές του στην Αντιπολίτευση, με την νομοθέτηση του «παρά
φύσιν γάμου», θέλουν να επιβάλλουν, έχουν δημιουργήσει μια
εκρηκτική κατάσταση, ενώπιον της οποίας, ουδείς επιτρέπεται να
παραμείνει απαθής, αναμένοντας με σταυρωμένα τα χέρια, να επέλθει το μοιραίον.
Καθένας που μπορεί, οφείλει να λάβει θέση. Ανταποκρινόμενος σε
αυτό το καθήκον, απεριφράστως, με ειλικρίνεια και ευθύτητα, εκθέτω τα ακόλουθα.
Εις το παρελθόν, απώτερο και απώτατο – εκτός από κάποιες περιόδους που η Ελλάδα κυβερνήθηκε από πολιτικές ασημαντότητες – οι Πολιτικοί Ηγέτες, ως αληθινοί Ηγέτες και υπεύθυνοι Δημόσιοι Άνδρες, είχαν έναν μόνον πόθον: Να δουν το Μεγαλείον της Ελλάδος. Και είχαν, επίσης μίαν διάπυρον ευχήν: Να καταστεί η Ελλάδα μία ισχυρή, ευνομούμενη, ευτυχής και ευδαιμονούσα χώρα. Τα τελευταία όμως έτη και συγκεκριμένα από της αναλήψεως της Αρχής από τον ΣΥΡΙΖΑ, οι ηγούμενοι των παραδοσιακών Αστικών Κομμάτων, στους οποίους κανείς δεν μπορεί να προσδώσει την ιδιότητα του «Ηγέτη», έχουν μία
κοινή επιδίωξη: Να πράξουν ο,τιδήποτε, για να καταστεί η Ελληνική
κοινωνία πολυπολιτισμική και διεμφυλική, δηλαδή, ομοφυλοφιλική.
Αλλά ας έλθουμε στο μέγα θέμα των ημερών, που είναι ο «γάμος» των ομοφυλοφίλων!
Προσφάτως, κατάπληκτη η κοινή γνώμη πληροφορήθηκε από τον κύριο Πρωθυπουργό ότι, η Κυβέρνηση, λίαν συντόμως, θα καταθέσει προς ψήφιση στην βουλή νομοσχέδιο, βάσει του οποίου άτομα του ιδίου φύλου, θα δύνανται να συνάπτουν μεταξύ τους πολιτκό «γάμο» και να υιοθετούν παιδιά.
Η είδηση προκάλεσε αηδία, αγανάκτηση και οργή. Η κοινωνία βράζει.
Στις οικογένειες επικρατεί αναστάτωση. Γονείς ντρέπονται να
παρακολουθούν τα δελτία ειδήσεων, παρουσία των παιδιών τους. Αλλά και τα παιδιά ντρέπονται τους γονείς τους. Πολλοί αναγκάστηκαν να κλείσουν τις τηλεοράσεις. Άλλοι θέλουν να τις σπάσουν. Και άλλοι εξακοντίζουν κατάρες κατά των εμπνευστών της ιδέας, αλλά και κατά των υποστηρικτών αυτής. Είναι προφανές, ότι η νομοθέτηση της «Βίτσιο – ηθικής», όπως είναι ο «γάμος» των ομοφυλοφίλων, εξοργίζει τους πολίτες.
Είναι γεγονός, ότι καθ’ όλην την διάρκειαν της πρώτης Κυβερνητικής θητείας της Νέας Δημοκρατίας, είχε παρατηρηθεί ένα όργιο ποικίλου προπαγάνδας υπέρ των ΛΟΑΤΚΙ, η οποία εξηγεί τα συμβαίνοντα, σχετικώς σήμερα και τα συμβησόμενα συναφώς αύριο.
Πριν δύο περίπου έτη, την άθλια αυτή προπαγάνδα είχε αντιληφθεί το νεοσύστατο τότε κόμμα του «ΕΑΝ» και γι’ αυτό στην ιδρυτική του διακήρυξη, στην οποία ανεπτύσσοντο οι λόγοι, οι οποίοι καθιστούσαν αναπόδραστον την ανάγκη ιδρύσεως νέου Κομματικού σχηματισμού, συμπεριέλαβε παράγραφο, με το εξής περιεχόμενο: «Και δυστυχώς, υπάρχει σήμερα μία Κυβέρνηση, η οποία προεξάρχοντος του Πρωθυπουργού και με την συνέργεια του ΣΥΡ και του ΠΑΣΟΚ, προβάλλει, προπαγανδίζει και προωθεί, με υπερβάλοντα ζήλο την εκπορευομένη από την «Πολιτισμένη Ευρώπη» επιθετική προπαγάνδα των ΛΟΑΤΚΙ, η οποία επιδιώκει την κατάλυση της ανομοιότητος της φύσεως, την κατάργηση του γενετικού κώδικος του ανθρωπίνου γέννους και τον εκφυλισμό της κοινωνίας και προπάντων της νεότητος».
Είναι πρόδηλον, ότι από τότε στο μυαλό του πρωθυπουργού επωάζετο η ιδέα, να κάνει πράξη τον γάμο των ομοφυλοφίλων. Φαίνεται, ότι ήλθε η ώρα. Η εμφάνιση στην πολιτική σκηνή του σημερινού προέδρου του ΣΥΡ, οποίος υπερακοντίζει σε όλα τα συναφή θέματα, τις θέσεις όλων των άλλων Κομμάτων, αλλά και η ανεπιφύλακτη θετική στάση του κυρίου Ανδρουλάκη, επιτάχυνε τις εξελίξεις.
Δύο είναι τα επιχειρήματα, που προβάλλει ο κύριος Πρωθυπουργός, για να αιτιολογήσει την νομοθέτηση του γάμου των ομοφυλοφίλων και τα σχετικά με αυτόν. Το πρώτο, είναι η εναρμόνιση της Ελλάδος, εις ό,τι σχετικό ισχύει στην Ευρώπη. Το δεύτερο και σπουδαιότερο είναι, ότι με την κατάθεση και την επιψήφιση από την Βουλή του σχετικού νομοσχεδίου, ικανοποιείται ένα δίκαιο αίτημα των ΛΟΑΤΚΙ, το οποίο κατ’ αυτούς, αλλά και κατά τον Πρωθυπουργό και τις Ηγεσίες των λοιπών παραδοσιακών αστικών Κομμάτων, δεν είναι απλούν αίτημα.
Είναι Δικαίωμα. Δεν λέγουν, όμως, από που απορρέει, από που πηγάζει αυτό το δικαίωμα. Από το Σύνταγμα; Αν είχαν αναγνώσει το Σύνταγμα, μάλλον θα απεγοητεύοντο, δια τους λόγους που θα εκθέσουμε κατωτέρω.
Επανερχόμενοι στα δύο επιχειρήματα του Πρωθυπουργού,
υποστηρίζουμε ότι, και τα δύο είναι αβάσιμα. Το πρώτο, διότι σύμφωνα με τα δημοσιεύματα του Τύπου, το ένα τρίτο περίπου των χωρών της Ευρώπης, δεν έχει θεσμοθετήσει τον γάμο μετάξυ των ατόμων του ιδίου φύλου. Επομένως, είναι ανακριβές ότι μόνο η Ελλάδα και η Ιταλία δεν έχουν σχετική νομοθεσία. Αλλά το θέμα δεν είναι ποσοτικό. Το βασικό είναι, ότι οι κοινωνίες των διαφόρων χωρών της Ευρώπης, δεν είναι ίδιες. Δεν έχουν τα ίδια ήθη, τις ίδιες αξίες, την ίδια κουλτούρα, τις ίδιες ιστορικές, θρησκευτικές και ηθικές καταβολές, ώστε κάθε μία εξ αυτών, να αντιγράφει την άλλη. Επομένως, το πρώτο επιχείρημα του κυρίου Πρωθυπουργού είναι εντελώς άστοχο.
Και ερχόμεθα στην εξέταση του δευτέρου επιχειρήματος. Το πολίτευμα της Δημοκρατίας αποθεώνει και κατοχυρώνει το δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητος του ανθρώπου, αλλά η ελευθερία αυτή δεν είναι απεριόριστος. Έχει όρια, τα οποία θέτει ο καταστατικός χάρτης της χώρας.
Κατά το Σύνταγμα (άρθρο 5, παράγραφος 1), «Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικοτητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα Χρηστά Ήθη».
Πριν δοθεί απάντηση στο ερώτημα, εάν ο δήθεν «γάμος» μεταξύ των ατόμων του ιδίου φύλου, προσβάλλει τα Χρηστά Ήθη, είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί, αν η ένωση αυτού του είδους, έστω και εάν περιβληθεί τον εκκλησιαστικό ή τον πολιτικό τύπο, εμπίπτει στην έννοια του γάμου. Ο αείμνηστος καθηγητής του Οικογενειακού Δικαίου, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Μιχαηλίδης – Νουάρος, δίδοντας τον ορισμό του γάμου, επαναλαμβάνει τον ορισμό του Μοδεστίνου (κορυφαίος Νομικός, μαθητής του Νομοδιδασκάλου Ουλπιανού και σύμβουλος του Αυτοκράτωρος της αρχαίας Ρώμης Μάρκου Αυρηλίου).
Κατ’ αυτόν, «Γάμος εστίν, ένωσις ανδρός και γυναικός, συμβίωσις βίου παντός, Θείου τε και ανθρωπίνου δικαίου».
Αυτός είναι ο ορισμός του γάμου και αυτόν η κοινή συνείδηση
αποδέχεται. Αντιθέτως, μετά βδελυγμίας απορρίπτει και φυσικά δεν
αποδέχεται τον «παρα φύσιν γάμον», δηλαδή, τον γάμο ανδρός με
άνδρα και γυναικός με γυναίκα, τον οποίον ο Πρωθυπουργός και οι
ομοφρονές του στην Αντιπολίτευση, θέλουν να επιβάλλουν. Είναι
σαφές πλέον, ότι δεν αποτελεί γάμο η ένωση δύο προσώπων του ιδίου φύλου. Η δι’ εκβιάσεως, δηλαδή δια της ψηφίσεως σχετικού
νομοσχεδίου, υπαγωγή της ενώσεως αυτής στη έννοια του γάμου, θ
έλθει σε σύγκρουση προς το Σύνταγμα, το οποίο δεν επιτρέπει την δια νόμου θεμελίωση δικαιώματος, το οποίο προσβάλει τα χρηστά ήθη. Αν παρά το Συνταγματικό εμπόδιο, οι υπέρμαχοι της νομοθετήσεως του «παρά φύσιν γάμου» φρονούν, ότι ο γάμος αυτής της μορφής, δεν παραβιάζει τα χρηστά ήθη, ας βρουν το θάρρος να το δηλώσουν ευθέως στον Λαό. Έχουν χρέος να του πουν ολόκληρη την αλήθεια. Να του πουν, ότι ναι μεν το Σύνταγμα δεν αναγνωρίζει δικαίωμα, που προσβάλει τα χρηστά ήθη, αλλά επειδή οι ίδιοι, στην προκειμένη περίπτωση, φρονούν το αντίθετο, δεν εμποδίζονται στην ψήφιση του σχετικού νομοσχεδίου. Ας το αποτολμήσουν λοιπόν. Αν το πράξουν, είναι βέβαιον, ότι και τον Πανελλήνιον καγχασμό θα προκαλέσουν, αλλά και εσαεί θα τους αρμόζει η περιφρόνηση και η καταισχύνη.
Αλλ’ επειδή κατά την γνώμη μας, δεν θα το αποτολμήσουν, θα προτιμήσουν την συνταγματική εκτροπή, διότι έχουν συνηθίσει να κυβερνούν και να πολιτεύονται, ως το Ελληνικό Κράτος να μην λειτουργεί υπό Συνταγματική Πολιτεία. Ας έχουν όμως υπόψιν τους, ότι νομοθετούντες, δεν είναι ασύδοτοι. Είναι δέσμιοι του Συντάγματος. Οι διατάξεις των παραγράφων 1,2 και 3 περιπτ. στ΄ του Ποινικού Πώδικος, ρητώς ορίζουν ότι «η δέσμευση του νομοθέτη από το Σύνταγμα» αποτελεί «θεμελιώδη αρχή του Πολιτεύματος» η παραβίαση της οποίας τιμωρείται κατά τις διατάξεις της εσχάτης προδοσίας, δηλαδή, με ισόβια ή πρόσκαιρη κάθειρξη, τουλάχιστον 10 ετών.
Συμπέρασμα: Πρώτον. Το Σύνταγμα δεν αναγνωρίζει Δικαίωμα, το οποίον παραβιάζει τα Χρηστά Ήθη.
Δεύτερον. Γάμος, είναι ένωση προσώπων διαφορετικού φύλου,
δηλαδή, ανδρός μετά γυναικός.
Τρίτον. Η ένωση δύο προσώπων του αυτού φύλου – υπό το Μανδύαν του πολιτικού ή του εκκλησιαστικού τύπου – και δεν εμπίπτει στην έννοια του γάμου και τα Χρηστά Ήθη παραβιάζει.
Τέταρτον. Δια τους προαναφερθέντες λόγους, το Σύνταγμα δεν
επιτρέπει την δια νόμου υπαγωγή στην έννοια του γάμου, την ένωση
δύο προσώπων του αυτού φύλου.
Αλλά ας πάμε και παρακάτω.
Η παραβίαση των χρηστών ηθών έχει και μία άλλη διάσταση, που έχει να κάνει με τις υποχρεώσεις του Κράτους, απέναντι του γάμου, της οικογενείας κτλ. Ειδικότερα: στο άρθρο 16 παρ. 2 του Συντάγματος διαλαμβάνεται ότι, «η Παιδεία, αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και σκοπόν έχει την πνευματική, ηθική κτλ αγωγή των Ελλήνων και την ανάπτυξη Εθνικής και Θρησκευτικής συνειδήσεως...». Επίσης το άρθρο 21 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζει ότι «Η Οικογένεια, ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία, τελούν υπό την προστασία του Κράτους», ενώ στην παρ. 3 του ιδίου άρθρου, αναγράφεται ότι «το Κράτος μεριμνά και παίρνει ειδικά μέτρα για την προστασία της νεότητος».
Και τίθεται ευλόγως το ερώτημα. Πως συμβιβάζονται όλα αυτά τα αήθη και βέβηλα, που ο κύριος Μητσοτάκης και οι λοιποί του «Συνταγματικού» ή «Προοδευτικού Τόξου» θέλουν να νομοθετήσουν, με τις προαναφερθείσες διατάξεις του Συντάγματος; Ο «παρά φύσιν γάμος» και τα συνακόλουθα αυτού, θα συμβάλλουν στην ανάπτυξη της ηθικής και θρησκευτικής συνειδήσεως των Ελλήνων ή θα την υπονομεύσουν; Θα προστατεύσουν ή θα διαβρώσουν το γάμο, την οικογένεια, την μητρότητα, την παιδική ηλικία και την νεότητα; Παραβιάζουν ή όχι τα χρηστά ήθη;
Δι΄οιονδήποτε έμφρονα ή καλής πίστεως άνθρωπο, αλλά και για τον απλό Έλληνα πολίτη, η απάντηση είναι αυθόρμητη και είναι καταφατική.
Είναι σαφές πλέον ότι, για τους θιασώτες του «παρά φύσιν γάμου», οι συνταγματικές διατάξεις έχουν θεωρητικό χαρακτήρα και ότι
αποτελούν «τρόπον του λέγειν», οπότε δύνανται να τις παραβιάζουν.
Θεωρούν, επίσης, ότι ο Όρκος τον οποίον ενώπιον του Θεού και
ανθρώπων έδωσαν, περί υπακοής αυτών στο Σύνταγμα, αποτελεί
απλώς τελετουργικόν τύπον, χωρίς να έχει ουσιαστική σημασία.
Αυτή, δυστυχώς, είναι η πολιτική και ηθική ποιότητα των
«Προοδευτικών» - στους οποίους συμπεριλαμβάνεται και ο κύριος
Μητσοτάκης – οι οποίοι, μιμούμενοι τους «πολιτισμένους» ηγέτες της Ευρώπης, έχουν αναγάγει την ομοφυλοφιλία εις ύψιστον ιδεώδες και την ετήσια παρέλαση των ΛΟΑΤΚΙ, σε κορυφαίο θεσμό.
Ευλόγως ο κάθε πολίτης διερωτάται:
Πού άραγε είναι πεπρωμένο να φτάσουμε με την κυβέρνηση αυτή;
Ποία αθλία μοίρα περιμένει την χώρα, Κυβερνωμένη και διοικουμένη από πρωθυπουργό, οποίος σε συνεργασία με τους αναξίους αρχηγούς των παραδοσιακών αστικών κομμάτων της αντιπολιτεύσεως, θέλει να ξεριζώσει ό,τι έχει μείνει όρθιο στον δύσμοιρο αυτόν τόπον;
Ο Χαρίλαος Τρικούπης στις 09-08-1874, σε άρθρο του στην εφημερίδα «Καιροί», με τον τίτλο «Παρελθόν και Ενεστώς», διεκήρυσε: «Τας εκ των επαναστάσεων ζημίας αναπληροί ο χρόνος. Αλλ’ η φθορά των ηθών ανατρέπει εκ βάθρων τας κοινωνίας». Ας το έχουν αυτό υπ’ όψιν, οι διαχειριζόμενοι σήμερα τις τύχες του Έθνους και του Λαού.
Σημειωτέον, η νομοθέτηση του «παρά φύσιν γάμου», δεν είναι μόνο κοινωνικό θέμα. Είναι όπως και το λαθρομεταναστευτικό, μέγα εθνικό θέμα.
Κλείνουμε με την διαπίστωση, ότι στην χώρα τα πάντα έχουν
καταρρεύσει. Δεν υπάρχει Κράτος. Δεν υπάρχει δικαιοσύνη. Δεν
υπάρχει Σύνταγμα. Δεν υπάρχει αστυνομία. Δεν υπάρχει Εκκλησία. Δεν υπάρχει παιδεία. Δεν υπάρχει, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων,
ανεξάρτητος και αμερόληπτος Τύπος, υπό την έντυπη και ηλεκτρονική μορφή. Υπάρχει μόνον ένα κρατικοδίαιτο, παρηκηκμασμένο, σάπιο και διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα, το οποίο υποστηριζόμενο – με το αζημίωτο βεβαίως – από τα συστημικά Μέσα Ενημερώσεως, κυλίεται ηδυπαθώς στο βούρκο. Ουδέποτε ο δημόσιος βίος είχε περιέλθει σ’ αυτό το κατάντημα.
Αλλ’ ευτυχώς, μέσα σε αυτή την απελπισία, υπάρχουν εξαιρέσεις, οι
οποίες αντιστέκονται".
"Το Σύνταγμα δεν αναγνωρίζει δικαίωμα, που παραβιάζει τα χρηστά ήθη!", τονίζει στο κείμενο του ο επίτιμος Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο οποίος αναφέρει:
"Οι «νεο-ηθικές Αξίες», τις οποίες ο κύριος Πρωθυπουργός και οι
ομόφρονές του στην Αντιπολίτευση, με την νομοθέτηση του «παρά
φύσιν γάμου», θέλουν να επιβάλλουν, έχουν δημιουργήσει μια
εκρηκτική κατάσταση, ενώπιον της οποίας, ουδείς επιτρέπεται να
παραμείνει απαθής, αναμένοντας με σταυρωμένα τα χέρια, να επέλθει το μοιραίον.
Καθένας που μπορεί, οφείλει να λάβει θέση. Ανταποκρινόμενος σε
αυτό το καθήκον, απεριφράστως, με ειλικρίνεια και ευθύτητα, εκθέτω τα ακόλουθα.
Εις το παρελθόν, απώτερο και απώτατο – εκτός από κάποιες περιόδους που η Ελλάδα κυβερνήθηκε από πολιτικές ασημαντότητες – οι Πολιτικοί Ηγέτες, ως αληθινοί Ηγέτες και υπεύθυνοι Δημόσιοι Άνδρες, είχαν έναν μόνον πόθον: Να δουν το Μεγαλείον της Ελλάδος. Και είχαν, επίσης μίαν διάπυρον ευχήν: Να καταστεί η Ελλάδα μία ισχυρή, ευνομούμενη, ευτυχής και ευδαιμονούσα χώρα. Τα τελευταία όμως έτη και συγκεκριμένα από της αναλήψεως της Αρχής από τον ΣΥΡΙΖΑ, οι ηγούμενοι των παραδοσιακών Αστικών Κομμάτων, στους οποίους κανείς δεν μπορεί να προσδώσει την ιδιότητα του «Ηγέτη», έχουν μία
κοινή επιδίωξη: Να πράξουν ο,τιδήποτε, για να καταστεί η Ελληνική
κοινωνία πολυπολιτισμική και διεμφυλική, δηλαδή, ομοφυλοφιλική.
Αλλά ας έλθουμε στο μέγα θέμα των ημερών, που είναι ο «γάμος» των ομοφυλοφίλων!
Προσφάτως, κατάπληκτη η κοινή γνώμη πληροφορήθηκε από τον κύριο Πρωθυπουργό ότι, η Κυβέρνηση, λίαν συντόμως, θα καταθέσει προς ψήφιση στην βουλή νομοσχέδιο, βάσει του οποίου άτομα του ιδίου φύλου, θα δύνανται να συνάπτουν μεταξύ τους πολιτκό «γάμο» και να υιοθετούν παιδιά.
Η είδηση προκάλεσε αηδία, αγανάκτηση και οργή. Η κοινωνία βράζει.
Στις οικογένειες επικρατεί αναστάτωση. Γονείς ντρέπονται να
παρακολουθούν τα δελτία ειδήσεων, παρουσία των παιδιών τους. Αλλά και τα παιδιά ντρέπονται τους γονείς τους. Πολλοί αναγκάστηκαν να κλείσουν τις τηλεοράσεις. Άλλοι θέλουν να τις σπάσουν. Και άλλοι εξακοντίζουν κατάρες κατά των εμπνευστών της ιδέας, αλλά και κατά των υποστηρικτών αυτής. Είναι προφανές, ότι η νομοθέτηση της «Βίτσιο – ηθικής», όπως είναι ο «γάμος» των ομοφυλοφίλων, εξοργίζει τους πολίτες.
Είναι γεγονός, ότι καθ’ όλην την διάρκειαν της πρώτης Κυβερνητικής θητείας της Νέας Δημοκρατίας, είχε παρατηρηθεί ένα όργιο ποικίλου προπαγάνδας υπέρ των ΛΟΑΤΚΙ, η οποία εξηγεί τα συμβαίνοντα, σχετικώς σήμερα και τα συμβησόμενα συναφώς αύριο.
Πριν δύο περίπου έτη, την άθλια αυτή προπαγάνδα είχε αντιληφθεί το νεοσύστατο τότε κόμμα του «ΕΑΝ» και γι’ αυτό στην ιδρυτική του διακήρυξη, στην οποία ανεπτύσσοντο οι λόγοι, οι οποίοι καθιστούσαν αναπόδραστον την ανάγκη ιδρύσεως νέου Κομματικού σχηματισμού, συμπεριέλαβε παράγραφο, με το εξής περιεχόμενο: «Και δυστυχώς, υπάρχει σήμερα μία Κυβέρνηση, η οποία προεξάρχοντος του Πρωθυπουργού και με την συνέργεια του ΣΥΡ και του ΠΑΣΟΚ, προβάλλει, προπαγανδίζει και προωθεί, με υπερβάλοντα ζήλο την εκπορευομένη από την «Πολιτισμένη Ευρώπη» επιθετική προπαγάνδα των ΛΟΑΤΚΙ, η οποία επιδιώκει την κατάλυση της ανομοιότητος της φύσεως, την κατάργηση του γενετικού κώδικος του ανθρωπίνου γέννους και τον εκφυλισμό της κοινωνίας και προπάντων της νεότητος».
Είναι πρόδηλον, ότι από τότε στο μυαλό του πρωθυπουργού επωάζετο η ιδέα, να κάνει πράξη τον γάμο των ομοφυλοφίλων. Φαίνεται, ότι ήλθε η ώρα. Η εμφάνιση στην πολιτική σκηνή του σημερινού προέδρου του ΣΥΡ, οποίος υπερακοντίζει σε όλα τα συναφή θέματα, τις θέσεις όλων των άλλων Κομμάτων, αλλά και η ανεπιφύλακτη θετική στάση του κυρίου Ανδρουλάκη, επιτάχυνε τις εξελίξεις.
Δύο είναι τα επιχειρήματα, που προβάλλει ο κύριος Πρωθυπουργός, για να αιτιολογήσει την νομοθέτηση του γάμου των ομοφυλοφίλων και τα σχετικά με αυτόν. Το πρώτο, είναι η εναρμόνιση της Ελλάδος, εις ό,τι σχετικό ισχύει στην Ευρώπη. Το δεύτερο και σπουδαιότερο είναι, ότι με την κατάθεση και την επιψήφιση από την Βουλή του σχετικού νομοσχεδίου, ικανοποιείται ένα δίκαιο αίτημα των ΛΟΑΤΚΙ, το οποίο κατ’ αυτούς, αλλά και κατά τον Πρωθυπουργό και τις Ηγεσίες των λοιπών παραδοσιακών αστικών Κομμάτων, δεν είναι απλούν αίτημα.
Είναι Δικαίωμα. Δεν λέγουν, όμως, από που απορρέει, από που πηγάζει αυτό το δικαίωμα. Από το Σύνταγμα; Αν είχαν αναγνώσει το Σύνταγμα, μάλλον θα απεγοητεύοντο, δια τους λόγους που θα εκθέσουμε κατωτέρω.
Επανερχόμενοι στα δύο επιχειρήματα του Πρωθυπουργού,
υποστηρίζουμε ότι, και τα δύο είναι αβάσιμα. Το πρώτο, διότι σύμφωνα με τα δημοσιεύματα του Τύπου, το ένα τρίτο περίπου των χωρών της Ευρώπης, δεν έχει θεσμοθετήσει τον γάμο μετάξυ των ατόμων του ιδίου φύλου. Επομένως, είναι ανακριβές ότι μόνο η Ελλάδα και η Ιταλία δεν έχουν σχετική νομοθεσία. Αλλά το θέμα δεν είναι ποσοτικό. Το βασικό είναι, ότι οι κοινωνίες των διαφόρων χωρών της Ευρώπης, δεν είναι ίδιες. Δεν έχουν τα ίδια ήθη, τις ίδιες αξίες, την ίδια κουλτούρα, τις ίδιες ιστορικές, θρησκευτικές και ηθικές καταβολές, ώστε κάθε μία εξ αυτών, να αντιγράφει την άλλη. Επομένως, το πρώτο επιχείρημα του κυρίου Πρωθυπουργού είναι εντελώς άστοχο.
Και ερχόμεθα στην εξέταση του δευτέρου επιχειρήματος. Το πολίτευμα της Δημοκρατίας αποθεώνει και κατοχυρώνει το δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητος του ανθρώπου, αλλά η ελευθερία αυτή δεν είναι απεριόριστος. Έχει όρια, τα οποία θέτει ο καταστατικός χάρτης της χώρας.
Κατά το Σύνταγμα (άρθρο 5, παράγραφος 1), «Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικοτητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα Χρηστά Ήθη».
Πριν δοθεί απάντηση στο ερώτημα, εάν ο δήθεν «γάμος» μεταξύ των ατόμων του ιδίου φύλου, προσβάλλει τα Χρηστά Ήθη, είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί, αν η ένωση αυτού του είδους, έστω και εάν περιβληθεί τον εκκλησιαστικό ή τον πολιτικό τύπο, εμπίπτει στην έννοια του γάμου. Ο αείμνηστος καθηγητής του Οικογενειακού Δικαίου, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Μιχαηλίδης – Νουάρος, δίδοντας τον ορισμό του γάμου, επαναλαμβάνει τον ορισμό του Μοδεστίνου (κορυφαίος Νομικός, μαθητής του Νομοδιδασκάλου Ουλπιανού και σύμβουλος του Αυτοκράτωρος της αρχαίας Ρώμης Μάρκου Αυρηλίου).
Κατ’ αυτόν, «Γάμος εστίν, ένωσις ανδρός και γυναικός, συμβίωσις βίου παντός, Θείου τε και ανθρωπίνου δικαίου».
Αυτός είναι ο ορισμός του γάμου και αυτόν η κοινή συνείδηση
αποδέχεται. Αντιθέτως, μετά βδελυγμίας απορρίπτει και φυσικά δεν
αποδέχεται τον «παρα φύσιν γάμον», δηλαδή, τον γάμο ανδρός με
άνδρα και γυναικός με γυναίκα, τον οποίον ο Πρωθυπουργός και οι
ομοφρονές του στην Αντιπολίτευση, θέλουν να επιβάλλουν. Είναι
σαφές πλέον, ότι δεν αποτελεί γάμο η ένωση δύο προσώπων του ιδίου φύλου. Η δι’ εκβιάσεως, δηλαδή δια της ψηφίσεως σχετικού
νομοσχεδίου, υπαγωγή της ενώσεως αυτής στη έννοια του γάμου, θ
έλθει σε σύγκρουση προς το Σύνταγμα, το οποίο δεν επιτρέπει την δια νόμου θεμελίωση δικαιώματος, το οποίο προσβάλει τα χρηστά ήθη. Αν παρά το Συνταγματικό εμπόδιο, οι υπέρμαχοι της νομοθετήσεως του «παρά φύσιν γάμου» φρονούν, ότι ο γάμος αυτής της μορφής, δεν παραβιάζει τα χρηστά ήθη, ας βρουν το θάρρος να το δηλώσουν ευθέως στον Λαό. Έχουν χρέος να του πουν ολόκληρη την αλήθεια. Να του πουν, ότι ναι μεν το Σύνταγμα δεν αναγνωρίζει δικαίωμα, που προσβάλει τα χρηστά ήθη, αλλά επειδή οι ίδιοι, στην προκειμένη περίπτωση, φρονούν το αντίθετο, δεν εμποδίζονται στην ψήφιση του σχετικού νομοσχεδίου. Ας το αποτολμήσουν λοιπόν. Αν το πράξουν, είναι βέβαιον, ότι και τον Πανελλήνιον καγχασμό θα προκαλέσουν, αλλά και εσαεί θα τους αρμόζει η περιφρόνηση και η καταισχύνη.
Αλλ’ επειδή κατά την γνώμη μας, δεν θα το αποτολμήσουν, θα προτιμήσουν την συνταγματική εκτροπή, διότι έχουν συνηθίσει να κυβερνούν και να πολιτεύονται, ως το Ελληνικό Κράτος να μην λειτουργεί υπό Συνταγματική Πολιτεία. Ας έχουν όμως υπόψιν τους, ότι νομοθετούντες, δεν είναι ασύδοτοι. Είναι δέσμιοι του Συντάγματος. Οι διατάξεις των παραγράφων 1,2 και 3 περιπτ. στ΄ του Ποινικού Πώδικος, ρητώς ορίζουν ότι «η δέσμευση του νομοθέτη από το Σύνταγμα» αποτελεί «θεμελιώδη αρχή του Πολιτεύματος» η παραβίαση της οποίας τιμωρείται κατά τις διατάξεις της εσχάτης προδοσίας, δηλαδή, με ισόβια ή πρόσκαιρη κάθειρξη, τουλάχιστον 10 ετών.
Συμπέρασμα: Πρώτον. Το Σύνταγμα δεν αναγνωρίζει Δικαίωμα, το οποίον παραβιάζει τα Χρηστά Ήθη.
Δεύτερον. Γάμος, είναι ένωση προσώπων διαφορετικού φύλου,
δηλαδή, ανδρός μετά γυναικός.
Τρίτον. Η ένωση δύο προσώπων του αυτού φύλου – υπό το Μανδύαν του πολιτικού ή του εκκλησιαστικού τύπου – και δεν εμπίπτει στην έννοια του γάμου και τα Χρηστά Ήθη παραβιάζει.
Τέταρτον. Δια τους προαναφερθέντες λόγους, το Σύνταγμα δεν
επιτρέπει την δια νόμου υπαγωγή στην έννοια του γάμου, την ένωση
δύο προσώπων του αυτού φύλου.
Αλλά ας πάμε και παρακάτω.
Η παραβίαση των χρηστών ηθών έχει και μία άλλη διάσταση, που έχει να κάνει με τις υποχρεώσεις του Κράτους, απέναντι του γάμου, της οικογενείας κτλ. Ειδικότερα: στο άρθρο 16 παρ. 2 του Συντάγματος διαλαμβάνεται ότι, «η Παιδεία, αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και σκοπόν έχει την πνευματική, ηθική κτλ αγωγή των Ελλήνων και την ανάπτυξη Εθνικής και Θρησκευτικής συνειδήσεως...». Επίσης το άρθρο 21 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζει ότι «Η Οικογένεια, ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία, τελούν υπό την προστασία του Κράτους», ενώ στην παρ. 3 του ιδίου άρθρου, αναγράφεται ότι «το Κράτος μεριμνά και παίρνει ειδικά μέτρα για την προστασία της νεότητος».
Και τίθεται ευλόγως το ερώτημα. Πως συμβιβάζονται όλα αυτά τα αήθη και βέβηλα, που ο κύριος Μητσοτάκης και οι λοιποί του «Συνταγματικού» ή «Προοδευτικού Τόξου» θέλουν να νομοθετήσουν, με τις προαναφερθείσες διατάξεις του Συντάγματος; Ο «παρά φύσιν γάμος» και τα συνακόλουθα αυτού, θα συμβάλλουν στην ανάπτυξη της ηθικής και θρησκευτικής συνειδήσεως των Ελλήνων ή θα την υπονομεύσουν; Θα προστατεύσουν ή θα διαβρώσουν το γάμο, την οικογένεια, την μητρότητα, την παιδική ηλικία και την νεότητα; Παραβιάζουν ή όχι τα χρηστά ήθη;
Δι΄οιονδήποτε έμφρονα ή καλής πίστεως άνθρωπο, αλλά και για τον απλό Έλληνα πολίτη, η απάντηση είναι αυθόρμητη και είναι καταφατική.
Είναι σαφές πλέον ότι, για τους θιασώτες του «παρά φύσιν γάμου», οι συνταγματικές διατάξεις έχουν θεωρητικό χαρακτήρα και ότι
αποτελούν «τρόπον του λέγειν», οπότε δύνανται να τις παραβιάζουν.
Θεωρούν, επίσης, ότι ο Όρκος τον οποίον ενώπιον του Θεού και
ανθρώπων έδωσαν, περί υπακοής αυτών στο Σύνταγμα, αποτελεί
απλώς τελετουργικόν τύπον, χωρίς να έχει ουσιαστική σημασία.
Αυτή, δυστυχώς, είναι η πολιτική και ηθική ποιότητα των
«Προοδευτικών» - στους οποίους συμπεριλαμβάνεται και ο κύριος
Μητσοτάκης – οι οποίοι, μιμούμενοι τους «πολιτισμένους» ηγέτες της Ευρώπης, έχουν αναγάγει την ομοφυλοφιλία εις ύψιστον ιδεώδες και την ετήσια παρέλαση των ΛΟΑΤΚΙ, σε κορυφαίο θεσμό.
Ευλόγως ο κάθε πολίτης διερωτάται:
Πού άραγε είναι πεπρωμένο να φτάσουμε με την κυβέρνηση αυτή;
Ποία αθλία μοίρα περιμένει την χώρα, Κυβερνωμένη και διοικουμένη από πρωθυπουργό, οποίος σε συνεργασία με τους αναξίους αρχηγούς των παραδοσιακών αστικών κομμάτων της αντιπολιτεύσεως, θέλει να ξεριζώσει ό,τι έχει μείνει όρθιο στον δύσμοιρο αυτόν τόπον;
Ο Χαρίλαος Τρικούπης στις 09-08-1874, σε άρθρο του στην εφημερίδα «Καιροί», με τον τίτλο «Παρελθόν και Ενεστώς», διεκήρυσε: «Τας εκ των επαναστάσεων ζημίας αναπληροί ο χρόνος. Αλλ’ η φθορά των ηθών ανατρέπει εκ βάθρων τας κοινωνίας». Ας το έχουν αυτό υπ’ όψιν, οι διαχειριζόμενοι σήμερα τις τύχες του Έθνους και του Λαού.
Σημειωτέον, η νομοθέτηση του «παρά φύσιν γάμου», δεν είναι μόνο κοινωνικό θέμα. Είναι όπως και το λαθρομεταναστευτικό, μέγα εθνικό θέμα.
Κλείνουμε με την διαπίστωση, ότι στην χώρα τα πάντα έχουν
καταρρεύσει. Δεν υπάρχει Κράτος. Δεν υπάρχει δικαιοσύνη. Δεν
υπάρχει Σύνταγμα. Δεν υπάρχει αστυνομία. Δεν υπάρχει Εκκλησία. Δεν υπάρχει παιδεία. Δεν υπάρχει, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων,
ανεξάρτητος και αμερόληπτος Τύπος, υπό την έντυπη και ηλεκτρονική μορφή. Υπάρχει μόνον ένα κρατικοδίαιτο, παρηκηκμασμένο, σάπιο και διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα, το οποίο υποστηριζόμενο – με το αζημίωτο βεβαίως – από τα συστημικά Μέσα Ενημερώσεως, κυλίεται ηδυπαθώς στο βούρκο. Ουδέποτε ο δημόσιος βίος είχε περιέλθει σ’ αυτό το κατάντημα.
Αλλ’ ευτυχώς, μέσα σε αυτή την απελπισία, υπάρχουν εξαιρέσεις, οι
οποίες αντιστέκονται".